Των Bruno Cava και Giuseppe Cocco*. Πρώτη δημοσίευση στην ουκρανική επιθεώρηση Commons.com.ua
Ακούγοντας έναν στίχο του Ευριπίδη να λέει, «όταν πεθάνω, ας καούν όλα», αντέδρασε ο Νέρωνας, «είθε όλα να καούν μαζί μου ζωντανά! [1]» Ήταν ευκολότερο για τον Νέρωνα να φανταστεί το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του εαυτού του. Αντιμέτωποι με τον πόλεμο υψηλής έντασης που εξαπέλυσε ο Ρώσος δικτάτορας εναντίον όλων των ουκρανικών πόλεων, είναι ευκολότερο για τη δυτική Αριστερά –εκτός από σπάνιες και θαρραλέες εξαιρέσεις– να φανταστεί το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του Πούτιν.
Οι αριστεροί επικριτές του ρωσικού πολέμου κατά της Ουκρανίας μπορούν να χωριστούν σε 3 μεγάλες ομάδες: εκείνους που νομιμοποιούν τη ρωσική επιθετικότητα, εκείνους που υπερασπίζονται την ειρήνη και τέλος εκείνους που ακολουθούν κατά γράμμα το εγχειρίδιο του ρεαλισμού [ρεαλ-πολιτίκ] στις διεθνείς σχέσεις.
Η Αριστερά που υπερασπίζεται τον ρωσικό νεοαποικιακό πόλεμο [2] δεν διστάζει να κινητοποιήσει αντιιμπεριαλιστικά επιχειρήματα για να εξηγήσει τον χειρότερο ιμπεριαλιστικό πόλεμο που βρίσκεται σε εξέλιξη. Λένε: οι προηγούμενες αμερικανικές επεμβάσεις θα μπορούσαν να δικαιολογούσαν τη σημερινή ρωσική επέμβαση. Έπειτα, υπάρχουν οι διαφορετικές αποχρώσεις του «ειρηνισμού» που αντιτίθενται στην αποστολή όπλων στην Ουκρανία. Στη δεκαετία του 1980, οι ειρηνιστές υποστήριζαν τον αφοπλισμό των δικών τους εθνών-κρατών. Τώρα, απαιτούν από άλλους να αφοπλιστούν, ακόμη και από τα κράτη που βρίσκονται υπό την εισβολή και τον τρόμο ισχυρότερων κρατών. Τρίτον, υπάρχει μια απίστευτη μετατόπιση ενός τμήματος της Αριστεράς στον γεωπολιτικό ρεαλισμό. Λένε: η δυτική υποστήριξη θα έπρεπε να αποφευχθεί επειδή η Ουκρανία θα επιτάχυνε μια αντιπαράθεση μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων· δηλαδή, η υποστήριξη εκείνων που αντιστέκονται στη ρωσική εισβολή σημαίνει υποστήριξη της Αποκάλυψης.
Το κοινό στοιχείο μεταξύ των 3 αυτών ομάδων του δυτικού αριστερισμού είναι η εστίαση της κριτικής τους κατά της αντίστασης της Ουκρανίας –η οποία ανάγεται σε ένα μη υποκείμενο ή θεματοφύλακα αποικιακών προκαταλήψεων, καθώς τη μετατρέπουν σε μια σιωπηλή «μικρή δημοκρατία» στον προθάλαμο της Ιστορίας [3]– και η διακριτική ευλογία της ρωσικής επιθετικότητας στο όνομα του οντολογικού αντιαμερικανισμού και του φόβου – συνήθως ένα μείγμα και των δύο σε διαφορετικές αναλογίες.
Στο πεδίο της αντιιμπεριαλιστικής σαλάτας, διακηρύχθηκε ακόμη και η νεο-λενινιστική εναλλακτική λύση μεταξύ «πολέμου και επανάστασης» [4]. Μια περίεργη όμως επανάσταση που συντάσσεται με το ρωσικό νεοαποικιακό αφήγημα και απορρίπτει τον ουκρανικό κύκλο αγώνων και εξεγέρσεων των τελευταίων δεκαετιών – για παράδειγμα, την εξέγερση του Μαϊντάν το 2013-’14. Στην προσπάθεια να αντιστραφεί η λογική και να τοποθετηθεί η Ρωσία ως το μικρότερο κακό σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Λατινική Αμερική ή ο Παγκόσμιος Νότος ρίχνονται αυθαίρετα στο μείγμα. Για αυτούς, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πράγματι το μεγαλύτερο κακό σε σύγκριση με τη Ρωσία. Ωστόσο, τίποτα από αυτά δεν εξηγεί γιατί η Ρωσία θα ήταν μικρότερο κακό από τη Δύση για τους Ουκρανούς, οι οποίοι είναι τα θύματα και το κύριο σώμα αντίστασης σε αυτή την ένοπλη σύγκρουση.
