Ακολουθεί απόσπασμα από πρόσφατο κείμενο του Παλαιστίνιου αναρχικού στοχαστή Mohammed Bamyeh, το οποίο γράφτηκε ως συνέχεια του δημόσιου διαλόγου μεταξύ του ίδιου και του Ισραηλινού αναρχικού Uri Gordon, που πραγματοποιήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2024. Ο Bamyeh είναι καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ και συγγραφέας πολλών βιβλίων, μεταξύ των οποίων το Anarchy as Order: The History and Future of Civic Humanity (Rowman & Littlefield Publishers, 2009). Η υποστήριξή του προς μια μη-κρατική λύση αποσκοπεί στην επίτευξη μιας μακροπρόθεσμης και μόνιμης ειρήνης στην περιοχή, πέρα από τις γενοκτονικές πολιτικές, τις εθνοκαθάρσεις και τον αποικιοκρατικό εποικισμό. Η Ροζάβα, βασισμένη σε μια ομοσπονδία καντονιών, μαζί με άλλα ιστορικά πειράματα στην περιοχή, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι προσφέρει στοιχεία ενός τέτοιου μοντέλου.
Το αναδυόμενο ενδιαφέρον για την ιδέα της «μη-κρατικής λύσης» στην περιοχή μεταξύ του ποταμού Ιορδάνη και της Μεσογείου θάλασσας πηγάζει εν μέρει από την αποτυχία των άλλων εναλλακτικών λύσεων. Η πιθανώς πιο «ρεαλιστική» λύση, δηλαδή η λύση των δύο κρατών, φαίνεται απελπιστικά ανέφικτη. Ακόμα πιο ανέφικτη είναι η γνωστή εναλλακτική της, η λύση του ενός κράτους, παρ’ όλο που αυτή η λύση έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα ότι περιγράφει καλύτερα την απτή πραγματικότητα στο πεδίο: όπως έχουν παρατηρήσει πολλοί σχολιαστές, ένα κράτος υπάρχει ήδη. Αλλά είναι ένα κράτος απαρτχάιντ και ως εκ τούτου σίγουρα δεν είναι δημοκρατικό.
Η μη-κρατική λύση, επίσης, μπορεί να φαίνεται απρόσιτη, ακόμη και αδιανόητη. Ωστόσο, οι ριζοσπαστικές ιδέες τείνουν να αποκτούν απήχηση όταν οι «ρεαλιστικές» προσεγγίσεις αποκαλύπτονται ως φαντάσματα, κάτι που ίσχυε ήδη πριν από τον τρέχοντα πόλεμο. Ο «ρεαλισμός» –που σημαίνει λειτουργία εντός των ορίων του φαινομενικά εφικτού– έχει σε αυτή την περίπτωση οδηγήσει επανειλημμένως σε αδιέξοδο. Η ιδέα του μη-κράτους, επομένως, αντιμετράται με τον κλειστό ορίζοντα και των δύο: μιας αφόρητης, γενοκτονικής πραγματικότητας· και της αδυναμίας του παραδοσιακού «ρεαλισμού» να οδηγήσει οπουδήποτε αλλού εκτός από τον ίδιο αδιαπέραστο τοίχο.
Είναι η μη-κρατική λύση μια ρεαλιστική πρόταση; Εδώ πρέπει να έχουμε κατά νου ότι νέες πραγματικότητες έχουν συχνά παραχθεί από εκείνους που είναι αποφασισμένοι να αγνοήσουν την υπάρχουσα πραγματικότητα. Στις πρώτες μέρες του, ο Σιωνισμός δεν φαινόταν να είναι ένα ρεαλιστικό σχέδιο· ούτε και τα διάφορα κύματα παλαιστινιακής αντίστασης σε αυτόν φαίνονταν ρεαλιστικά. Και σε παγκόσμια κλίμακα, επιτυχημένα επαναστατικά κινήματα σε όλο τον 20ό αιώνα συχνά σχηματίστηκαν και καθοδηγήθηκαν από προσωπικότητες που δεν ενδιαφέρονταν για τον «ρεαλισμό», ο οποίος συνεπαγόταν την εργασία μέσα στο σενάριο ενός τρομερού status quo. Αλλά οι εκκλήσεις για επαναστατικές λύσεις τείνουν να κατευθύνονται σε καταστάσεις αρκετά εύθραυστες ώστε να προκαλέσουν μια ριζική απόρριψη μιας αφόρητης πραγματικότητας και έναν άχρηστο ρεαλισμό.
Επιπλέον, ο ρεαλισμός της αντίληψης του μη-κράτους έχει τις ρίζες του στις κοινωνικές μας ιστορίες, καθώς και σε ένα παρόν στο οποίο η κοινωνία και το κράτος δεν συνάδουν.
