Συνέντευξη με τον αναρχικό πολεοδόμο Jere Kuzmanić: Αστικός σχεδιασμός, Στέγαση & Αυτονομία

0

The interview is also available in ENGLISH. Μια συνέντευξη του Αυτολεξεί με τον αναρχικό πολεοδόμο Jere Kuzmanić από την πόλη Σπλιτ της Κροατίας, ο οποίος είναι ερευνητής, υποψήφιος διδάκτωρ και μέλος του Τμήματος στο Πολυτεχνείο της Καταλονίας στη Βαρκελώνη. Συμμετέχει σε επιστημονικά και ακτιβιστικά ερευνητικά προγράμματα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την κοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη, την άμεση δράση και τη συνεργασία στην πολεοδομία και την αστική αποανάπτυξη. Οι ερωτήσεις τέθηκαν από τον Yavor Tarinski, μετάφραση: Ηλίας Σεκέρης.

Yavor Tarinski: Στις μέρες μας γίνεται πολύς λόγος για το «δικαίωμα στην πόλη», με το οποίο διάφοροι άνθρωποι και διάφορες τάσεις εννοούν διαφορετικά πράγματα. Στην πλειονότητά τους, όμως, όλες αυτές οι φωνές συμφωνούν ότι οι κάτοικοι των πόλεων πρέπει να έχουν περισσότερο λόγο αναφορικά με το αστικό περιβάλλον. Η δουλειά σου αντιστοιχεί σε αυτό το πνεύμα, καθώς μιλάς για τις αναρχικές ρίζες του πολεοδομικού σχεδιασμού. Μπορείς να μας μιλήσεις περισσότερο για αυτό;

Jere Kuzmanić: Πράγματι, τα σύγχρονα αιτήματα για ενεργό πολιτική ως μορφή άρθρωσης νέων πολιτικών υποκειμένων για τον 21ο αιώνα είναι πολύ παρόντα τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό πλαίσιο αστικών αγώνων, συνεταιριστικής και αλληλέγγυας οικονομίας, κινημάτων στέγασης, ακτιβισμού για το δικαίωμα στην πόλη κ.λπ. Παρ’ όλα αυτά, αυτή η απαίτηση για περισσότερη αυτονομία και έλεγχο του δομημένου περιβάλλοντος δεν είναι κάτι νέο. Στην πραγματικότητα, ήταν εδώ και πολύ καιρό παρούσα σε πολεμικές εντός και γύρω από την αυτοοργανωμένη δυναμική της αστικής [της πόλης] εργατικής τάξης, από τις απαρχές της εκβιομηχάνισης και της αστικοποίησης, οι οποίες οδήγησαν σε απεργίες ενοικίων, καταλήψεις γης και την ανάδυση μιας κουλτούρας αυτοβοήθειας στη στέγαση σε ανεπίσημους οικισμούς σε ολόκληρο τον κόσμο.

Ήταν επίσης παρούσα στις συζητήσεις τω αναρχικών γεωγράφων του τέλους του 19ου αιώνα όπως οι Élisée Reclus, Charles Perron και Pyotr Kropoktin, οι οποίοι είναι και ο λόγος για τον οποίο η αναρχική θεωρία, σε αντίθεση με τη μαρξιστική, η οποία επινοήθηκε κυρίως σε κύκλους της πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας, ήταν από την αρχή της πολύ χωρική (ομοσπονδίες μικρών κοινοτήτων, ενοποίηση της γεωργίας και της βιομηχανίας μέσω της κροποτκινικής ένταξης της εργασίας, οι πόλεις ως συνθέσεις ανεξάρτητων γειτονιών ταυτόχρονα εξαρτώμενες από την παροχή της υπαίθρου, αμφισβήτηση της ιδιοκτησίας κ.λπ.). Στη συνέχεια, ορισμένες από αυτές τις ιδέες είχαν μεγάλη επιρροή σε ορισμένους βασικούς πρωτοπόρους της ιδέας ότι οι πόλεις πρέπει να σχεδιάζονται με σκοπό να επιτυγχάνεται καλύτερη ποιότητα ζωής για όλους, σε ανθρώπους όπως ο Ebeneezer Howard, ο Patrick Geddes και ο Lewis Mumford.