Μετά τα ρεύματα άρνησης της πανδημίας, τώρα γινόμαστε μάρτυρες του αρνητισμού των αντι-Ουκρανών ειρηνιστών: Μόνο η ουκρανική αντίσταση και οι πληθυσμοί πρέπει να υποστούν τις «οικονομικές συνέπειες της ειρήνης», αντιστρέφοντας την περίφημη κεϋνσιανή φόρμουλα. Πώς μπορεί όμως να ξεχάσει κανείς ότι μία από τις αιτίες αυτού του πολέμου είναι ότι οι Ουκρανοί αφοπλίστηκαν, έχοντας παραδώσει το πυρηνικό τους οπλοστάσιο αμέσως μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, μιας ένωσης στην οποία ως μία από τις δημοκρατίες συμμετείχαν όπως και η Ρωσία; Έπειτα, έχουμε το φαινόμενο εκείνων που, σκοντάφτοντας στο βραχώδες μονοπάτι προς τη Δαμασκό, προσηλυτίστηκαν στην υπεροχή των ρεαλιστικών θεωριών όπως αυτής του J. Mearsheimer [5], εγκαταλείποντας έτσι την πολιτική θρησκεία των αγώνων ενός λαού για ελευθερία και δημοκρατία, όπως ο Μακιαβέλι των μικρών ιταλικών δημοκρατιών [6].
Η μακιαβελική υπεράσπιση του ένοπλου λαού, του οποίου η ελευθερία του συνίσταται μέσω της αυτενέργειας μεταξύ του πλήθους και του πρίγκιπα, γίνεται η νέα χομπεσιανή συγγνώμη του φόβου στην υπηρεσία της ειρήνης υποτάσσοντας τους Ουκρανούς. Τέτοια ειρήνη είναι στην πραγματικότητα το μυστηριώδες όνομα της κανονικοποίησης του πολέμου. Αυτή η υποτιθέμενη πολυπλοκότητα κρύβει μια απλή συναισθηματική πραγματικότητα: το πάθος για την εξουσία του Κράτους [7] που εκπροσωπείται από το καθεστώς του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε από το New Left Review, ο Antonio Negri και ο Nicolas Guilhot [8] έγραψαν ότι τίποτε δεν θα ήταν πιο επικίνδυνο από το να συγχέουμε έναν πόλεμο διά αντιπροσώπων μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων με μια ασύμμετρη σύγκρουση εναντίον ενός «κράτους-τρομοκράτη» στο όνομα «υψηλών ιδανικών» όπως η «δημοκρατία» ή τα «ανθρώπινα δικαιώματα». Από την αρχή, οι Negri και Guilhot μετέτρεψαν τα γεγονότα σε ένα σύννεφο σύγχυσης.
Η συμπεριφορά του ρωσικού κράτους είναι πραγματικά συμπεριφορά ενός τρομοκρατικού κράτους: σε ουκρανικές περιοχές, υπό κατοχή ή όχι, βομβαρδίζουν, βασανίζουν και σκοτώνουν κατά την κρίση τους· σε διεθνές επίπεδο, μετατρέπουν τα σιτηρά, το φυσικό αέριο, ακόμη και τους πρόσφυγες σε όπλα — μια τρομοκρατική συμπεριφορά υπό γενοκτονικό λόγο [9]. Με βάση τον ρεβιζιονισμό του επικεφαλής ιστορικού του Κρεμλίνου, ο διακηρυγμένος στόχος του Πούτιν είναι να αρνηθεί στην Ουκρανία το δικαίωμα να υπάρχει και στους κατοίκους της να είναι Ουκρανοί και να υπάρχουν ως Ουκρανοί πολίτες, δηλαδή, απελευθερωμένοι από την πρώην ιστορική μητρόπολή τους. Το σύνθημα της αποναζιστικοποίησης δεν έχει άλλον σκοπό πέρα από το να εκκαθαρίσει τους εν λόγω πολυπολιτισμικούς και πολύγλωσσους πληθυσμούς από οποιοδήποτε ουκρανικό εθνοτικό και γλωσσικό στοιχείο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι κατακτητές απελαύνουν χιλιάδες παιδιά της Ουκρανίας: για να τα εκρωσίσουν.
