Γράφει ο Δημήτρης Τσεκούρας
Αυτοί. Δακτυλοδεικτούμενοι προς αποφυγή πλέον.
Αυτοί. Ναι, αυτοί.
Είναι αναίσθητοι, είναι αγράμματοι, είναι ξετσίπωτοι, είναι σεσημασμένοι δολοφόνοι Λέξεων, είναι αχαλίνωτα οπισθοδρομικοί, είναι σκυλευτές ζωντανών, είναι όντα υποδεέστερα του ανθρώπινου είδους, είναι όντα που, κατά μία έννοια, ίσως να μην τους αξίζει το Φαινόμενο της ανθρώπινης Ζωής και ό,τι αυτό μπορεί να Αποκαλύψει, εφόσον ό,τι είναι να Φανεί από το Φαινόμενο της ανθρώπινης Ζωής Φαίνεται –οριστικά και αμετάκλητα- μόνο μέσω του Λόγου και των μορφών Αναπαράστασης του Λόγου, όπως το Θέατρο, ας πούμε, ή ο Κινηματογράφος ή η Ζωγραφική. Αλλά αυτοί, είναι τόσο γελοία πρωτόγονοι που μισούν τον Λόγο ή –πράγμα ακόμη χειρότερο: Θαρρούν ότι ο Λόγος έχει παραμείνει αμετακίνητος και απότιστος στην αρχική του ρίζα, η οποία, ως γνωστόν, είναι η Κραυγή.
Κι ως εδώ, ας πούμε καλώς. Σιγά, δεν έγινε και τίποτα!
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι αυτοί, εκτός από όλα τα παραπάνω, είναι επίσης βαθύτατα και ανεπιστρεπτί εξαρτημένοι τοξικομανείς από μια τοξική και απολύτως μολυσματική ουσία, από μία ουσία που ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΙΔΙΟΙ τη δημιούργησαν σε κάτι υπερπολυτελή μεν, αλλά ύπουλα εργαστήρια φτιαγμένα με φράγκα από υποκλοπές.
Πρόκειται για δίποδα που αφιέρωσαν όλη τους τη ζωή –όπως απροκάλυπτα αποδεικνύεται πλέον- στη δημιουργία μιας ουσίας που δεν επιφέρει (στη μετρημένη της εννοείται χρήση) καμία από τις δημιουργικές παραισθήσεις των γνωστών ουσιών αλλά στη δημιουργία μιας τοξικής και άκρως μολυσματικής και ΚΑΚΙΣΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΟΥΣΙΑΣ με την πρόστυχη -πλην όμως επιφανειακά άριστη- επιστημονική ονομασία: «thadeisesitithapatheispoudeneisaisantamoutramas».
Στην πιάτσα τους κυκλοφορεί με τη συνθηματική συντομογραφία «thadeisesi». Ελληνιστί και, κατά Γεώργιο Μπαμπινιώτη και Σία υποθέτω, καλύτερα γραφόμενο ως «θαδεισεσί».
Το Θαδεισεσί, λοιπόν.
Το Θαδεισεσί που λέτε δεν ανήκει στην κατηγορία των γνωστών και παράνομων εκείνων ουσιών που –ως επί το πλείστον- τη σνιφάρουν άνθρωποι ματαιωμένοι, δυστυχισμένοι, αδύναμοι, μόνοι, Καλλιτέχνες, παρίες ή αθεράπευτα Ρομαντικοί.
Όχι.
Το Θαδεισεσί το σνιφάρουν, και δη σε καθημερινή βάση, κάτι πολύ υψηλά ιστάμενοι –ίσως οι πλέον υψηλά ιστάμενοι- στην βλακωδώς εννοούμενη, βέβαια, μορφή της λεγόμενης κοινωνικής ιεραρχίας. Κι εκτός από αυτούς, εννοείται ότι τη σνιφάρουν και όλοι οι παρεμφερούς ήθους παρατρεχάμενοί τους. Ήτοι: τα προσωπικά τους τσόλια.
Α! Και διοργανώνουν και πάρτι εννοείται. Μαζεύονται και σνιφάρουν το Θαδεισεσί τους όχι με καλαμάκι αλλά με τυλιγμένα κλεμμένα μοβ χαρτονομίσματα.