Αυτή η υπόθεση παρουσιάζεται στο σημαντικό βιβλίο του γεωγράφου Peter Hall για την ιστορία του αστικού σχεδιασμού, Cities of Tomorrow (1988). Ο Hall δήλωσε ότι πολλά από τα πρώτα ιδανικά του κινήματος αστικού σχεδιασμού του 20ού αιώνα «προέκυψαν από το αναρχικό κίνημα, το οποίο άκμασε τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και τα πρώτα χρόνια του 20ού. Αυτό ισχύει για τον Howard, για τον Geddes και για την Περιφερειακή Ένωση Σχεδιασμού της Αμερικής, καθώς και για πολλά παράγωγα στην ευρωπαϊκή ήπειρο» (Hall 1988, 4).

Επιπλέον, ο Hall σημείωσε έναν άλλο βασικό τομέα επιρροής του αναρχισμού: τον πολεοδομικό σχεδιασμό από-τα-κάτω. «Οι δομημένες μορφές των πόλεων πρέπει», γράφει ο Hall, «να προέρχονται από τα χέρια των ίδιων τους των πολιτών. Πρέπει να απορρίψουμε την παράδοση σύμφωνα με την οποία οι μεγάλοι οργανισμοί, ιδιωτικοί ή δημόσιοι, χτίζουν για τους ανθρώπους, και αντ’ αυτού να ενστερνιστούμε την ιδέα ότι οι άνθρωποι πρέπει να χτίζουν για τον εαυτό τους. Μπορούμε να βρούμε αυτή την έννοια έντονα παρούσα στην αναρχική σκέψη […], και ειδικότερα στις Γκεντεσιανές [ΣτΜ: Patrick Geddes Σκοτσέζος βιολόγος, κοινωνιολόγος, γεωγράφος και πρωτοπόρος πολεοδόμος. Γνωστός για την καινοτόμο σκέψη του στους τομείς του πολεοδομικού σχεδιασμού και της κοινωνιολογίας] έννοιες της αποσπασματικής αστικής αποκατάστασης μεταξύ 1885 και 1920 […]. Αυτή η ιδέα επανεμφανίζεται για να παράσχει μια σημαντική, ακόμη και κυρίαρχη, ιδεολογία σχεδιασμού σε πόλεις του τρίτου κόσμου μέσω του έργου του John Turner –με τον ίδιο να επηρεάζεται απευθείας από την αναρχική σκέψη– στη Λατινική Αμερική κατά τη δεκαετία του 1960» (Hall 2014, 9).

Η συγκεκριμένη έρευνά μου, που έγινε ως διδακτορικό με τον καθηγητή Jose Luis Oyon και την καθηγήτρια Marta Serra από το Πολυτεχνείο της Καταλονίας εστιάζει στο περίεργο γεγονός ότι όλες αυτές οι φιγούρες και οι εμπειρίες συνδέθηκαν έντονα και επηρέασαν η μία την άλλη πέρα από την κοινή μας γνώση. Είναι καλά τεκμηριωμένο στα έργα ορισμένων ιστορικών, όπως ο Federico Ferretti, το πώς, πολλές από αυτές τις φιγούρες που αναφέρονται παραπάνω συνδέθηκαν βιογραφικά, αντάλλαξαν επιστολές, έκαναν επισκέψεις και συνεργασίες και ανέπτυξαν ενεργά τις ιδέες τους για το πώς οι περιοχές μπορούν να είναι αποτέλεσμα αυτο-διαχειριζόμενων και λαϊκών δράσεων που γίνονται από καλά ενημερωμένους, καλά οργανωμένους πολίτες που πρακτικά ενεργοποιούν τις γνώσεις τους στο περιβάλλον, τις γειτονιές τους, τις πόλεις και τις περιφέρειές τους.

