Το ίδιο σύστημα αξιών, που οικειοποιείται την ποίηση & την ευγένεια, φορά σιδηρογροθιά στο άλλο χέρι

0

Εύη Παπαγιάννη

Οι τελευταίες ημέρες δείχνουν πως τα απόνερα της δίκης Λιγνάδη έχουν ανακινήσει τα γνώριμα (αλλά καθόλου λιγότερο τρομακτικά γι’ αυτό) αντανακλαστικά των καλοβαλμένων πλυντηρίων του συστήματος. Δεν είναι σύγχυση, ούτε πονοψυχιά, για να ξεκινήσω από το προφανές, η επίκληση στο συναίσθημα που κάνει ο Μαγκλίνης αναφερόμενος στο ταλαιπωρημένο πρόσωπο του Λιγνάδη και στις ανέμελες βόλτες και τις μπουγκανβίλιες. Απλά ο αρθρογράφος τυχαίνει να είναι ένα τσακ πιο πονηρός από τον δικηγόρο που ονόμασε τον βιασμό «ένα πήδημα γύρω από το οποίο έχει αναπτυχθεί υπερβολική ευαισθησία».

Ο Μαγκλίνης δεν είναι το πρώτο κρούσμα, όπως ούτε και ο Λιγνάδης είναι ο πρώτος παιδοβιαστής που τυγχάνει ειδικής μεταχείρισης την τελευταία τριετία. Όταν μιλούσαμε για την υπόθεση του –υπουργού και προσωπικού φίλου του Πρωθυπουργού– Νίκου Γεωργιάδη υπήρξε και πάλι ανάλογο άρθρο από τον Τάκη Θεοδωρόπουλο το οποίο τοποθετούνταν σε πανομοιότυπο τόνο πάνω στο θέμα της «ολισθηρότητας της ερωτικής επιθυμίας». Με ύφος «ναι-μεν-αλλά και βασικά εσείς, πλεμπαίοι, δεν κατανοείτε τις λεπτές αποχρώσεις του έρωτος, της εξουσίας και της ελέω θεού βασιλείας και αριστείας και καθόσον είσθε απαίδευτος όχλος είσθε και αιμοδιψή τομάρια με ελλιπή αντίληψη του δίκαιου».

Με αυτό το ύφος μιλάνε γενικά. Ή με το άλλο, το «να ‘ρθει η Κούνεβα να μου καθαρίσει το σπίτι τώρα που δεν εκλέχθηκε». Είναι τα δύο πρόσωπα του δικαιούχου νάρκισσου. Αλλά είναι το ίδιο σύστημα αξιών που οικειοποιείται την ποίηση και την επίπλαστη ευγένεια, και φοράει σιδηρογροθιά στο άλλο χέρι. Γιατί ο καλός ο έρωτας, ο σκοτεινός με τα σκοτεινά αντικείμενα του πόθου του, έτσι πάει.

Η επίκληση αυτή στην επιείκεια και στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης είναι ένα κατ’ εξοχήν νεοφιλελεύθερο αφήγημα που (όχι τυχαία και μάλιστα με μπόλικο δόλο) διαπλέκεται συχνότατα με την ηθική της καλλιτεχνικής δημιουργίας και της επιθυμίας. (Στο διεθνές επίπεδο οι –σχετικά παλιές μεν αλλά δυστυχώς «διαχρονικές όσο ο Αριστοφάνης»– συζητήσεις για τον Ρόμαν Πολάνσκι και τον Γούντι Άλεν έχουν να πουν πολλά πάνω στο θέμα).

Η ενστάλαξη της ενσυναίσθησης στον παραλήπτη της βίας είναι μια τακτική που, αν και είναι κάποιες φορές οφθαλμοφανής στον εξωτερικό παρατηρητή, είναι πολύ συχνά ολέθρια για την αυτοπροστασία του θύματος. Σε δυναμικές στις οποίες υπάρχει απόκρυψη και διαστρέβλωση των δικαιωμάτων και των υγιών δυνάμεων του θύματος, η κατάχρηση της ενσυναίσθησης οδηγεί στην παράλυση, είναι απλά άλλο ένα υπερόπλο του καταπιεστή, άλλη μια άρρωστη νομιμοποίηση της βίας.

Είναι σημαντικό να είμαστε ενήμεροι πάνω σε αυτήν.

Από την άλλη, το περίτεχνο θόλωμα που επικρατεί γύρω από τη φύση της επιθυμίας όσο και της δημιουργικότητας είναι ούτε λίγο ούτε πολύ μια επικίνδυνη τάση της συλλογικής μας ψυχοκοινωνικής εκπαίδευσης. Μεγάλο μέρος της ψυχικής και κοινωνικής ευαλωττότητας σχετίζεται άμεσα με την αποδιοργάνωση της σκέψης και των μέσων προς την υγιή αυτενέργεια σε αυτά τα πεδία. Ο συνδυασμός της υγιούς (σημ. όχι «απλουστευμένης» αλλά σίγουρα ούτε νεφελώδους) επιθυμίας με μια δημιουργικότητα που γνωρίζει πώς να ανταποκρίνεται στο πραγματικό και να το επεκτείνει είναι βασικά ψυχολογικά, οικονομικά και πολιτικά διακυβεύματα.

Το αίτημα του «κύριου» Μαγκλίνη να δείξουμε επιείκεια στο πρόσωπο ενός αμετανόητου προνομιούχου παιδοβιαστή που «μας αρέσει δεν μας αρέσει, έχει συμβάλλει στα καλλιτεχνικά πράγματα της χώρας» θα ήταν αστείο αν δεν ήταν εντελώς και απολύτως δόλιο. Αν δεν ήταν ολόψυχη προσβολή όχι μόνο του δίκαιου αλλά και της τέχνης και της πραγματικής έννοιας της ανθρωπιάς.

Αφήστε ένα σχόλιο

thirteen − 13 =