Η δράση του Θαδεισεσί είναι ακαριαία.
Και επειδή, ως γνωστόν, η χρήση κάθε ναρκωτικού έχει και τα δικά της χαρακτηριστικά συμπτώματα, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το Θαδεισεσί. Ας παραθέσουμε, λοιπόν, τα πλέον αντιπροσωπευτικά αυτού: Το πρώτο, ακαριαίο σύμπτωμά του –σε σχέση με την εξωτερική εμφάνιση του χρήστη- είναι ΕΝΑ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΟ ΓΟΥΡΛΩΜΑ ΤΩΝ ΜΑΤΙΩΝ. Το δεύτερο, που επέρχεται σιγά σιγά αλλά με αμείωτο και διαρκώς αυξανόμενο ρυθμό, είναι μία ΕΚΚΡΙΣΗ ΚΑΚΙΑΣ. Μιας ανεξέλεγκτης κακίας. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να εξηγηθεί αυτή η κακία και η χωρίς προσχήματα εκδηλούμενη εχθρότητα από όλους τους χρήστες του Θαδεισεσί προς οποιονδήποτε έχει αφιερώσει –ΣΕ ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΝΤΙΔΙΑΣΤΟΛΗ ΜΕ ΑΥΤΟΥΣ- τη Ζωή του στον Λόγο και στις πολύτιμες παραφυάδες της Αναπαράστασης και της Διαιώνισής Του;
Κι όσο σνιφάρουν αυτό το εντελώς του πεταματού ναρκωτικό τους, κι όσο τα μάτια τους γουρλώνουν όλο και περισσότερο, κι όσο η κακία τους θεριεύει, τραγουδάνε κιόλας, όλοι μαζί, με τις σκατοφωνές τους. Αυτό που πρέπει να παραδεχθούμε, πάντως, είναι ότι τον τελευταίο καιρό –σχεδόν μέρα παρά μέρα- βγάζουν και καινούργιο σουξέ! Πώς το καταφέρνουν, βρε παιδί μου; Ποιος ξέρει; Κάποια παρενέργεια του Θαδεισεσί μάλλον. Το τελευταίο τους, μάλιστα, πάει κάπως έτσι:
Μωρέ θα δεις εσύ
Θα δεις εσύ
Που μου θέλεις και πτυχία ηθοποιίας
Έλα πάρε μου μια πίπα
Έλα πάρε μου μια πίπα
Και σε βάζω και σε λίστα αριστείας…
Και δώσ’ του τα χάχανα, και δώσ’ του κι άλλη μια μυτιά από το Θαδεισεσί, κι ακόμη μία, κι ακόμη μία… Ε τι διάολο; Πρέπει να σνιφάρουμε κι άλλο. Κι άλλο. Κι άλλο. Τόσα σουξέ έχουμε να γράψουμε ακόμα…
Μωρέ δεν πα να σνιφάρετε όσο θέλετε και να γράψετε όσα σουξέ θέλετε ακόμα. Ε! Ψιτ! Όλο και κάποιος Μάνος Χατζιδάκις, ξέρετε, θα εμφανιστεί κάπου, κάπως, κάποτε, ξανά. Εάν, ασφαλώς, δεν έχει ήδη εμφανιστεί και απλά βαριέται προς το παρόν να σηκωθεί και να σας πει–σπρώχνοντάς σας κλοτσηδόν, ταυτόχρονα, στον καιάδα της Τέχνης- ότι αυτά τα σουξέ που γράφετε καλό είναι να πάτε και να τα βάλετε στον κώλο σας. Και, επειδή είναι και πολλά τα σουξέ που γράφετε, αγοράστε και κάνα Durex Gel για να τα χώσετε πιο εύκολα, κι όλα μαζί, στον κώλο σας.
Άσε που δεν γράφετε καν σουξέ.
Διότι τα πραγματικά σουξέ –ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΟΥΞΕ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΝΤΟΤΙΝΟ ΣΟΥΞΕ- γράφονται όταν ο Άνθρωπος είναι επηρεασμένος από άλλες Ουσίες. Από κάτι Ουσίες που το πρωτόγονο, το κακιασμένο και το καμένο από το Θαδεισεσί μυαλουδάκι σας ούτε που μπορεί να τις διανοηθεί.