Λιγότερα είναι γνωστά για τον τρόπο με τον οποίο η ενεργή ανταλλαγή αρχιτεκτόνων, μεταπολεμικά, σε περιφερειακές, αποκεντρωτικές και δημοτικές αρχές επηρεάστηκε και συνδέθηκε με αυτές τις ίδιες «αναρχικές» ρίζες. Αυτές οι ιδέες έχουν μια συνεχή εξέλιξη από τον 19ο αιώνα, στο κίνημα των περιφερειών στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ στις αρχές του 20ού αιώνα, και έπειτα στη γενιά των αρχιτεκτόνων και σχεδιαστών μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι οποίοι άρχισαν να εφαρμόζουν τη συμμετοχή και τον έλεγχο των πολιτών στα έργα τους, όπως ο Giancarlo De Carlo και ο John Turner στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Νότια Αμερική. Τελικά επεκτάθηκαν σε διάφορες θεωρητικές και πολιτικές έννοιες σε έργα όπως η ιταλική εδαφική σχολή του Alberto Magnaghi, η κριτική αστική θεωρία του Mike Davis και ιδιαίτερα στο έργο του Murray Bookchin, για τον οποίο θα μπορούσαμε να πούμε ότι έκλεισε ολόκληρο τον κύκλο των γεωγράφων του 19ου αιώνα όταν συνέδεσε την περιφερειακή κλίμακα της επανεξέτασης της πολιτικής αυτονομίας και των αστικών αγώνων γύρω από την δημοτική εξουσία με το πολύ ευρύτερο πλαίσιο της κοινωνικής οικολογίας.

YT: Πώς οι βασικές αναρχικές αρχές, όπως η άμεση και αδιαμεσολάβητη συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων, η αλληλοβοήθεια και η άρνηση εξουσίας, αντιστοιχούν στην αστικοποίηση και στη θεωρία του σχεδιασμού της πόλης; Μπορείς, επίσης, να επεκταθείς στην κρίσιμη έννοια του ελέγχου από τον κάτοικο και να δώσεις παραδείγματα τέτοιων πρακτικών;

JK: Στην έρευνά μου, έχω μια συγκεκριμένη εστίαση στη γενιά των γεωγράφων, αρχιτεκτόνων και σχεδιαστών μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο που συνδύασαν πρακτική και θεωρητική εργασία μεταξύ Ιταλίας και Ηνωμένου Βασιλείου για να υποστηρίξουν τον πλήρη έλεγχο των πολιτών στον αστικό ιστό – μία έννοια πάνω στην οποία ο Bookchin, στην τριλογία του για τις πόλεις, χτίζει σιωπηρά την πλατφόρμα για τον ελευθεριακό δημοτισμό (1974, 1987). Αυτή η γενιά υπερασπίστηκε όχι μόνο την καθοδηγούμενη και περιστασιακή συμμετοχή στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό αλλά και τον πλήρη έλεγχο των κατοίκων, την άμεση και πλήρη εμπλοκή του χρήστη στη διαδικασία σχεδιασμού, κατασκευής και κατοίκησης του δομημένου περιβάλλοντος. Αυτό, φυσικά, δεν ήταν μια νέα ιδέα. Όλοι τους υπερασπίστηκαν την αυτόνομη δράση των πολιτών βλέποντάς τους ως ικανούς να ανακαινίσουν, να χτίσουν και να μεταμορφώσουν τα σπίτια και τους δημόσιους χώρους τους με βάση το ιστορικό γεγονός ότι οι άνθρωποι φρόντιζαν ανέκαθεν τον εαυτό τους μέσω της αυτοβοήθειας και της αλληλοβοήθειας. Για αυτούς τους συγγραφείς, ένα από τα καλύτερα παραδείγματα ήταν οι μεσαιωνικές ευρωπαϊκές πόλεις που ήταν χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτού του είδους «οργανικής» χωρικής τάξης.

