Του Μπράιαν Τόκαρ. Ο Τόκαρ συμμετέχει στα κινήματα των ΗΠΑ από τη δεκαετία του ’70. Είναι πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικής Οικολογίας που ίδρυσε ο Μάρρεϋ Μπούκτσιν, με τον οποίο υπήρξαν συνεργάτες. Διδάσκει στο παν/μιο του Βερμόντ και πραγματοποιεί διαλέξεις διεθνώς για τη σύνδεση των περιβαλλοντικών κινημάτων με τα κοινωνικά. Συγγραφέας πολλών βιβλίων. Στα ελληνικά κυκλοφορεί η Κλιματική δικαιοσύνη: προοπτικές για την κλιματική κρίση και την κοινωνική αλλαγή (Αντιγόνη, 2013) καθώς και το Πόλη & Οικολογία: Διάλογοι με τους Μπράιαν Τόκαρ και Δημήτρη Ρουσόπουλο (Αυτολεξεί, 2020). Μετάφραση για το Αυτολεξεί: Ευθύμης Χατζηθεοδώρου.
Όσοι γνωρίζουν την ιστορία της απαρχής της πολιτικής στρατηγικής του Μάρεϊ Μπούκτσιν για τον ελευθεριακό δημοτισμό, ξέρουν τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε η παράδοση των επαρχιακών δημοτικών συνελεύσεων του Βερμόντ στην ανάπτυξη της μοναδικής προσέγγισης του Μπούκτσιν για την τοπικιστική πολιτική. Οι δημοτικές συνελεύσεις του Βερμόντ είναι ένας από τους μακροβιότερους θεσμούς άμεσης δημοκρατίας στον κόσμο σήμερα. Στην εποχή που προηγήθηκε της Αμερικανικής Επανάστασης, αποτελούσαν μέρος μιας ζωντανής αλλά ιστορικά προβληματικής παράδοσης άμεσης δημοκρατίας σε όλες τις βορειοανατολικές αποικίες και ήταν από τις πρώτες που κατάργησαν τις θρησκευτικές απαιτήσεις για τη συμμετοχή, καθώς και τους περιορισμούς με βάση το φύλο και την ιδιοκτησία. Όπως περιγράφει ο Μπούκτσιν στον πρώτο τόμο της Τρίτης Επανάστασης, αυτό το “άνοιγμα” του πλαισίου για τη συμμετοχή κάποιου ατόμου στις δημοτικές συνελεύσεις εξαπλώθηκε τελικά σε όλες τις αμερικανικές αποικίες κατά την προεπαναστατική εποχή.
Το Βερμόντ είναι σήμερα μία από τις 3 ή 4 πολιτείες των ΗΠΑ όπου η παράδοση των δημοτικών συνελεύσεων έχει διατηρηθεί. Κοινότητες σε ολόκληρη τη Νέα Αγγλία και πέραν αυτής εξακολουθούν να διοργανώνουν άτυπες δημοτικές συνελεύσεις κάθε φορά που προκύπτουν νέα αμφιλεγόμενα ζητήματα, αλλά μόνο στο Βερμόντ, το Νιου Χαμσάιρ, το Μέιν και σε ορισμένα αγροτικά τμήματα της Μασαχουσέτης οι δημοτικές συνελεύσεις εξακολουθούν να αποτελούν τα κύρια όργανα λήψης αποφάσεων για την έγκριση του ετήσιου προϋπολογισμού κάθε πόλης και κάθε φορά που αποφασίζονται σημαντικές δαπάνες, μαζί με αλλαγές στο πολεοδομικό σχεδιασμό και άλλες πολιτικές της πόλης. Μεταξύ αυτών των πολιτειών, η παράδοση των δημοτικών συνελεύσεων του Βερμόντ είναι η πιο δυναμική, με πολύ ευρεία συμμετοχή των κατοίκων της πόλης και όχι μόνο εκείνων που είναι σταθερά ενεργοί στην τοπική πολιτική.
Όπως μπορεί να θυμούνται οι αναγνώστες του έργου του Μπούκτσιν, η ζωτικότητα της παράδοσης των δημοτικών συνελεύσεων του Βερμόντ ενισχύθηκε σημαντικά στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν 159 από τις 237 δημοτικές συνελεύσεις του Βερμόντ απάντησαν στην κλιμακούμενη κούρσα εξοπλισμών με τη Σοβιετική Ένωση εγκρίνοντας ψηφίσματα υπέρ του παγώματος της παραγωγής πυρηνικών όπλων.
