Γιώργος Ν. Οικονόμου
Κεφάλαιο από το τελευταίο βιβλίο ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝΤΑΣ ΞΑΝΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, εκδ. Athens School, Αθήνα 2021
Ο όρος «κοινοτισμός έχει χρησιμοποιηθεί στον Μεσοπόλεμο από «κοινοτιστές» ελληνοκεντρικούς και εθνικιστές, όπως ο Κώστας Καραβίδας, ο Ίων Δραγούμης, ο Περικλής Γιαννόπουλος και σήμερα από βυζαντινόφιλους, νεο-ορθόδοξους εθνικιστές, όπως ο θεολόγος Χρ. Γιανναράς και άλλοι νεώτεροι που τον ακολουθούν. Τα προβλήματα στη θεωρία του «κοινοτισμού» αρχίζουν με τους πρώτους «κοινοτιστές» που έχουν διάφορες εμμονές, εκλογικεύσεις, φυλετικά και εθνικιστικά ιδεολογήματα, εννοιολογικές και ιστορικές ανακρίβειες, αρκετές εκ των οποίων συνεχίζονται και στους νεώτερους. Ο Κώστας Καραβίδας λ.χ. προβαίνει σε μεγάλες διαστρεβλώσεις και σε ελληνοκεντρικά παραληρήματα, όπως όταν θεωρεί τον «κοινοτισμό ως το κύριον στοιχείον του ειδικής μορφής αρχαίου ελληνικού πολιτισμού»(!), που «επεκράτησεν, ως τάσις τουλάχιστον, εις όλον τον τότε γνωστόν κόσμον»! Και συνεχίζει απτόητος: «Τα θέατρα και τα στάδια και τα γυμναστήρια και τα ελληνιστικά ήθη και έθιμα και εν μια λέξει όλο το πλήθος των πόλεων που εστόλισαν την Ασίαν ολόκληρον μετά τον Αλέξανδρον δεν ήσαν έργα του κοινοτικού πνεύματος;»![1] Με άλλα λόγια, κατά τον Καραβίδα, ο Αλέξανδρος και οι ελληνιστικοί μονάρχες εμφορούνταν από το κοινοτικό πνεύμα! Αυτές τις ανακρίβειες κληρονομούν αδιαμαρτύρητα και οι μετέπειτα «κοινοτιστές».
Επίσης ο Καραβίδας γράφει παραδόξως πως στην Αγγλία «Ο ίδιος ο θρόνος λειτουργεί κοινοτικά και η μοναρχία, όπως γενικώτερα η κεντρική εξουσία του κράτους, δεν είναι αντίθετη προς την κοινοτική εξουσία». Γράφει επίσης για την δραστηριότητα «του κοινοτικού λαού των βρετανικών νήσων», όμως δεν στηρίζει με ουσιαστικά επιχειρήματα την άποψή του.[2] Ο Ίων Δραγούμης από την πλευρά του αποφαίνεται ότι «Η φυσιολογική μορφή, ο φυσιολογικός σχηματισμός της ελληνικής φυλής είναι ο κοινοτισμός», ενώ ο εξ ολοκλήρου παραληρηματικός Γιαννόπουλος θεωρεί ότι η «κοινότης είναι εθνικόν κύτταρον… θεμελιώδης οργανισμός της φυλής» και ότι «ο γενικός τύπος της Κοινότητος είναι, μάλλον, ολιγαρχική Αριστοκρατία»![3] Σε αυτούς τους παραλογισμούς οδηγεί η προβληματική έννοια της «κοινότητας» εν συνδυασμώ με τον πατροπαράδοτο ελληνοκεντρισμό.
