Κείμενο: Δεληγιάννης Κωνσταντίνος, προπτυχιακός φοιτητής Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, ΕΑΠ
Με αφορμή τις πρόσφατες κινητοποιήσεις στην Κένυα, όπου μεγάλες ομάδες νεαρών ανθρώπων αυτοοργανώνονται και αντιδρούν στην επιβολή των οικονομικών μέτρων της κυβέρνησης, γεννάται το ερώτημα ποια μπορεί να είναι η αιτία που οι κοινωνίες, στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας τους, ζουν υπό συνθήκες αδράνειας. Ειδικότερα, οι περίοδοι που οι μάζες αυτενεργούν, συμμετέχοντας στη διαμόρφωση της ζωής τους, φαίνεται ότι είναι λίγες και αποτελούν, συνήθως, εκρηκτικές στιγμές ή, στην καλύτερη περίπτωση, αποτελούν βραχύβιες χρονικές περίοδοι στην ανθρώπινη ιστορία.
Τι είναι αυτό, όμως, που ωθεί τις κοινωνίες να αποσύρονται από το προσκήνιο της ιστορίας και να αναζητούν έναν μεγάλο «Αφέντη», ο οποίος αναλαμβάνει τον ρόλο του παντεπόπτη/ηγεμόνα που ορίζει τη ζωή τους;
Αν υπάρχει μια λογική εξήγηση, ίσως θα μπορούσε να αναζητηθεί στο γεγονός ότι το ανθρώπινο ον, από τη στιγμή της γέννησής του έως και την ενηλικίωσή του, βρίσκεται πάντα υπό τη φροντίδα των γονιών του. Αυτό το γονεϊκό βλέμμα, αυτή η μόνιμη εποπτεία, δημιουργεί ένα έντονο ψυχολογικό αποτύπωμα στον ανθρώπινο ψυχισμό, δημιουργώντας μια συνήθεια από την οποία ο ενήλικος άνθρωπος δυσκολεύεται να εξέλθει. Αυτή η ψυχολογική έξη φαίνεται να είναι τόσο ισχυρή που εγκλωβίζει τις ανθρώπινες κοινωνίες σε απόλυτη ετερόνομη σχέση με τον ίδιο τους τον εαυτό.
Αυτό το ψυχολογικό ρίζωμα μετατρέπεται σε αναπόφευκτη ανάγκη, καθιστώντας την εξωτερική μορφή καθοδήγησης σε αναπόφευκτη πλάνη. Οι άνθρωποι εγκιβωτίζονται μέσα στην ίδια τους τη δημιουργία, αδυνατώντας να αντιληφθούν ότι ο βίος τους είναι αποτέλεσμα των δικών τους πράξεων. Αυτός ο έγκλειστός βίος αποτρέπει τους ανθρώπους από μια δραστήρια και εξωστρεφή ζωή, επιμένοντας στην αναζήτηση μιας γονεϊκής φιγούρας που νοηματοδοτεί τις κοινωνίες τους.
Αυτός ο κοινωνικός εγκιβωτισμός μετουσιώνεται στην ανθρώπινη ιστορία, παίρνοντας κάθε φορά διαφορετικές μορφές. Η ηγεμονική γονεϊκή φιγούρα μεταμορφώνεται στη διάρκεια της ανθρώπινης ενήλικης ζωής και, τη θέση του γονέα αναλαμβάνει να υπηρετήσει, για παράδειγμα, η ιδέα ενός κυρίαρχου κράτους ή, η ιδέα ενός παντοδύναμου Θεού ή, η ιδέα μίας πολιτικής/θρησκευτικής/φιλοσοφικής ιδεολογίας. Στον αντίποδα, οι στιγμές αυτονομίας είναι σπάνιες και, αποτελούν εξαιρέσεις στην ιστορία του ανθρώπου. Είναι τόσο σπάνιες που δημιουργείται η εντύπωση πως η επιδίωξη μιας ελεύθερης και αυτόνομης κοινωνίας αποτελεί ιστορικό παράδοξο.
Αντιπροσωπευτικά παραδείγματα στα οποία μάζες αυτενεργούν, επιδιώκοντας την ελευθερία τους είναι η Γαλλική Επανάσταση και η Αθηναϊκή Δημοκρατία. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις η περίοδος αυτονομίας δεν διατηρήθηκε μακροπρόθεσμα και, τελικά, ακολούθησε, έπειτα από τις σύντομες περιόδους ελευθερίας, η ανάδυση νέων μορφών εξουσίας. Αυτά τα ιστορικά παραδείγματα φανερώνουν ότι οι περίοδοι αυτενέργειας των ανθρώπων είναι σπάνιες, μέσα στον ιστορικό κανόνα της ετερονομίας.
Εντέλει, μήπως αυτό που επιθυμεί ο άνθρωπος, σε οντολογικό επίπεδο, δεν είναι τίποτα άλλο από την επιδίωξη μιας κηδεμονίας; Μήπως αυτή η καθοδήγηση του βίου από τον εκάστοτε κηδεμόνα τού παρέχει την ψευδαίσθησης μιας ασφάλειας, παρόλο που θυσιάζει την ίδια του την ελευθερία; Αναρωτιέμαι αν η αναζήτηση μιας ελεύθερης και χειραφετημένης κοινωνίας συνιστά οντολογικό άλμα που η ανθρωπότητα δυσκολεύεται να πράξει.
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφέρω πως το παραπάνω κείμενο αποτελεί μια προσπάθεια να κατανοηθεί το φαινόμενο της ετερονομίας, όπως εκτεταμένα μελέτησε ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Προφανώς, ένα τέτοιο ζήτημα δεν μπορεί να προσεγγιστεί σε ένα τόσο μικρό κείμενο. Στην καλύτερη περίπτωση, το κείμενο δύναται να αποτελέσει έναυσμα για την αρχή ενός διαλόγου, σχετικά με τις προϋποθέσεις που οδηγούν τις κοινωνίες στην ετερονομία.
Η διαύγαση των όρων που ορίζουν μια ετερόνομη κοινωνία παραμένει ένα διαρκές πολιτικό αίτημα και, πιθανόν, η υπέρβαση των βαθιά θεμελιωμένων ψυχολογικών μηχανισμών που κατευθύνουν τις κοινωνίες στην πολιτική εθελοδουλεία να βοηθήσει στη δημιουργία ενός αυτόνομου και δημοκρατικού κινήματος.