Η πρωτοβουλία αυτή πυροδότησε την ανάπτυξη ενός κινήματος για το πάγωμα των πυρηνικών όπλων, το οποίο τελικά πίεσε την απρόθυμη κυβέρνηση του Ρόναλντ Ρίγκαν να επαναλάβει και τελικά να επιταχύνει τις διαπραγματεύσεις για τον έλεγχο των εξοπλισμών με τους Σοβιετικούς. Από τη δεκαετία του 1980, οι δημοτικές συνελεύσεις του Βερμόντ έχουν ασχοληθεί για θέματα όπως η όξινη βροχή, η πυρηνική ενέργεια, ο πόλεμος των ΗΠΑ στο Ιράκ, οι προτάσεις για καθαίρεση του Τζορτζ Μπους και πολλά άλλα. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ακτιβιστές του Ινστιτούτου Κοινωνικής Οικολογίας ξεκίνησαν μια σχετική πρωτοβουλία που οδήγησε σε 85 πόλεις του Βερμόντ και συνολικά 120 σε ολόκληρη τη Νέα Αγγλία να υιοθετήσουν ψηφίσματα που αντιτίθενται στη χρήση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών [GMO] στη γεωργία. Τώρα που μιλάμε, ένας ευρύς συνασπισμός περιβαλλοντολόγων εργάζεται για να συμπεριλάβει τις πόλεις του Βερμόντ στον αγώνα για την εναντίωση των σχεδίων μιας εταιρείας πετρελαιαγωγών που ανήκει στην Exxon-Mobil να μεταφέρει εξαιρετικά διαβρωτικό και τοξικό υλικό από την Alberta Tar Sands του Καναδά μέσω της περιοχής μας.
Όλες αυτές οι προσπάθειες έχουν συνεισφέρει στη συνεχιζόμενη σημασία των δημοτικών συνελεύσεων του Βερμόντ. Όταν δεκάδες πόλεις εκδίδουν ψηφίσματα για θέματα εθνικής και παγκόσμιας σημασίας, αυτό συχνά βοηθά στην έναρξη ευρύτερων οργανωτικών προσπαθειών γύρω από αυτά τα θέματα. Οι καλά συντονισμένες προσπάθειες δημοτικών συνελεύσεων μπορούν να βοηθήσουν να φέρουν ένα νέο ζήτημα ή μια νέα υπόθεση στο επίκεντρο της δημόσιας προσοχής σε εθνικό επίπεδο και όχι μόνο. Για παράδειγμα, μετά το πρώτο κύμα ψηφισμάτων των πόλεων του Βερμόντ για το θέμα των GMO, πολλές κομητείες της Καλιφόρνιας ψήφισαν νόμους που απαγορεύουν τη χρήση τους. Τοπικά μοντέλα οργάνωσης άρχισαν να εξαπλώνονται σε όλη τη χώρα ως απάντηση στη συνεχιζόμενη αδυναμία των εθνικών περιβαλλοντικών ομάδων και των ομάδων για την ασφάλεια των τροφίμων να περάσουν οποιαδήποτε μέτρα για τη ρύθμιση ή ακόμη και την επισήμανση των GMO σε εθνικό επίπεδο.
Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά εμπόδια για την αξιοποίηση του μέγιστου δυναμικού αυτών των προσπαθειών. Οι λειτουργικές νομικές εξουσίες των πόλεων στο Βερμόντ και σε ολόκληρη την περιοχή έχουν περιοριστεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς πολλές εξουσίες για θέματα φορολόγησης, σχολικής διοίκησης και άλλες έχουν αναληφθεί, στο σύνολό τους ή εν μέρει, από την πολιτειακή κυβέρνηση, συχνά υπό πολιτειακές διοικήσεις με κάποιο ονομαστικά προοδευτικό πρόσημο. Ορισμένοι ισχυροί δημοσιογράφοι και πολιτικοί επιστήμονες έχουν υποστηρίξει ότι οι συζητήσεις για εθνικά και παγκόσμια θέματα μάλλον αποδυναμώνουν παρά ενισχύουν την παράδοση της δημοτικής συνέλευσης, «αποσπώντας» την προσοχή των πολιτών από τις επείγουσες υποθέσεις της πόλης. Άλλες φορές, τοπικοί αξιωματούχοι αρνούνται κατά καιρούς την εγγραφή θεμάτων στην ημερήσια διάταξη της δημοτικής συνέλευσης, ακόμη και όταν προσκομίζεται ο απαιτούμενος αριθμός υπογραφών – το 5% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Σε αρκετές περιπτώσεις, κρατικοί αξιωματούχοι ενθάρρυναν ενεργά τους αρμόδιους υπαλλήλους να αρνηθούν αιτήσεις που θεωρούσαν ότι δεν ενέπιπταν στο πεδίο των «δημοτικών υποθέσεων», και υπάρχει μια σειρά πρόσφατων δικαστικών υποθέσεων που επιχειρούν να αμφισβητήσουν τέτοιες αρνήσεις.