Ο Καραβίδας στηρίζεται σε ένα βιολογισμό και οργανικισμό, θεωρεί τον κοινοτισμό «δεδομένο ζωικό», «είδος βιολογικό» που θα φθάσει στο «Κοινοτικόν Κράτος» και γράφει ότι η προσπάθειά του είναι «σύνθετη βιολογική οντολογική μέθοδος σκέψεως με την ειδική γεωοικονομική εμπειρία της χώρας μας». Ορίζει την «κοινότητα» ως μια ομάδα ανθρώπων σε ένα μέρος με παραγωγική εργασία, στην οποία τα προβλήματα που ανακύπτουν πρέπει να τα λύνουν άμεσα τα ίδια τα άτομα, δηλαδή να αυτοδιοικούνται με απόλυτη εξουσία εξασφαλισμένη από τόν Νόμο.[4] Το μέγιστο ερώτημα που αναδύεται εδώ είναι: ποιος θα θέσει τον Νόμο; Ασφαλώς η κεντρική εξουσία, οπότε όλα το οικοδόμημα εξαρτάται από τις διαθέσεις της εξουσίας. Το άλλο ερώτημα είναι: γιατί η κεντρική εξουσία θα θελήσει να πράξει κατά τις επιθυμίες του Καραβίδα; Μάλλον επειδή θα πεισθεί στην αντίληψη του Καραβίδα, δηλαδή κατασκευαστικό αδιέξοδο.
Με άλλα λόγια απουσιάζει η δράση της κοινωνίας, δηλαδή η πολιτική.
Ο Καραβίδας είναι σαφής για την οικονομική υφή της «κοινότητας»: «εξήγησα ότι η τοιαύτη ολοκληρωμένη κοινότης, η κοινότης δηλαδή της παραγωγής, της βιομηχανίας και ει δυνατόν του εμπορίου ωρισμένων εκ των πρώτων υλών της χώρας μας, αποτελεί στοιχειώδη προϋπόθεσιν παντός ευρυτέρου ομαδικού σχηματισμού».[5] Επίσης είναι σαφής για τον οικονομικό χαρακτήρα του «κοινοτισμού», όταν γράφει για «τον κοινοτισμόν, θεωρούμενον ως ένα θέμα της οικονομικής και κοινωνικής μορφολογίας, θέμα που αποτελεί, όπως εγώ τουλάχιστον ισχυρίζομαι, το σοβαρώτερον πρόβλημα της οικονομικής και κοινωνικής επιστήμης εν τη χώρα μας».[6]
Είναι επίσης σαφής για τον τοπικό χαρακτήρα της «κοινότητας», δηλαδή ενδιαφέρεται για την τοπική διοίκηση, χωρίς να επεκτείνεται στην ευρύτερη θέσμιση. Χρησιμοποιεί τον όρο «οικονομικός ρεζιοναλισμός», τον οποίο θεωρεί το «κύτταρον της τοπικής Κοινότητος».[7] Ο όρος αυτό θυμίζει την οικονομική τοπικοποίηση του Λατούς, την οποία υιοθετούν οι σύγχρονοι «κοινοτιστές», όπως θα δούμε στο επόμενο κεφάλαιο.