Η έννοια του ελέγχου των κατοίκων [dweller control] ήταν μια θεμελιώδης αρχή μεταξύ ορισμένων σημαντικών μορφών της αρχιτεκτονικής, η οποία βασίζεται στην κοινότητα, του 20ού αιώνα, όπως ο John F. Turner, ο Walter Segal, ο Colin Ward και ο Giancarlo De Carlo. Σε διάστημα αρκετών δεκαετιών, συναντήθηκαν και αντάλλαξαν ιδέες, με αξιοσημείωτα κομβικά σημεία πνευματικής συνεργασίας, όπως ο ιταλικός κύκλος αρχιτεκτόνων και σχεδιαστών, ο οποίος, πέρα από τον De Carlo, περιλάμβανε τους Ludovico Quaroni, Riccardo Mariani και Carlo Doglio. Μαζί αυτοί, μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιταλίας, διαμόρφωσαν συλλογικά και εφάρμοσαν μεμονωμένα τον έλεγχο των κατοίκων ως κατευθυντήρια αρχή στους αντίστοιχους τομείς τους. Μεταξύ των πιο γνωστών παραδειγμάτων είναι τα συμμετοχικά σχέδια για τις εργατικές γειτονιές στο Terni και το Mazzorbo που έγιναν από τον De Carlo κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 ή οι μικρο-γειτονιές του Walter’s Segal στην περιοχή Lewisham του Λονδίνου από τη δεκαετία του 1980. Όχι και τόσο συνηθισμένες αναφορές είναι τα εξαιρετικά πειράματα «αστικής σφεντόνας» (Proli 2017) αυτόνομων «αναπτυξιακών σχεδίων» και «κοινοτικών αντεστραμμένων απεργιών» στην αγροτική Σικελία της δεκαετίας του 1960 από τον Doglio και τον Camilo Dolci, ή οι νέες πόλεις Do-It-Yourself που προωθήθηκαν από τον Colin Ward στο Lightmoore του Ηνωμένου Βασιλείου, Telford.

Αυτές οι συνεργασίες έγιναν παράλληλα με τις σκόπιμες διεθνικές προσπάθειες για την προώθηση ενός συγκεκριμένου οράματος στον τομέα του σχεδιασμού. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αυτοί οι αρχιτέκτονες θεώρησαν τον πολεοδομικό σχεδιασμό ως ένα «επαναστατικό εργαλείο» για κοινωνική αλλαγή στη βάση, υποστηρίζοντας την ελεγχόμενη από τους πολίτες πολεοδομία ως τρόπο ενδυνάμωσης των τοπικών κοινοτήτων ώστε να αμφισβητήσουν την κρατική εξουσία. Η προσέγγισή τους επηρεάστηκε από αναρχικούς στοχαστές όπως ο Reclus, ο Kropotkin και ο Morris, καθώς και από τις ιδέες περί σχεδιασμού των Geddes και Howard. Ένα από τα αγαπημένα μου αποφθέγματα είναι του Doglio, στο οποίο ορίζει την ενεργό κοινωνία ως μια οργανωμένη ομάδα από άτομα που είναι «ικανά να εκφράζουν αυτόνομες τάσεις προς την καινοτομία και την ανάπτυξη, αλλά και να σέβονται και να φροντίζουν τις παραδόσεις και τους κοινούς τόπους και την ικανότητα για αυτοοργάνωση και συλλογική σύνθεση, βασισμένη σε γενικευμένες αξίες συνοχής, εμπιστοσύνης και συνεργασίας».

