Κείμενο: Γιώργος Λούκας
Η τραγωδία στα Τέμπη εξακολουθεί να συγκλονίζει την κοινωνία και βγάζει στον δρόμο ανθρώπους με διαφορετικές πολιτικές καταβολές. Ο κοινός παρονομαστής παραμένει η απαίτηση για δικαιοσύνη, διαφάνεια και λογοδοσία. Αυτή η μαζική αντίδραση, που συνεχίζεται, αποκαλύπτει βαθύτερα ερωτήματα για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη δημοκρατία σήμερα.
Πολιτική σημαίνει κόμματα;
Στη διαχρονική ιστορική διαδρομή —από τις πρώτες ανθρώπινες κοινότητες στη Μεσοποταμία, την αρχαία Αθήνα και τη Ρώμη, μέχρι τα σύγχρονα δημοκρατικά πειράματα— η πραγματική πολιτική σημαίνει ενεργή συμμετοχή στον δημόσιο βίο και συνεχή επαγρύπνηση του πολίτη. Αντίθετα, ο κομματικός οπαδισμός μετατρέπει το κόμμα σε ομάδα που υποστηρίζεις πάση θυσία, με αποτέλεσμα να αδρανοποιείται η ουσιαστική κριτική.
Στην Ελλάδα, η Νέα Δημοκρατία επιχειρεί να διατηρήσει τη συσπείρωσή της με το επιχείρημα «αν φύγουμε εμείς, έρχεται η καταστροφή», καλλιεργώντας τη λογική της πόλωσης – το μόνο που φαίνεται να τους έχει απομείνει ως πολιτική λύση αυτή τη στιγμή. Έτσι, η πολιτική συχνά υποβιβάζεται συνειδητά σε «οπαδιλίκι». Το ίδιο ισχύει φυσικά και για την αντιπολίτευση η οποία καιροφυλακτεί για να ανεβάσει τα ποσοστά της, χωρίς να αμφισβητεί ουσιαστικά το βαθύτερο status quo. Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Η απουσία πειστικής αντιπολίτευσης εν προκειμενω, οδήγησε την κυβέρνηση σε μια άνευ προηγουμένου αλαζονική στάση και σε μια ψευδαίσθηση παντοδυναμίας.
Μα δεν πήρε 41% στις τελευταίες εκλογές, θα μου πείτε; Πρακτικά, τα εκλογικά αποτελέσματα δεν λένε όλη την αλήθεια: Στις βουλευτικές εκλογές του 2023, η Νέα Δημοκρατία καταγράφει πράγματι περίπου 40,79% επί των έγκυρων ψήφων.
Η συμμετοχή, όμως, κυμαίνεται κοντά στο 59%. Αν υπολογίζουμε το σύνολο των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων (περίπου 9,8 εκατομμύρια), το πραγματικό ποσοστό της ΝΔ πέφτει περίπου στο 24%.
Σε σχέση με ολόκληρο τον πληθυσμό (πάνω από 10,5 εκατομμύρια), το ποσοστό συρρικνώνεται ακόμα περισσότερο, περίπου στο 22%.
Άρα, ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας —οι απέχοντες— μένει εκτός εκλογικής διαδικασίας, αλλά και αυτοί που ψηφίζουν νιώθουμε ότι το κάνουν με “βαριά καρδιά”. Οι κυβερνώντες, φυσικά, γνωρίζουν ότι η εκλογική νίκη τους δεν αντανακλά απαραίτητα την πλειοψηφία του πληθυσμού, αλλά εκμεταλλεύονται τη χαμηλή συμμετοχή για να ενισχύσουν το αφήγημά τους: «Ο λαός μίλησε».
Έτσι, μέσα σε αυτή την κατάσταση, φαίνεται πώς ένας μεγάλος αριθμός πολιτών δεν εκφράζεται από τα υπάρχοντα κοινοβουλευτικά κόμματα.