Η προτεραιότητα που δίνουν στην παραγωγή και στην οικονομία εμποδίζει τους «κοινοτιστές» να σκεφθούν το πολιτικό πρόβλημα και να θέσουν ζήτημα πολιτικό ή πολιτειακών αλλαγών, για αλλαγή του αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος προς την δημοκρατία. Και όταν το επιχειρούν, το σύστημα που περιγράφουν δεν διαφέρει ουσιαστικώς από το αντιπροσωπευτικό πολίτευμα, είναι μία παραλλαγή του, χωρίς τον θεσμό της βασιλείας.[8] Ο Καραβίδας λ.χ. ενώ για τις υποθέσεις της «κοινότητας» δίνει στις κοινότητες απόλυτη εξουσία, γράφει πως για τα υπόλοιπα ζητήματα, τα επαρχιακά και τα γενικώτερα, δεν αποφασίζουν τα ίδια τα άτομα αυτοπροσώπως και άμεσα, αλλά μέσω αντιπροσώπων, οι οποίοι διευθύνουν υπό την ανωτάτη εποπτεία του Κράτους. Το Κράτος είναι μια αναγκαιότητα, είναι ιεραρχικό, αριστοκρατικό, και κυβερνάται από τους αρίστους.[9] Η ανώτατη πολιτική εξουσία ασκείται από ένα άτομο εκλεγόμενο με καθολική και ίση ψήφο, το οποίο «διορίζει κατ’ οικείαν κρίσιν και παύει τους Υπουργούς του»![10] Το δε νομοθετικό σώμα εκλέγεται εμμέσως βάσει ενός πολύπλοκου εκλογικού συστήματος, ενώ ένα μέρος του ορίζεται δια κλήρου. Αλλού μιλάει για «λαοκρατική αριστοκρατία» και θεωρεί ότι «η Δημοκρατία είναι πολίτευμα ιεραρχικό και απ’ αυτή την φύση του αριστοκρατικό».[11]
Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της λανθασμένης οπτικής του Καραβίδα είναι η παντελής απουσία ανάλυσης της αθηναϊκής δημοκρατίας και της άμεσης δημοκρατίας, ενώ γενικώς αναφέρεται στην αρχαία Ελλάδα.
Σε άλλο γραπτό του ο Καραβίδας αλλάζει την οργάνωση της «κοινοτικής πολιτείας». Την αντιμετωπίζει ως σύσταση τοπικών «κοινών» και σε δεύτερο επίπεδο ως μια «κοινή πολιτεία», παραθέτοντας την άποψη του Ι. Κοκκώνη: «Αι μεν τοπικαί κυβερνήσεις, συγκροτούμεναι εκ των κατά τόπους δημογερόντων και καπεταναίων και των στρατευομένων, έχουν να κυβερνώσι τα τοπικά πράγματα, η δε κοινή πολιτεία συγκροτούμενη και αύτη εκ τινων μελών των διαφόρων κοινών, έχει να συναρθρώση και να συνδέση όλα τα κοινά τούτα συνάλληλα, να συνάψη τα μερικά συμφέροντα εις εν κοινόν συμφέρον…».[12] Αλλού μιλά για θεσμούς «που είναι πανάρχαιοι εν Ελλάδι, γενικά δε γνωστοί με το όνομα ‘’κοινοτικοί’’, που έχουν τον τύπο της αληθινής αξιολογικής (προσωπικής δηλαδή και όχι κληρονομικής) αριστοκρατικής δημοκρατίας και που η άνθισίς των συνέπεσε πάντοτε με τις ισχυρότερες εκλάμψεις του πολιτισμού εις την Μεσόγειον».[13] Όπως είναι εμφανές υπάρχει μία σύγχυση στα γραφόμενα του Καραβίδα. Η σύγχυση φαίνεται και στα παραδείγματα «κοινοτήτων» που εξετάζει ο Καραβίδας, όπως η πατριά, το τσελιγκάτο, οι ληστοπειρατές και η μακεδονοσλαυϊκή κοινότητα.[14] Από όλα αυτά απουσιάζει η πολιτική. Εν πάση περιπτώσει η «κοινοτική πολιτεία» δεν έχει και πολλή σχέση με την άμεση δημοκρατία.