YT: Τι χώρος μένει για τέτοιες ελευθεριακές αρχές στις σύγχρονες πόλεις;

JK: Σήμερα, με μια χρονική απόσταση, μπορούμε να αξιολογήσουμε τις προσπάθειές τους στο πλαίσιο της κοινωνικής οικολογίας, το οποίο μας επιτρέπει να επαναπροσδιορίσουμε το δομημένο περιβάλλον όπως το φτιάχνουν πολιτικά υποκείμενα που τείνουν να επιστρατεύουν αξίες όπως η αλληλοβοήθεια, η αυτοπρωτοβουλία, η συνεργασία και η άμεση δράση για την επίτευξη της κοινωνικής αναπαραγωγής, της σχετικής ατομικής ελευθερίας και της ρύθμισης της επάρκειας. Αυτό που συναντά κανείς σε έναν περίπλοκο ιστό που αποτελείται από παράνομα οικόπεδα, αυτόνομα εδάφη, εκχωρήσεις, καταλήψεις κτηρίων και γης, σχέδια συμμετοχικού σχεδιασμού, άμεσες δράσεις γειτονιάς, τακτικές αυτοάμυνας απέναντι στις εξώσεις, κοινωνικές υπηρεσίες με βάση την κοινότητα, ιδιόκτητες κατοικίες και παιδικές ξύλινες παράγκες είναι μια ριζική πολλαπλότητα τοπικής, τοποθετημένης γνώσης για το πώς χαράσσουμε τον χώρο για τον εαυτό μας σε αυτόν τον κόσμο.

Γνωρίζω ότι ο κόσμος είναι γεμάτος από αυτά τα παραδείγματα αυτοοργανωμένης κοινωνικής δράσης, αλλά θα παραμείνω στη Βαρκελώνη, η οποία έχει μακρά ιστορία πολεοδομικών σχεδίων που έγιναν από γείτονες-ισσες, σε αντίθεση με πλάνα σχεδιασμού που συνέβησαν από αυταρχικές διοικήσεις πόλεων. Αυτά είναι γνωστά ως Pla Popular σχέδια και από το 1970 έως τη δεκαετία του 1990, υπήρχαν μια ντουζίνα από αυτά που φτιάχτηκαν σε γειτονιές όπως οι La Verneda, La Pau, ή το πιο γνωστό της Santa Coloma, με συντονιστή τον Xavi Valls. Αυτή η αλλαγή της κλίμακας αυτού που θεωρούμε αυτόνομη κοινωνική δράση, από συνηθισμένα παραδείγματα καταλήψεων, αυτόνομων κοινωνικών κέντρων και κοινοτικών κήπων προς την οργάνωση μιας ολόκληρης γειτονιάς για τη δημιουργία αυτοσχέδιων αστικών σχεδίων, είναι για μένα ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα.

Σχεδιασμός εικόνας: Jere Kuzmanić and Predrag Milić

Ωστόσο, θα πρέπει να έχουμε κατά νου πώς όλα αυτά προκύπτουν από κοινότητες που βασίζονται στις βασικές αρχές της άμεσης δράσης και της αυτοδυναμίας, όταν, σε μικρότερη κλίμακα, καθίσταται απαραίτητο να αλλάξει η καθημερινότητα των πιο ευάλωτων πολιτών, των μεταναστριών, των ηλικιωμένων, των παιδιών και των ενηλίκων χωρίς χαρτιά. Σήμερα, συμμετέχω σε ένα νέο αυτοδημιούργητο πολεοδομικό σχέδιο με το όνομα Pla Popular de Barris de Muntanya. Στην ίδια περιοχή όπου εργαζόμαστε, πριν από μερικούς μήνες, ανεξάρτητα από το δικό μας σχέδιο, οι γείτονες της Vallcarca έφτιαξαν τον δικό τους σταθμό λεωφορείων για τη γραμμή 87 από παλιοσίδερα και κάποια υπολείμματα οικοδομικών υλικών. Η παρέμβαση έγινε αμέσως μετά το καλοκαίρι, πιθανότατα αφού οι κάτοικοι βαρέθηκαν να περιμένουν στην πλαγιά δίπλα σε μια μεταλλική πινακίδα κάτω από τον καυτό ήλιο χωρίς σκιά και χώρο για να καθίσουν, σε συνθήκες που επηρέαζαν περισσότερο τους μεγαλύτερους γείτονες αυτής της λοφώδους εργατικής περιοχής . Αυτή η περίεργη μινιατούρα ανατρεπτικής πολεοδομίας έλαβε χώρα στη γειτονιά που είναι γνωστή για τις ιδιόκτητες κατοικίες και την αντίσταση στην κερδοσκοπία των ακινήτων, συγκεκριμένα στον μεγιστάνα των κατασκευαστικών Núñez i Navarro (πρώην πρόεδρος της FC Barcelona), ο οποίος αγόρασε ένα μεγάλο μέρος του ιστορικού πυρήνα του πρώην ημι-αγροτικού περίχωρου της Βαρκελώνης για να το μετατρέψει σε πολυτελή κατοικία (Antunes et al. 2020). Στον συνεχή αγώνα για τη διατήρηση της Vallcaraca, η οποία «ή θα είναι αγροτική ή δεν θα είναι», οι κάτοικοι χρησιμοποιούν ποικίλες μορφές άμεσης και κοινωνικής δράσης, όπως καταλήψεις άδειων οικοπέδων, καταλήψεις κτηρίων, συνεταιρισμούς στέγασης και αυτόνομα κοινωνικά κέντρα.

