Για το άβολο μόρφωμα ηθοαισθητικής που ονομάζουμε «παράδοση»

0

Εύη Παπαγιάννη

Την πρώτη μέρα της φετινής χρονιάς η ομάδα «Ουράνιο Τόξο» σε συνεργασία με πρωτοβουλία φοιτητών του Πανεπιστήμιου Θεσσαλίας διοργάνωσε την πολυσυζητημένη εκδήλωση στην οποία διεμφυλικά άτομα θα διάβαζαν παραμύθια σε παιδιά και γονείς σε παιδικό σταθμό της Θεσσαλονίκης. Είναι χαρακτηριστικό ότι η εκδήλωση άλλαξε τοποθεσία όχι μόνο λόγω του μεγάλου αριθμού ενδιαφερομένων αλλά για λόγους ασφαλείας των συμμετεχόντων.

Η συγκεκριμένη εκδήλωση δεν είναι η πρώτη του είδους που διοργανώνεται. Ωστόσο πολλοί την αντιμετώπισαν με ιδιαίτερη πολεμικότητα και αποτροπιασμό. Σαν κάτι το πρωτοφανές και σαν κάτι το οποίο θα μπορούσε να πάρει χαρακτηριστικά «ηθικής μόλυνσης».

Υπάρχει μια ανεκδοτολογική διήγηση που κυκλοφορεί σχετικά με την υποδοχή της εξελικτικής θεωρίας του Δαρβίνου από την υψηλή κοινωνία της εποχής της. Σύμφωνα με τους γνώστες της τότε αριστοκρατίας, η θεωρία ότι η καταγωγή του ανθρώπινου είδους μας θέλει βιολογικούς συγγενείς με τον πίθηκο αναμενόταν ότι θα αντιμετωπιζόταν ούτε λίγο ούτε πολύ με όρους σοκ και σκανδάλου στους ανάλογους κύκλους. Στα πλαίσια αυτού του κλίματος είχε ακουστεί από επιφανή κυρία της εποχής το (πλέον) διαβόητο «Μπορούμε μόνο να ελπίσουμε ότι δεν είναι αλήθεια. Κι αν είναι, ότι δε θα γίνει ευρέως γνωστό». Εάν και εφόσον πάντα είναι πραγματικό ιστορικά το σχόλιο αυτό, είχε μια αδιαμφισβήτητη αστειότητα αλλά ταυτόχρονα και μια παράξενη οξυδέρκεια. Όχι σε ό,τι αφορά την επιστημονική σκέψη αλλά πάνω στην τότε κρατούσα κοινωνική πραγματικότητα.

Άκουγα σήμερα το πρωί γνωστό εκφωνητή (πρωινο-μεσημεριανού ενημερωτικού δελτίου) να λέει «Κι εμένα μ’ αρέσουν οι τσόντες, μερικές είναι πολύ ωραίες, αλλά δεν θα πάω να τις δείξω στο παιδί μου» αναφερόμενος στη δράση που έγινε στη Θεσσαλονίκη. Αντί αυτού, ισχυρίζεται ότι σε αυτές τις ηλικίες αρκεί ως διδαχή το «δεν κοροϊδεύουμε» το διαφορετικό, με την υποσημείωση βέβαια ότι «όμως όπως και να το κάνουμε κάποια ‘διαφορετικά’ είναι επικίνδυνα και πρέπει να προφυλαγόμαστε από αυτά».

Ο ίδιος εκφωνητής συνέχισε μετά πως η μελέτη της αποικιοκρατίας (υποθέτω ότι εδώ εννοεί τα Colonial Studies) στην Ελλάδα θα ήταν μαϊμούδισμα γιατί, αν και τα παιδιά «μαθαίνουν κάτι το οποίο είναι ‘εν μέρει σωστό’, αυτό δεν αφορά την ελληνική πραγματικότητα γιατί εδώ δεν υπάρχει το ζήτημα της ‘λευκής υπεροχής’ – δεν είμαστε καν λευκοί».

