Κείμενο: Δεληγιάννης Κωνσταντίνος, προπτυχιακός φοιτητής Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, ΕΑΠ
Σε αναμονή της επικείμενης συναυλίας του ΛΕΞ, όπου τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν μέσα σε λίγες ώρες, παρατηρείται αντίστοιχο φαινόμενο και με τη συναυλία των Metallica. Η σύγχρονη κοινωνία, ολοένα και περισσότερο, φαίνεται να αναζητά τη συμμετοχή σε events και happenings, όχι τόσο για το περιεχόμενό τους, αλλά για τη συγκίνηση και τη συναισθηματική πληρότητα που αυτά προσφέρουν. Αυτή η αναζήτηση τείνει να μετατραπεί σε αυτοσκοπό.
Φυσικά, τα καλλιτεχνικά δρώμενα δεν αποτελούν νέο φαινόμενο. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια έντονη αλλαγή, τόσο οι πόλεις όσο και η ύπαιθρος έχουν μετατραπεί σε σκηνές διαρκούς καλλιτεχνικής δραστηριότητας. Το ημερολόγιο είναι γεμάτο με φεστιβάλ κάθε είδους όπως μουσικά, πολιτιστικά, γαστρονομικά, πολιτικά και οικολογικά τα οποία υπόσχονται να ικανοποιήσουν κάθε γούστο και να ενισχύσουν τη συναισθηματική ευφορία του κοινού. Κάθε εκδήλωση παρουσιάζεται ως «γιορτή», με στόχο τη μαζική συμμετοχή και την κατανάλωση ανεπανάληπτων εμπειριών.
Η αναζήτηση αυτών των εμπειριών έχει καταστεί σχεδόν εμμονική. Η μανία κατανάλωσης events όχι μόνο δεν μετριάζεται, αλλά εντείνεται με την πάροδο του χρόνου. Από τη μία, τα καλοκαίρια σχεδόν κάθε χωριό της υπαίθρου οργανώνει το δικό του φεστιβάλ, μετατρέποντας το φυσικό περιβάλλον σε σκηνικό υπερθεάματος. Από την άλλη, οι πόλεις μοιάζουν με παρατεταμένα θεατρικά δρώμενα, καθώς το ένα event διαδέχεται το άλλο δίχως να αφήνουν την πόλη στην ησυχία της, με μοναδικό στόχο τη διαρκή διασκέδαση και ψυχαγωγία του σύγχρονου ανθρώπου.
Οι άνθρωποι του δυτικού κόσμου μοιάζουν μεθυσμένοι και εθισμένοι σε ένα κοκτέιλ ντοπαμίνης, οξυτοκίνης, ενδορφινών και σεροτονίνης, αναζητώντας διαρκώς μια νέα «δόση» στιγμιαίας χαράς. Η χαρά πλέον δεν είναι αποτέλεσμα αυθόρμητης ή βαθύτερης εμπειρίας, αλλά προκαθορισμένη ανάγκη, ενταγμένη στο πλαίσιο μιας κυρίαρχης κουλτούρας του κεφιού και της ευχαρίστησης. Η κατανάλωση καλλιτεχνικών προϊόντων έχει μετατραπεί σε θεμελιώδη όρο της σύγχρονης ύπαρξης και του εορταστικού κλίματος.
Ίσως οι ρίζες αυτής της κατάστασης να βρίσκονται στις μεταπολεμικές γενιές· ίσως ακόμη να συνδέεται και με παλαιότερες ιδέες, όπως αυτές που συναντάμε στο Μανιφέστο του Ντανταϊσμού, όπου η κατάργηση οποιουδήποτε ορίου στην ανθρώπινη επιθυμία προβάλλεται ως απελευθέρωση. Η έννοια της προσωπικής απόλαυσης και η ρήξη με κάθε μέτρο στην ατομική ελευθερία είναι πολύ πιθανό να θεμελιώθηκαν, έχοντας ως αφετηρία εκείνη την περίοδο.