YT: Βλέπουμε πως η σημασία του γνήσιου δημόσιου χώρου για τα αστικά περιβάλλοντα είναι ιδιατέρως σημαντική, ειδικά υπό το φως των συνεχιζόμενων προσπαθειών γραφειοκρατιών και εταιρειών να τον στρέψουν στον ιδιωτικό τομέα.

JT: Νομίζω ότι αυτό το τελευταίο παράδειγμα δείχνει καλά πώς οι ανοιχτοί χώροι των πόλεων είναι πολύπλοκα δίκτυα κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων και ο «δημόσιος» χαρακτήρας του χώρου δέχεται συνεχή πίεση ώστε να γίνει ένα εμπόρευμα που δίνει προτεραιότητα στις οικονομικές σχέσεις έναντι των κοινωνικών. Με τους όρους του Landauer, νομίζω ότι το καθήκον μας, όσον αφορά τον δημόσιο χώρο, είναι να δημιουργήσουμε διαφορετικές σχέσεις απέναντί του και να τον υπερασπιστούμε ως υποδομή για οριζόντιους κοινωνικούς δεσμούς έναντι της συνεχούς απειλής της εμπορευματοποίησης και της κερδοσκοπίας, αλλά και της υπερ-διοίκησης, του καλλωπισμού και της εξομάλυνσής του. Όλα αυτά δεν ταιριάζουν στην «εικόνα» της οικονομικά δυναμικής πόλης. Αυτό σημαίνει ότι οι ισχυρές γειτονιές με ενεργές πρωτοβουλίες βάσης, γιορτές, κοινωνικούς χώρους και ένστικτα αυτοάμυνας θα ξέρουν πάντα πώς να χρησιμοποιούν τον δημόσιο χώρο για τις ανάγκες τους. Αυτές οι σχέσεις χτίζονται συνεχώς μέρα με τη μέρα.

Θα πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη επίγνωση του πόσο οι σχέσεις γειτονίας αποτελούν τον πυρήνα των επιτυχημένων κοινωνικών κινημάτων. Από το Αμβούργο μέχρι την Αθήνα, από τη Βαρκελώνη μέχρι τη Μπολόνια, ολοένα και λιγότερες είναι αυτές οι πόλεις που έχουν «αυτόνομες» γειτονιές.