Τέλος, η σύγκρουση είναι πράγματι ασύμμετρη, καθώς λαμβάνει χώρα μεταξύ ενός πυρηνικοποιημένου στρατιωτικού κράτους και του πιο πρόσφατου ουκρανικού κράτους, του οποίου η ικανότητα να αντεπιτίθεται είναι περιορισμένη και όχι ισοδύναμη σε μέσα και μεθόδους, καθώς οι πόροι και τα όπλα τους υπολείπονταν από ό,τι ήταν απαραίτητο για την αυτοάμυνα.
Οι Negri και Guilhot επιβεβαιώνουν την πουτινική προπαγάνδα που παρουσιάζει έναν πόλεμο μεταξύ της Ρωσίας και της «Συλλογικής Δύσης». Όπως αποδεικνύεται, σε οκτώ μήνες πολέμου [ως τον Νοέμβρη του ’22], περίπου 50.000 έως 70.000 Ρώσοι στρατιώτες και παραστρατιωτικοί σκοτώθηκαν στη μάχη, πολλοί από τους οποίους προέρχονταν από τις εθνοτικές μειονότητες της πρώην ρωσικής αυτοκρατορίας, ενώ το ΝΑΤΟ δεν έχασε ούτε έναν μαχητή. Κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών του πολέμου, οι Ουκρανοί είχαν μόνο περιορισμένη αμυντική στρατιωτική βοήθεια και επέζησαν από την κατά μέτωπο επίθεση με τον καλύτερο τρόπο που μπορούσαν. Για άλλη μια φορά, η μακιαβελική virtù [αρετή] μπέρδεψε τους υπολογισμούς των ρεαλιστών και των ψευδο-γεωπολιτικών όλων των χωρών. Οι Ουκρανοί μπλόκαραν την αρχική εισβολή και κέρδισαν τη μάχη του Κιέβου παρά την ασυμμετρία και την έλλειψη υποστήριξης αντάξιας του ΝΑΤΟ. Η αντίσταση στην Ουκρανία ήταν και εξακολουθεί να είναι μια λαϊκή αντίσταση [10]: ένας λαϊκός πόλεμος εναντίον ενός στρατού κατοχής, όπως στο Βιετνάμ (δεκαετίες 1950-’70) ή στο Αφγανιστάν (1979), που επίσης νίκησαν πυρηνικές δυνάμεις.
Η αντανάκλαση της νεοαποικιακής πουτινικής προπαγάνδας και το κρυφτό πίσω από μια ανύπαρκτη Λατινική Αμερική ή έναν συναισθηματικά και πολιτισμικά σχετικιστικό Παγκόσμιο Νότο [11] βαθαίνει μόνο την ηθική και πολιτική καταστροφή στην οποία έχουν εκπέσει οι αριστεροί του Πούτιν – ένα πλειοψηφικό κομμάτι της Αριστεράς που παρότι σκέφτεται την παγκοσμιοποίηση, το κάνει με μια διακριτική γοητεία του αντιιμπεριαλισμού και των θεωριών του παγκόσμιου συστήματος.