Στο πρώτο σκέλος, ο παραλληλισμός (και επί της ουσίας η εξίσωση) του διεμφυλικού ατόμου (της απλής αλληλεπίδρασης μαζί του) με την κατανάλωση (συχνά πολυεπίπεδα προβληματικού) σεξουαλικού περιεχομένου μας δείχνει ένα πράγμα που ίσως μας είναι, ή ίσως δεν μας είναι, συνειδητό σε μεγάλη κλίμακα: το σημείο της απόκλισης από την ετεροκανονικότητα επισκιάζει (στην αντίληψη του μισαλλόδοξου) όλες τις άλλες όψεις της ταυτότητας αυτού που δεν συμμορφώνεται με το «κανονικό». Για ένα τέτοιο μυαλό ένα ΛΟΑΤΚΙ άτομο δεν μπορεί να έχει συμπεριφορές, σκέψεις, προθέσεις, αρθρωμένο λόγο, αναπαραστάσεις και συμβολισμούς που δεν είναι σεξουαλικού χαρακτήρα. Και άρα είναι («αναπτυξιακά» τάχα μου) ακατάλληλη συναναστροφή για ένα παιδί και η συμπερίληψη του ατόμου αυτού στον δημόσιο βίο ασύμμετρη απειλή για την υγιή ψυχική του ανάπτυξη. Αλλά, κυριότερα, για το άβολο μόρφωμα ηθοαισθητικής που ονομάζουμε «παράδοση».

Στο δεύτερο σκέλος, το τόσο μακρινό αλλά τόσο παρόν αυτοκρατορικό αποικιοκρατικό παρελθόν της χώρας βάσει αφηγημάτων (και όχι τεκμηριωμένης ιστορικής έρευνας) νομιμοποιείται στον («ανυπότακτο») κοινό νου να αποσυνδεθεί από πρακτικές βίαιης πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής καθυπόταξης. Η ιδιότυπη σχέση μας με τη Δύση λέει ότι εμάς μας βλέπει ο ήλιος τόσες μέρες τον χρόνο και, εν αντιθέσει με όλους αυτούς τους φλούφληδες που μας πήραν τα σκήπτρα της Ιστορίας μέσα απ’ τα χέρια μας, έχουμε ανδρεία παλιάς κοπής, ένα ευχάριστο εξωτικό δέρμα και, κυριότερα, δεν βλάψαμε κανέναν, μόνο εκπολιτίσαμε. Ως πρώην εκπολιτιστές και νυν θύματα γεωπολιτικών παιγνίων μισούμε εξίσου την Ανατολή και τη Δύση. Κι αν κάποιος από αυτούς θελήσει να μας μεταφέρει κάποιο μήνυμα, θα ευχηθούμε, όπως οι κυρίες της καλής κοινωνίας για την εξελικτική θεωρία του Δαρβίνου, «να μην είναι αλήθεια, ή έστω να μη γίνει ευρέως γνωστό».

Στο fast forward της Ιστορίας πάντως και καταπιεζόμενοι είμαστε και ρατσιστές.

Ίσως μαθαίναμε και κάτι για τους μηχανισμούς που βρίσκονται σε δράση στο προνομιακό ηλιόλουστο προτεκτοράτο μας χρόνια τώρα. Ο ιδιωτικός μας βίος δε, με σταθερότητα και συνέπεια υποθάλπει και βιαστές και παιδόφιλους και γυναικοκτόνους. Η συνομιλία μας με τη διαφορετικότητα μόνο να μας ενώσει απέναντι στο κοινό, αδιαφοροποίητο υλικό της βίας μπορεί.

Στην ουσία του πράγματος, υπάρχει εδώ ένα αληθινό θέμα προς συζήτηση: η συμπερίληψη είναι σύνθετο εγχείρημα που για να γίνει με τρόπο επωφελή για όλους τους συμμετέχοντες απαιτεί στιβαρή πλαισίωση και καλά ζυγισμένα βήματα ώστε να μην εξαντλείται σε εμπορικές ή τοκενιστικές πρακτικές. Αυτό δεν είναι διαπίστωση πάνω στη δράση στη Θεσσαλονίκη. Είναι σκέψη γενικότερη πάνω στα ζητήματα ψυχοκοινωνικής αλλαγής και ένταξης ώστε οι καλές προσπάθειες να μην καταλήγουν σε αχρείαστες, επανατραυματιστικές απογοητεύσεις. Από εκεί και πέρα ό,τι προκαλεί δυσφορία στους καλοβαλμένους ναιμεναλλάδες που το σοκ τους είναι πιο γραφικό κι από τις επικλήσεις στην Υπέρκομψη, όλα λύνονται με μια καλή σόδα ή και με λίγο αγνό παρθένο ξύδι.

Αφήστε ένα σχόλιο

one + 19 =