Στη βασική της μορφή, η μη-κρατική αντίληψη για την κοινωνικοπολιτική ζωή δεν είναι ξένη προς την ιστορική πραγματικότητα της ευρύτερης περιοχής που σήμερα ονομάζουμε «Μέση Ανατολή»: μια περιοχή που ανέκαθεν λειτουργούσε συνεκτικά και ως περιοχή, όταν τα σύνορα δεν σήμαιναν πολλά· η ελεύθερη κυκλοφορία ήταν ο κανόνας· η κυριαρχία δεν ήταν ένα φανατικό ιδανικό. Ως αποτέλεσμα, ειδικά οι αστικές κουλτούρες της περιοχής λειτουργούσαν ως ένα πλέγμα κοινωνικοοικονομικών και πολιτιστικών συνδέσεων και στέγαζαν μια ζωντανή διακοινοτική ζωή, στην οποία καμία θρησκευτική ή εθνοτική κοινότητα δεν ένιωθε την πιεστική ανάγκη να έχει το δικό της κράτος.
Αντίθετα, η περιοχή δεν λειτούργησε ποτέ καλά υπό τα σύγχρονα κράτη, τόσο τα αποικιακά όσο και τα μετααποικιακά. Επί του παρόντος, η Μέση Ανατολή ζει μια από τις πιο δυσλειτουργικές περιόδους της ιστορίας της, με πέντε μεγάλους πολέμους (Γάζα, Σουδάν, Συρία, Λιβύη, Υεμένη)· αμέτρητες άλλες εχθροπραξίες· αραβικές δικτατορίες, μια ακροδεξιά ισραηλινή κυβέρνηση· και αισχρά επίπεδα διαφθοράς παντού. Όλα αυτά αποτελούν την κληρονομιά των σύγχρονων κρατών, των οποίων η κύρια λειτουργία -εκτός από την ευνοιοκρατία και την κλοπή- ήταν να λειτουργούν ως μηχανισμοί μαζικής τρομοκρατίας, μιλιταρισμού και πολέμου.
Γιατί έχουμε πόλεμο τώρα; Για τον ίδιο βασικό λόγο που έχουν συμβεί όλοι οι πόλεμοι: ο πόλεμος υπάρχει επειδή υπάρχει η δυνατότητα να πολεμήσει κανείς. Και ως συνέπεια αυτής της αρχής: όσοι είναι σίγουροι ότι έχουν αυτή τη δυνατότητα τείνουν να μην αισθάνονται την ανάγκη να θεωρούν τη δικαιοσύνη ως οδό προς την ειρήνη. Η απουσία ειρήνης και η ύπαρξη του κράτους είναι συμπληρωματικές.
Ενώ η μη-κρατική λύση παρουσιάζεται ως ένα ηθικό ιδανικό που έχει τις ρίζες του στις κοινωνικές ιστορίες, δεν συνεπάγεται απαραίτητα την απόρριψη όλων των άλλων λύσεων. Αντίθετα, το ζήτημα είναι οι συγκριτικές προτιμήσεις: Για παράδειγμα, η λύση των δύο κρατών θα ήταν ακόμα προτιμότερη από την κατοχή. Αλλά τότε, η λύση του ενός κράτους είναι προτιμότερη από τα δύο κράτη (δεν θα υπήρχε ανάγκη για μαζική «μεταφορά πληθυσμού», περίπλοκες ρυθμίσεις «ασφάλειας», παραμορφωμένη γεωγραφία μετακίνησης, ειδικούς δρόμους πρόσβασης και ούτω καθεξής). Και η λύση του μη-κράτους είναι προτιμότερη από τη λύση του ενός κράτους, επειδή αφαιρεί το ίδιο το μέσο εξουσίας που έχει δημιουργήσει αυτή την ιστορική κρίση εξαρχής, αποκαθιστώντας στην περιοχή την ιστορία της ανοιχτής μετακίνησης, της διακοινοτικής ζωής και των αποκεντρωμένων κέντρων εξουσίας. Αυτή θα ήταν η ανθρώπινη εναλλακτική λύση στα κράτη που τώρα επιβάλλονται σε εχθρικούς πληθυσμούς, χρησιμεύουν σε μεγάλο βαθμό ως κλεπτοκρατικά δίκτυα και επιβάλλουν τον δρόμο τους μέσω μιας ασύλληπτης βίας.