Όπως είπε ο Ετιέν Μπαλιμπάρ [12], πρέπει να είμαστε στο πλευρό του δίκαιου πολέμου που διεξάγουν οι Ουκρανοί. Τελικά, ο ρεαλισμός δεν είναι ρεαλιστικός καθώς δεν μπορεί να συλλάβει το έδαφος του απρόβλεπτου που αποκαλύπτει η αντίσταση. Η εκπληκτική συλλογική χειρονομία της ουκρανικής αντίστασης άνοιξε ξανά το θέατρο της παγκοσμιοποίησης πέρα από τη διαμάχη μεταξύ γεωπολιτικών μπλοκ και συσχετισμών δυνάμεων, ακόμη κι αν έσπασε μόνο ένα μικρό χάσμα ή προκάλεσε μια μικρή απόκλιση της τάσης αυτής. Ήταν όμως μια ποιοτική απόκλιση, μια κλίση. Οι εισβολείς δεν το περίμεναν αυτό, ούτε οι περισσότεροι από τους Ουκρανούς συμμάχους, οι οποίοι μόνο μετά από αυτή την επιτυχημένη αρχική άμυνα άρχισαν να αυξάνουν τη στρατιωτική βοήθεια, διατηρώντας ταυτόχρονα πολλούς περιορισμούς στα μέσα και στην επιλογή στόχων.
Στην πραγματικότητα, οι Negri και Guilhot δεν φοβούνται κάποια επικίνδυνη σύγχυση. Αυτό που πραγματικά φοβούνται είναι οι επικίνδυνες αλήθειες. Δεδομένου ότι η ανάλυσή τους επιλέγει να μην διατηρεί τις εντάσεις που είναι αυτονόητες στη συγκεκριμένη κατάσταση, χρειάζονται να περιβάλλουν τον εαυτό τους με αμυντικούς μηχανισμούς, όπως το να μιλούν στο όνομα της παγκόσμιας ειρήνης και της σωτηρίας της ανθρωπότητας απέναντι στον πυρηνικό τρόμο (τον οποίο επικαλείται μόνο η πλευρά του Πούτιν ως ψυχολογικό πόλεμο). Τους φοβίζει περισσότερο ο αποτελεσματικός αγώνας εκείνων που αγωνίζονται για τη ζωή, την ανεξαρτησία και την αξιοπρέπεια από όσο ο θρίαμβος του ανυπόφορου. Δεν φαίνεται να φοβούνται τη νίκη του Πούτιν και το τι αυτή σημαίνει για τους Ουκρανούς και τους άλλους ανατολικοευρωπαίους. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο αισχρό από αυτό.[…]
* Ο Giuseppe Cocco είναι τακτικός καθηγητής στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του Ρίο ντε Τζανέιρο, συμμετέχει στο Nomade University Network / Βραζιλία, είναι συντάκτης των περιοδικών Multitudes (Παρίσι), Lugar Comum (Labtec/Rio de Janeiro). Έχει συγγράψει με τον Bruno Cava το βιβλίο New Neoliberalism and the Other (2018) και με τον Antonio Negri το βιβλίο GlobAL: biopotere e lotte in un’America Latina Globalizzata (2006).
* Ο Bruno Cava συμμετέχει στη κολεκτίβα UniNomade (uninomade.net) από το 2005, έγραψε το “A multidão foi ao desert” (Annablume, 2013, στη συνέχεια μεταφράστηκε στα ισπανικά το 2015 και δημοσιεύτηκε στο Μπουένος Άιρες από την Quadrata ed.) σχετικά με την εξέγερση του Ιουνίου 2013 στη Βραζιλία. Μετέφρασε το 2016 το βιβλίο του Toni Negri, Ο Μαρξ πέρα από τον Μαρξ, από τα ιταλικά στα πορτογαλικά. Είναι συνεκδότης του περιοδικού Lugar Comum (LabTec/UFRJ).
Υποσημειώσεις:
[1] Suetonius Tranquilius, The lives of twelve Ceasars. Book 6: XXXVIII – The Great Fire of Rome. 120 AD.
[2] Yaroslav Trofimov, Russia’s long disdain for ukrainian nationhood. The Wall Street Journal, Apr 28, 2022. Taras Bilous, Self-determination and the war in Ukraine. Dissent, May 4, 2022. Taras Bilous, The war in Ukraine and the Global South, The commons.ua, March 13, 2022.
[3] Ένας τρόπος για να χρησιμεύσει ως συμπληρωματικό νήμα στην πολεμική προπαγάνδα της πλευράς των εισβολέων είναι να υποβιβάσει κανείς τους εισβολείς σε μια μικρή λεπτομέρεια, που εξετάζεται σε υποσημειώσεις στο Grand Scheme of Things. Ένα παράδειγμα αυτού για το οποίο μιλάμε: Toni Negri e Sandro Mezzadra. Join the Global Fight against the Regime of War. Transl. Geert Lovik. Network cultures, Aug 9, 2022.