Ωστόσο, το φαινόμενο, παρότι φαίνεται πως έχει ρίζες ήδη από πολλές δεκαετίες πριν, δεν παρέμεινε στάσιμο· με την πάροδο του χρόνου, αντιθέτως, επιταχύνθηκε, δημιουργώντας μια κοινωνική πραγματικότητα η οποία αναζητά με φρενώδεις ρυθμούς την απόλαυση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η συναυλία των Metallica στην Ελλάδα. Οι άνθρωποι επιδόθηκαν σε έναν αγώνα δρόμου με σκοπό να πάρουν στα χέρια τους το πολυπόθητο χαρτάκι που θα τους επιτρέψει να ζήσουν το ανεπανάληπτο μουσικό γεγονός. Γι’ αυτό, άλλωστε, και τα εισιτήρια πουλήθηκαν σε λιγότερο από δύο ώρες. Ωστόσο, το εντυπωσιακό στοιχείο δεν ήταν μόνο η ζήτηση των εισιτηρίων, αλλά το γεγονός πως πολλοί από τους ενδιαφερόμενους δεν είχαν καμία επαφή με τη μουσική της μπάντας ή με τη metal σκηνή γενικότερα. Αυτό φάνηκε από τα stories που αναρτώνταν στα social media από πλήθος κόσμου οι οποίοι ουδεμία σχέση είχαν με το μουσικό είδος.
Αυτή η κατάσταση περιγράφεται ικανοποιητικά από το αρκτικόλεξο FOMO (Fear Of Missing Out). Ο φόβος μην χάσεις αυτό που συμβαίνει μόνο και μόνο διότι πολύς κόσμος ενδέχεται να παρευρεθεί στο γεγονός συνιστά κοινωνικό φαινόμενο της εποχής σε τέτοιον βαθμό που νομίζω πως αποτελεί μια νέα οντολογική συνθήκη. Το να «είσαι εκεί» αποτελεί πρωταρχικό σκοπό περισσότερο και από το ίδιο το καλλιτεχνικό γεγονός, το οποίο προβάλλεται ως μια μοναδική εμπειρία η οποία είναι once in a lifetime.
Αυτή η αγχώδης και ανούσια συσσώρευση εμπειριών χαρακτηρίζει μια κοινωνία η οποία, παράλληλα, βρίσκεται σε κατάσταση πολιτικής αφασίας, καθιστώντας τη φράση «να ζήσεις τη φάση» απόλυτα ακριβής. Οι φασαίοι, λοιπόν, βιώνουν την ευχαρίστηση σε ένα περιβάλλον τεχνητής και προγραμματισμένης χαράς. Ωστόσο, το κατά πόσο αυτό το περιβάλλον σε καθιστά χαρούμενο παραμένει ανοιχτό προς συζήτηση.
Το οξύμωρο γεγονός που προκύπτει είναι πως οι ίδιες κοινωνίες και ειδικά η ελληνική, ενώ δυσανασχετούν για την ακρίβεια, την εργασιακή ανασφάλεια ή την πολιτική αβεβαιότητα, δεν κινητοποιούνται για τα πραγματικά προβλήματα, αλλά αντίθετα, σπεύδουν πανικόβλητες να εξασφαλίσουν μία θέση σε ένα ακόμη event, και μάλιστα με ιδιαίτερα αυξημένες τιμές. Πρόκειται για μια συνθήκη πρωτόγνωρης πολιτικής απάθειας, συνδυασμένης με μανιακή κατανάλωση πολιτιστικών προϊόντων.
Αναρωτιέμαι αν μια τέτοια κοινωνία μπορεί να ξαναγίνει πολιτικά ενεργή και να αγωνιστεί έστω και για τις στοιχειώδεις ανάγκες της. Νομίζω πως βασική προϋπόθεση του πολιτικού αγώνα είναι η αποδοχή της έννοιας του πόνου, της δυσφορίας, της αίσθησης της πλήξης και της μοναξιάς. Όλα αυτά αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις, ώστε κάποιος να είναι ικανός να εντοπίσει τα αληθινά προβλήματα, να νιώσει την ανάγκη για αλλαγή και να μπορέσει να χαρεί αυθεντικά.
Σε μια κοινωνία που σκεπάζει τεχνητά οτιδήποτε είναι δυσάρεστο, που δεν τολμά να αντικρίσει την άσχημη πλευρά της ζωής, η πολιτική ζωή καθίσταται αδύνατη. Κατά συνέπεια, η κοινωνία οφείλει να αποτινάξει και να απελευθερωθεί από την κυρίαρχη κουλτούρα του κεφιού, ώστε να εξέλθει από τον πολιτικό λήθαργο και να καταστεί η πολιτική πράξη εκ νέου εφικτή.
Συζήτηση1 Σχόλιο
Πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση. Κάτι παρόμοιο, σχετικά με την πολιτική αδράνεια και μία παραπέρα (κοινωνική) παραίτηση σε σύνδεση με τα πολιτιστικά προϊόντα, είχε εντοπίσει στην Αυταρχική προσωπικότητα και ο Adorno, όπως και σε άλλα κείμενα του.