Μερικές δεκαετίες αργότερα ένας άλλος «κοινοτιστής», ο Νίκος Πανταζόπουλος συνδέει τις «κοινότητες» με την αντιπροσώπευση. Έγραφε: «Η κοινοτική ιδέα χαρακτηρίζεται από το φαινόμενο της διαπλάσεως ομαδικής ζωής από τη βάση –από τα κάτω– σύμφωνα με τις διαδικασίες του αντιπροσωπευτικού συστήματος». Και υποστήριζε και το αντίστροφο, ότι η λειτουργία του αντιπροσωπευτικού συστήματος «εθεμελιούτο επί του κοινοτικού καθεστώτος». [15] Oι «κοινότητες», δηλαδή, και σε αυτήν την εκδοχή δεν έχουν καμία σχέση με την άμεση δημοκρατία, αφού η τελευταία δεν έχει αντιπροσώπευση. Ο Ν. Πανταζόπουλος θεωρεί επίσης ότι προηγμένη μορφή της «ευρύτερης κοινοτικής ιδέας» στην αρχαία Ελλάδα ήταν τα κοινά, οι ενώσεις δηλαδή των ανεξαρτήτων πόλεων με φυλετικό-τοπικό χαρακτήρα και οι αμφικτυονίες με θρησκευτικό ή πολιτικοστρατιωτικό χαρακτήρα. Όμως οι ενώσεις αυτές ουδεμία σχέση είχαν με την άμεση δημοκρατία.[16] Οι συγχύσεις που διέπουν το έργο του Πανταζόπουλου προέρχονται από την άκριτη αποδοχή των απόψεων του πρώτου διαστρεβλωτή επί του θέματος Κ. Παπαρρηγόπουλου.
Λόγω της προτεραιότητας που δίνουν στην παραγωγή και την οικονομία δεν είναι παράξενο που οι νεοέλληνες «κοινοτιστές», δεν έχουν ουδεμία νύξη περί άμεσης δημοκρατίας, συνελεύσεων και συμβουλίων, ενώ δηλώνουν συμπάθειες προς τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό, εκφράζοντας ταυτοχρόνως μία αντικαπιταλιστική διάθεση. Ο Καραβίδας γράφει: «ο κοινοτισμός, ο εταιρισμός, ο συντροφισμός είναι, εν εσχάτη αναλύσει, και η απωτέρα μετακαταστροφική, μετακαπιταλιστική αταξική σύλληψις και η μόνη τέλος πάντων ηθική δικαίωσις του κομμουνισμού».[17]
Πρέπει να επισημανθεί στο χωρίο αυτό ο όρος «μετακαπιταλιστική αταξική σύλληψις», που παραπέμπει στην μαρξική αταξική κοινωνία, δηλαδή σε μία θεωρητική ουτοπία και σε έναν πραγματικό ολοκληρωτικό εφιάλτη, όπως έδειξε η Ιστορία. Ο όρος αυτός έμελλε να επανέλθει στους νεώτερους «κοινοτιστές» ως «μετακαπιταλιστική κοινωνία», με την οποία θα ασχοληθούμε στο επόμενο κεφάλαιο. Να σημειωθεί τέλος ότι οι απόψεις του Καραβίδα δεν βρήκαν σχεδόν καμία σημαντική απήχηση, ούτε ο ίδιος δημιούργησε κάποια κίνηση, ενώ ένα περιοδικό που εξέδιδε με τον έτερο «κοινοτιστή» Ντίνο Μαλούχο υπήρξε βραχύβιο, από 1922 έως 1924. Έτσι η υπόθεση του «κοινοτισμού» περιορίσθηκε σε τέσσερεις πέντε διανοουμένους, ενώ ο ίδιος ο Καραβίδας απογοητευμένος αποσύρθηκε από την συγγραφική «κοινοτιστική» δραστηριότητα μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, ασχολήθηκε με την ποίηση και έβγαζε «περίπατο» στην Φωκίωνος Νέγρη ένα κλουβί με πουλί! Ο επίσης «κοινοτιστής» κοινωνιολόγος Δημοσθένης Δανιηλίδης (1889-1972) προσπάθησε να εφαρμόσει τις ιδέες του στην Εύβοια αλλά απέτυχε πλήρως.
Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι υπήρξαν τέσσερις-πέντε «κοινοτιστές», αλλά καθόλου «κοινοτισμός». Παρ’ όλα αυτά μερικοί σημερινοί Νεοέλληνες προσπαθούν να δώσουν κάποιο πολιτικό νόημα στις φαντασιωτικές απόψεις των πρώτων «κοινοτιστών». Ματαίως όμως, διότι είναι πολλά τα τρωτά και τα κενά στις απόψεις τους, τα οποία προσπαθούν να καλύψουν με εθνικιστικά, ελληνοκεντρικά, βιολογικά ή φυσιοκεντρικά ιδεολογήματα. Το μεγάλο κενό στη σκέψη και στην πρότασή τους είναι η απουσία της πολιτικής και της άμεσης δημοκρατίας ως πολίτευμα με πολιτική ισότητα και ελευθερία.