[4] Ο Maurizio Lazzarato στο τελευταίο του βιβλίο στα ιταλικά γύρω από τον ρωσικό πόλεμο στην Ουκρανία – Guerra o rivoluzione; perchè la pace non è una alternativa, DeriveApprodi: Roma, 2022 – είναι ένα επίσημο κάλεσμα ενάντια στο pensiero debole μόνο για να βυθιστεί σε αδύναμες αφαιρέσεις και διαλείπουσες αθροίσεις χωρίς καμία κατανόηση της πραγματικότητας των δυνάμεων που εμπλέκονται στην εισβολή και της αντίστασης σε αυτήν.
[5] Το ειρηνιστικό παστίτσιο αναμειγνύει τον ρεαλισμό των μεγάλων δυνάμεων με τον υλισμό της ντετερμινιστικής αφαιρετικότητας, δύο ασύνθετες προοπτικές ή μεθοδολογίες.
[6] Niccolò Machiavelli, Discorsi sopra la prima Deca di Tito Livio, 1532.
[7] «Πρέπει να πούμε ότι οι Γάλλοι κομμουνιστές είχαν έναν καλό δάσκαλο: τον Στάλιν. Ο Στάλιν είναι πράγματι αυτός που επανέφερε την έννοια των “προηγμένων” και “καθυστερημένων” λαών στη σοσιαλιστική σκέψη. Κι αφού μιλά για το καθήκον ενός προηγμένου λαού (στην προκειμένη περίπτωση, των Μεγάλων Ρώσων) να βοηθήσει τους λαούς που βρίσκονται πιο πίσω να καλύψουν τη διαφορά και να ξεπεράσουν την καθυστέρησή τους, δεν γνωρίζω ο αποικιοκρατικός πατερναλισμός να διακηρύσσει οποιαδήποτε άλλη πρόθεση». Aimé Césaire, Letter to Maurice Thorez. Oct 1956.
[8] Toni Negri and Nicolas Guilhot, New Reality?, Aug 19, 2022. Ο Guilhot είναι ο μεταφραστής στα γαλλικά του δεύτερου βιβλίου των Negri & Hardt της τριλογίας της Αυτοκρατορίας, με τίτλο Multitude: War and Democracy in the Age of Empire, Penguin: 2004. Και οι δύο συγγραφείς του άρθρου φαίνεται να έχουν παρακάμψει το αρχικό κεφάλαιο για τον Simplicius Simplicissimus (σελ. 3), από το πικαριστικό μυθιστόρημα του 1668 του Hans Grimmelshausen.
[9] Όταν ο πόλεμος τελειώσει και οι διεθνείς έρευνες διεξαχθούν κανονικά (για παράδειγμα, σχετικά με τις διάφορες σφαγές όπως στη Bucha), μπορεί να γίνει μια συζήτηση σχετικά με τον γενοκτονικό χαρακτήρα της εισβολής. Το ότι ο λόγος των εισβολέων είναι γενοκτονικός είναι αναμφισβήτητο.
[10] Mehri Druckman, Generation UA: Young Ukrainians are driving the resistance to Russia’s war, Atlantic Council, Aug 11, 2022. David Patrikarakos, Inside the Ukrainian resistance, Unherd, Jul 9, 2022.
[11] Ο Edward P. Thompson επέκρινε τον τρόπο με τον οποίο οι αριστεροί της Δύσης επικαλέστηκαν αφηρημένα την ιδέα του Τρίτου Κόσμου αρνούμενοι να δουν οποιαδήποτε εποικοδομητική πλευρά στους αγώνες στην Ανατολική Ευρώπη εναντίον της ΕΣΣΔ και των δορυφορικών καθεστώτων (οι αγώνες θα ήταν μόνο «ενάντια» σε κάτι). Για εκείνους, η διέξοδος από τον ψυχροπολεμικό διπολισμό θα ήταν πάντα αλλού, ποτέ στο πλευρό εκείνων που επαναστάτησαν μέσα στον πραγματικό σοσιαλισμό με δημιουργικό τρόπο. The ends of Cold War. New Left Review n. 182, Aug 1990.
[12] Étienne Balibar, In the War: Nationalism, Imperialism, Cosmopolitics, The Commons.ua, Jun 29, 2022.