Σε μια υπόθεση-ορόσημο του 1990, ένας ακτιβιστής για την ειρήνη στην πόλη Μονπελιέ (πρωτεύουσα του Βερμόντ) κατέθεσε ένα αριθμό υπογραφών για το “ψηφοδέλτιο της ημέρας της δημοτικής συνέλευσης”, ώστε να υπάρξει ένα ψήφισμα υπέρ ενός «μερίσματος ειρήνης» μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, και με ένα πολιτειακό δικαστήριο του Βερμόντ να αποφασίζει ότι η πόλη έπρεπε να δεχτεί την αίτηση. Αλλά σε μια υπόθεση του 2007 το Ανώτατο Δικαστήριο του Βερμόντ υποστήριξε την άρνηση της πόλης του Σάουθ Μπέρλινγκτον να αναρτήσει μια αίτηση που είχε υποβληθεί από υποστηρικτές κατά των αμβλώσεων και ζητούσε την υποχρεωτική ενημέρωση των γονέων όταν τα κορίτσια που είναι νόμιμα ανήλικα ζητούν άμβλωση [1]. Δυστυχώς, η απόφαση του δικαστηρίου σε αυτή την υπόθεση κατά των αμβλώσεων θεωρείται πλέον από πολλούς ως μόνιμο δεδικασμένο. Ο κανόνας του Dillon ισχυρίζεται ότι οι πόλεις είναι τελικά δημιουργήματα της πολιτειακής κυβέρνησης και δεν έχουν δικαιώματα αυτοδιοίκησης, εκτός αν κερδίσουν την έγκριση του πολιτειακού νομοθετικού σώματος για κάθε συγκεκριμένο μέτρο [2]. Η πιο ηχηρή προσπάθεια των τελευταίων ετών να διεκδικηθεί η τοπική αυτοδιοίκηση ενάντια σε αυτό το δόγμα πήρε τη μορφή μιας βραχύβιας, έντονα αντιδραστικής εκστρατείας στα τέλη της δεκαετίας του 1980 από δεξιούς γαιοκτήμονες που αντιτάχθηκαν σε μια κρατική πρωτοβουλία που ενθάρρυνε τον πολεοδομικό σχεδιασμό και τη χωροταξία. Αντίθετα, μια οργάνωση με έδρα την Πενσυλβάνια που ονομάζεται Community Environmental Legal Defense Fund (celdf.org) έχει αναπτύξει μια προληπτική στρατηγική με την οποία οι πολίτες μιας πόλης αμφισβητούν άμεσα τη νομική θέση των εταιρειών σε υποθέσεις που αφορούν μια ποικιλία περιβαλλοντικά καταστροφικών πρακτικών [3].
Παρά τους περιορισμούς αυτούς, ακτιβιστές από πολλα διαφορετικά κοινωνικά κινημάτα συνεχίζουν να θεωρούν τις δημοτικές συνελεύσεις του Βερμόντ ως ένα βιώσιμο φόρουμ για την ανάδειξη ζητημάτων και τη δημοσιοποίηση επειγόντων θεμάτων. Οι συζητήσεις είναι ζωηρές και ενίοτε έντονες, αλλά γενικά είναι μάλλον διερευνητικές. Οι δημοτικές συνελεύσεις προσφέρουν ένα περιβάλλον όπου ένα ευρύ φάσμα τοπικών κατοίκων, από εκείνους των οποίων οι οικογένειες ζουν σε μια πόλη για γενιές μέχρι τους πιο πρόσφατους νέους κατοίκους, μπορούν να προσπαθήσουν να συνεργαστούν για την επίλυση προβλημάτων και να κατανοήσουν ο ένας τις απόψεις του άλλου πέρα από διαχωρισμούς πολιτισμού, πολιτικής και ποικίλων κοινωνικοοικονομικών φραγμών. Αποτελούν το επίκεντρο μιας ζωντανής δημόσιας σφαίρας, η οποία εξακολουθεί να απουσιάζει σε μεγάλο βαθμό από τις περισσότερες κοινότητες στις ΗΠΑ, και ενσαρκώνουν τη δυνατότητα για μια δεσμευμένη και ενεργή μορφή του πολίτη, η οποία είναι πολύ σπάνια σε μια χώρα της οποίας η πολιτική συνήθως κυριαρχείται από δυσεπίλυτα μπλοκ εξουσίας και συχνά συντριπτικά επίπεδα παραπληροφόρησης και προπαγάνδας.
[1] Ολόκληρη η απόφαση εδώ: http://libraries.vermont.gov/sites/libraries/files/supct/current/eo2006-155.txt. 2
[2] «Οι δημοτικές κοινότητες οφείλουν την προέλευσή τους στο νομοθέτη και αντλούν τις εξουσίες και τα δικαιώματά τους εξ ολοκλήρου από αυτόν. Τους δίνει την πνοή της ζωής, χωρίς την οποία δεν μπορούν να υπάρξουν. Όπως δημιουργεί, έτσι μπορεί να καταστρέψει. Αν μπορεί να καταστρέψει, μπορεί να περιορίσει και να ελέγξει». Απόφαση του δικαστή John Forrest Dillon στην υπόθεση Clinton κατά Cedar Rapids and the Missouri River Railroad, (24 Iowa 455, 1868).
[3] Για μια πρόσφατη επεξήγηση δείτε εδώ: https://www.thenation.com/article/archive/rebel-towns/