Η διαμαρτυρία για τα Τέμπη, που εξακολουθεί να φέρνει στον δρόμο κόσμο, δείχνει πως οι πολίτες συσπειρώνονται όταν απαιτούν θεμελιώδη ζητήματα: ασφάλεια, δικαιοσύνη, σεβασμό στη ζωή. Κανένα κόμμα δεν θα μπορούσε να καταφέρει τέτοια κινητοποίηση αυτή τη στιγμή στην ελληνική κοινωνία.
Είναι κρίσιμο να θυμόμαστε ότι η πολιτική δεν ταυτίζεται με τους κομματικούς μηχανισμούς. Διάφορα ιστορικά παραδείγματα, από τις αρχαίες συλλογικές συνελεύσεις μέχρι τις νεότερες κοινότητες αυτοδιαχείρισης, επιβεβαιώνουν ότι υπάρχει και άλλος δρόμος πολιτικής οργάνωσης. Αυτός ο δρόμος αναδεικνύεται όταν οι πολίτες συνειδητοποιούν τη δύναμή τους πέρα από τις «κομματικές παρωπίδες».
Η ιδέα της αυτοοργάνωσης απαντά σε αυτή την έλλειψη εκπροσώπησης, καθώς οι πολίτες, μέσα από συλλογικές δράσεις και πρωτοβουλίες, διεκδικούν τα δικαιώματά τους πιο αποτελεσματικά.
Οι διαδηλώσεις και οι συγκεντρώσεις που γίνονται μετά την τραγωδία στα Τέμπη επιβεβαιώνουν ότι μια «κρίσιμη μάζα» πολιτών δεν μένει πια αμέτοχη. Αντίθετα, δείχνει πως υπάρχει αφετηρία για ουσιαστική πολιτική δράση, όταν η ανθρώπινη ζωή τίθεται πάνω από οικονομικές και κομματικές σκοπιμότητες.
Τι φοβούνται περισσότερο;
Σε όλη την παγκόσμια ιστορία —από τις πρώτες κοινότητες ως τα σημερινά συμμετοχικά εγχειρήματα— η άμεση δημοκρατία παραμένει η πιο ριζοσπαστική μορφή συμμετοχής των πολιτών. Όπου οι άνθρωποι αποφασίζουν συλλογικά, χωρίς «διαμεσολαβητές», η εξουσία, που λειτουργεί κάθετα, νιώθει απειλή.
Η εικόνα χιλιάδων πολιτών στον δρόμο, που διεκδικούν δικαιοσύνη και λογοδοσία για τα Τέμπη, επιβεβαιώνει αυτή την αλήθεια. Δεν περιορίζονται σε ένα παραδοσιακό κομματικό πλαίσιο, αλλά συγκροτούν ένα μέτωπο που απαιτεί άμεση δημοκρατία στην πράξη —δηλαδή να μην μένουμε θεατές, αλλά να συμμετέχουμε ενεργά στην επίλυση των κοινών μας προβλημάτων.
Το έγκλημα στα Τέμπη υπογραμμίζει την ανάγκη να υπερβούμε την απλή κομματική λογική και να διεκδικήσουμε καθημερινή συμμετοχή στη διακυβέρνηση της χώρας. Μας θυμίζει πως είμαστε περισσότεροι απ’ ό,τι δείχνουν τα εκλογικά ποσοστά και ότι μπορούμε να συναντιόμαστε στον δρόμο, στις πλατείες, στους χώρους εργασίας και εκπαίδευσης, για να απαιτούμε όσα δικαιωματικά μας ανήκουν.
Η δημοκρατία δεν «χαρίζεται» από πάνω. Αναδύεται όπου οι πολίτες επιμένουν να την εφαρμόζουν. Οι κινητοποιήσεις, με αφορμή την τραγωδία, καθιστούν ολοφάνερο ότι η κοινωνία δεν εφησυχάζει. Γι’ αυτό και κάθε εξουσία φοβάται την άμεση δημοκρατία: γιατί οι πολίτες, όταν αυτοοργανώνονται, παύουν να αποδέχονται ως δεδομένη την κυριαρχία κάθε «ηγέτη» ή κόμματος και διαμορφώνουν οι ίδιοι τη μοίρα τους.