Όμως παρόλες τις αποτυχίες και τις καταρρεύσεις των «κοινοτιστικών» ιδεών και πρακτικών διεθνώς, αυτές επανέρχονται σε μία περίοδο γενικευμένης κρίσης και παρακμής, ως πανάκεια, ως ο απωλεσθείς παράδεισος της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης. Ελλείψει δε δημοκρατικών κινημάτων, οι ιδέες αυτές βρίσκουν σήμερα υποστηρικτές σε κάποιους «σύγχρονους κοινοτιστές». Στο επόμενο κεφάλαιο θα ασχοληθώ με την ανασκευή αυτών των εκσυγχρονισμένων ιδεών.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Βλ. Καραβίδας, Σοσιαλισμός και κοινοτισμός (1930), Το πρόβλημα της αυτονομίας, Παπαζήσης, Αθήνα 1981, σ. 60. Τέτοιου είδους παραληρήματα συναντώνται και στους άλλους «κοινοτιστές», Γιαννόπουλο, Δραγούμη, Γιανναρά κ.ά. Αναίρεση των απόψεων αυτών γίνεται πιο κάτω στο κεφάλαιο 5. Να σημειωθεί επίσης ο παραπλανητικός τίτλος του πιο πάνω βιβλίου, που περιέχει τρία κείμενα του Καραβίδα. Τον τίτλο αυτό έδωσαν αυθαιρέτως το 1981 οι επιμελητές του βιβλίου, αλλά τόσο αυτοί όσο και ο Καραβίδας ουδεμία σχέση έχουν με την έννοια της πολιτικής αυτονομίας, όπως έχει αναπτυχθεί στην πολιτική θεωρία από τον Κορνήλιο Καστοριάδη και άλλους.
[2] Καραβίδας, Τα κοινοτικά δίκαια εις την βάσιν του κράτους, Αθήναι, 1939, σ. 20, 40. Να σημειωθεί πως στην Βρετανία υπήρξαν οι ιδέες περί κοινοτήτων και συνεταιρισμών του Ρόμπερτ Όουεν, οι οποίες όμως δεν είχαν καμία σχέση με τον αγγλικό θρόνο και την κυβέρνηση.
[3] Γιαννόπουλος, Έκκλησις προς το Πανελλήνιον Κοινόν, Αθήναι, 1907, σ. 168.
[4] Καραβίδας, Η δημοκρατία και η αυτοδιοίκησις εν Ελλάδι» (1930), Το πρόβλημα της αυτονομίας, όπ.π., σ. 141-142.
[5] Καραβίδας, Αγροτικά, Μελέτη συγκριτική (1931), Παπαζήσης 1978, σ. 697.
[6] Καραβίδας, Σοσιαλισμός και κοινοτισμός, όπ.π. σ. 60, 5.
[7] Καραβίδας, Η τοπική αυτοδιοίκησις και ο επιχώριος εν Ελλάδι οικονομικός ρεζιοναλισμός (1936), Το πρόβλημα της αυτονομίας, όπ. π., σ. 4. Αυτό που εκπλήσσει στο κείμενο αυτό του 1936 είναι η παντελής αδιαφορία του Καραβίδα για την ανώμαλη πολιτική κατάσταση της εποχής, η οποία οδήγησε στη δικτατορία του Ι. Μεταξά με την συγκατάθεση της μοναρχίας. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της εμμονής στον «κοινοτισμό», στο οικονομικό και στο τοπικό.