Η αντίληψη της κοινωνικής ζωής χωρίς κράτος μπορεί να φαίνεται μια αφηρημένη ιδέα, αλλά είναι αυτό που κάνουν οι άνθρωποι που καταπιέζονται ή αγνοούνται από τα κράτη, γιατί οι ίδιοι δεν έχουν άλλη επιλογή. Για παράδειγμα, οι Παλαιστίνιοι δεν εξαφανίστηκαν μετά το 1948, κάτι που ο John Foster Dulles είχε υποθέσει ότι θα τους συνέβαινε έπειτα από μια γενιά. Αντίθετα, οι Παλαιστίνιοι αναδιοργάνωσαν την κοινωνία τους μετά το 1948, όταν όλες οι δυνάμεις συνωμότησαν εναντίον τους, και χωρίς τη βοήθεια κανενός κράτους. Ο τρόπος με τον οποίο τα πολιτιστικά πρότυπα της παλαιστινιακής αγροτικής ζωής επαναχρησιμοποιήθηκαν για την οργάνωση της ζωής στα στρατόπεδα προσφύγων για δύο δεκαετίες μετά το 1948· η εγκαθίδρυση της παλαιστινιακής κοινωνίας των πολιτών στη διασπορά μεταξύ 1967-’82· η ανάπτυξη παγκοσμίως συνδεδεμένων οργανώσεων της διασποράς· η δυναμική της πρώτης ιντιφάντας και ούτω καθεξής: είναι όλα δείκτες της αυτοοργανωμένης ικανότητας μιας κοινωνίας. Με λίγα λόγια, ήδη γνωρίζουμε πώς να ζούμε χωρίς κράτος. Και οι Παλαιστίνιοι δεν είναι μοναδικοί από αυτή την άποψη. Οι άνθρωποι σε όλη την περιοχή έχουν τις δικές τους εκδοχές λύσεων χωρίς κράτος για τα δικά τους τοπικά προβλήματα και συχνά βλέπουν τα κράτη τους ως απλώς ένα ακόμη πρόβλημα γύρω από το οποίο θα πρέπει να πλοηγηθούν.
Η μη-κρατική λύση είναι επίσης μια μορφή απελευθέρωσης, και με περισσότερους τρόπους από ό,τι θα προσέφερε ένα θεωρητικά ιδανικό δημοκρατικό κράτος. Για παράδειγμα, οι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι θα ήταν και οι δύο ελεύθεροι από την ανάγκη να ορίζουν τους εαυτούς τους με βάση μόνο μια ενιαία πρωταρχική ταυτότητα, η οποία με την πάροδο του χρόνου αντικαθιστά τις πολλαπλές εκδηλώσεις αφοσίωσης που, καθώς είναι ρεαλιστικές και ριζωμένες στις ανάγκες της καθημερινής ζωής, ήταν οικείες. Το μη-κράτος συνεπάγεται επίσης μια αντιαποικιακή συνείδηση: τη συνειδητοποίηση ότι το πρόβλημα δεν έγκειται σε κάποια αφαίρεση που ονομάζεται «κουλτούρα», αλλά συγκεκριμένα στα κρατικά συστήματα που έχουν κατασκευαστεί ή καλλιεργηθεί από τους ευρωπαϊκούς ιμπεριαλισμούς.
Η συζήτηση για τη μη-κρατική λύση σήμερα δεν συμβαίνει εν κενώ. Πρέπει να λάβει κανείς υπόψη τις ιδεολογικές εξελίξεις που συμβαίνουν τριγύρω, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης των θρησκευτικών κινημάτων και του ρόλου τους σε αυτή την προηγουμένως πλήρως κοσμική σύγκρουση. Αλλά η σωστή ανάλυση εδώ επικεντρώνεται στη θεμελιώδη πηγή του προβλήματος και όχι στα συμπτώματά του, ένα από τα οποία είναι η φανατική θρησκευτικότητα. Οι συγκρούσεις που δημιουργούνται από τα κράτη ή από τον τύπο σκέψης που θεωρεί τα κράτη απαραίτητα και ικανά να είναι φιλάνθρωπα, αντί να είναι μηχανές τρόμου, θανάτου και καταστροφής, θα εξετάσουν την κοινωνία και όχι το κράτος ως το αρχικό και διαρκές πρόβλημα.
Αλλά η κλίμακα του φανατισμού που βλέπουμε στην κοινωνία είναι σύμπτωμα κάτι άλλου: μιας πυώδους, βαθιάς πληγής, που τα κράτη μας δεν μπορούν να επιλύσουν. Από εδώ προέρχονται δύο διαδρομές, εξίσου πιστευτές και ριζοσπαστικές: ή ένα μη-κράτος που αντιμετωπίζει τη ρίζα του προβλήματος ή κάποια εκδοχή ενός φασιστικού κράτους. Η τελευταία λύση είχε ήδη γίνει ορατή σε εμάς εδώ και καιρό σε πολλά μέρη του κόσμου, και τώρα περιλαμβάνει και το Ισραήλ, όπου ακραίες εθνικιστικές δυνάμεις που έχουν ανατραφεί στο κλίμα μιας ατελείωτης πάλης, τώρα βρίσκονται σε μια κυβέρνηση οπλισμένη μέχρι τα δόντια, που δεν δείχνει κανέναν ενδοιασμό για τις μαζικές δολοφονίες, ενώ συνεχίζει να απολαμβάνει την υποστήριξη των πρώην και των νυν αυτοκρατοριών που το είχαν καταστήσει δυνατό.
———————————————-
ΒΛ. ΕΠΙΣΗΣ
Το παράδειγμα του κρατισμού ως αιτία της μεσανατολικής σύγκρουσης