[8] Ο Καραβίδας έχει κάποιες κριτικές σκέψεις για το πολιτικό σύστημα. Αν και συνεργάσθηκε με τον Βενιζέλο, ασκεί κριτική στην νομοθεσία του για την τοπική διοίκηση και σε άλλα ζητήματα. Βλέπει επίσης τον κακό τρόπο λειτουργίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος, το οποίο χαρακτηρίζει «δικηγορικό κοινοβουλευτισμό», ότι αυτό «κυλά προς την αποσύνθεση και την παρακμή» και διαπιστώνει ότι όλοι οι σημαντικοί θεσμοί εξουσίας έχουν καταντήσει «κλειστά οικόπεδα» για την άρχουσα τάξη, «χαροπαλαίοντας μές σ’ έναν ατέλειωτο και σιχαμένο νεκρό βερμπαλισμό». Όμως εκφράζει κάποιες προβληματικές απόψεις κατά του κοινοβουλευτισμού, τον οποίο θεωρεί «παρείσακτο» και εκφράζεται συλλήβδην κατά της Γαλλικής επανάστασης, ενώ μιλάει θετικώς για τον Μεσαίωνα, διότι, κατά την γνώμη του, ο Μεσαίωνας είχε «προβλέψει και είχε ρυθμίσει επί κάποιας οργανικής βάσεως την μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας κοινοπραξίαν, ήτις είνε απαραίτητος δια την παραγωγήν των αγαθών…»! Καραβίδας, Το πρόβλημα της αυτονομίας, όπ. π., σ. 30-31. Αυτές οι τελευταίες απόψεις τοποθετούν τον Καραβίδα εκτός ιστορικής και πολιτικής πραγματικότητας.
[9] Καραβίδας, Η δημοκρατία και η αυτοδιοίκησις εν Ελλάδι», όπ.π., σ. 142
[10] Καραβίδας, Η κοινοτική πολιτεία, Αθήνα, 1935.
[11] Καραβίδας, Το πρόβλημα της αυτονομίας, όπ.π., σ. 58, 138.
[12] Καραβίδας, Τα κοινοτικά δίκαια εις την βάσιν του κράτους, όπ. π., σ. 34.
[13] Καραβίδας, Η κοινοτική πολιτεία, όπ.π., σ. 2.
[14] Κ. Δ. Καραβίδας, «Η Μακεδονοσλαυϊκή αγροτική κοινότης και η πατριαρχική γεωργική οικογένεια εις την περιφέρειαν Μοναστηρίου», 1926. Επανέρχεται το 1930. Να σημειωθεί πως την μελέτη αυτή επαινεί με ευγενικές επιφυλάξεις ο Παν. Κανελλόπουλος το 1929 και το 1980, στο Κ. Δ. Καραβίδας, Το πρόβλημα της αυτονομίας, όπ.π., σ. 51 και Χ-ΧΙ αντιστοίχως.
[15] Ν. Πανταζόπουλος, «Ο ελληνικός κοινοτισμός και η νεοελληνική κοινοτική παράδοση» (1985), Επιστημονική Επετηρίς της Σχολής Νομικών και Οικονομικών Επιστημών, τόμ. ΙΘ’, Αντιχάρισμα στον Ν. Ι. Πανταζόπουλο, τχ. Δ’, Θεσσαλονίκη 1986, σ. 583 και σ. 360, 371, 380).
[16] Βλ. Ν. Πανταζόπουλος, «Ο ελληνικός κοινοτισμός και η νεοελληνική κοινοτική παράδοση», όπ. π., σ. 582.
[17] Καραβίδας, Σοσιαλισμός και κοινοτισμός, όπ.π, σ. 60. Ο αντιβενιζελικός Ίων Δραγούμης επίσης δεν έχει καμία μέριμνα για αλλαγή του πολιτειακού συστήματος, όμως έχει πολλές αναφορές κατά του κεφαλαιοκρατικού συστήματος και συμπάθειες για την κατάληψη της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους τον Οκτώβριο 1917, την οποία είδε ως εκδήλωση του πατριωτισμού των Ρώσων!