Μία από τις δραστηριότητες που κάναμε ως μέρος του Pla Popular de Barris de Muntanya ήταν η οργάνωση Fiesta Ta-Ta-Xin, η οποία πήρε το όνομά της από τις παλιές χορευτικές κινήσεις που χαρακτηρίζουν τους μετανάστες της εργατικής τάξης οι οποίοι άρχισαν να χτίζουν μόνοι τους παράνομα σπίτια στην κορυφή αυτού του λόφου. Η κουλτούρα της αυτοδυναμίας τους αντικατοπτρίζεται τώρα στις προσπάθειές μας να ξαναχτίσουμε το δίκτυο στη γειτονιά που μάχεται ενάντια στον τουρισμό, την κερδοσκοπία και τον εξευγενισμό (gentrification). Η γιορτή γινόταν, φυσικά, σε δημόσιο χώρο για μια ολόκληρη μέρα με άτομα από διάφορες τοπικές ομάδες. Μέλη συνοικιακών συλλόγων μαζί με καταληψίες και άτομα από κοινωνικά κινήματα οργάνωσαν μια ολοήμερη δράση για όλους τους τύπους κατοίκων της περιοχής. Το βλέπω ως ένα πιθανό παράδειγμα για το πώς μπορούν να υπερασπιστούν οι διαφορετικές σχέσεις με τον δημόσιο χώρο, μέσω της κοινωνικής δράσης.

YT: Ποια είναι η σημασία της στέγασης για ένα ζωντανό και συμμετοχικό αστικό περιβάλλον, υπό το φως των κινημάτων του δικαιώματος στη στέγαση παγκοσμίως;

JK: Η στέγαση είναι ο πολιτικός αγώνας της γενιάς μας. Η κοινωνία στην οποία ζούμε βασίζεται περισσότερο στην οικονομία της εκμετάλλευσης ακινήτων και της εξόρυξης ενοικίων. Ως εκ τούτου, η νέα γλώσσα, αυτή της ιδιοκτησίας, του αποκλεισμού, της επισφάλειας στέγασης, της οικογενειακής κληρονομιάς, του κοινωνικού διαχωρισμού και της περιβαλλοντικής δικαιοσύνης, ορίζει ποιες ευκαιρίες έχουν οι άνθρωποι όσον αφορά την αυτοπραγμάτωση. Υπάρχει ένα πρόσφατο άγριο ρητό μεταξύ της νεολαίας στην Κροατία που περιγράφει καλά το πώς η στέγαση διαμορφώνει την προοπτική των νέων: «Ζωντανοί γονείς, νεκρό κεφάλαιο».

Το πού ζούμε καθορίζει την κοινωνική μας θέση όσο και το τι κάνουμε για να βιοποριστούμε. Ωστόσο, μεγάλο μέρος αυτής της συζήτησης συχνά στρέφεται σε μια κουβέντα για το Δικαίωμα στη Στέγαση, όπως διασφαλίζεται μέσω της αφαίρεσης και της γραφειοκρατικοποίησης της πρόσβασης στον ζωτικό χώρο από το κράτος, ή λίγο πολύ από την ρυθμιζόμενη αγορά. Μεγάλο μέρος της συζήτησης για τη στέγαση γίνεται αντιληπτό μόνο ως ένα ζήτημα του ποσού των κοινωνικών και οικονομικά προσιτών κατοικιών που διατίθενται στην κοινωνία, των επιδοτήσεων και των δανείων, των κρατικών και τοπικών πολιτικών και, στα περισσότερα «προοδευτικά» πλαίσια, των συνεργατικών οδών για την κατασκευή οικιστικών μονάδων.

Αυτό που έμαθα από αυτή την εξαιρετική ομάδα συγγραφέων, ειδικά από τον Colin Ward, ο οποίος έγραψε πολλά πολύ ενδεικτικά βιβλία για θέματα στέγασης (Tenants Take Over, Housing: Anarchist Approach, Cotters and Squatters, Talking Houses κ.λπ.), είναι ότι το η έννοια του Δικαιώματος στη στέγαση λειτουργεί ως διαμεσολαβητής που απομακρύνει τον τελικό χρήστη από την πραγματική αυτονομία και τον έλεγχο της διαδικασίας στέγασης. Τι σημαίνει αυτό; Δεν θα μιλήσουμε για τη στέγαση (μόνο) ως κάτι που παρέχεται μέσω της δημόσιας διοίκησης ή της δυναμικής της αγοράς. Αντίθετα, θα πρέπει (επίσης) να αναζητήσουμε ένα τρίτο μονοπάτι, αυτό που αυξάνει τις ελευθερίες των ανθρώπων να στεγάζονται, όπως έκαναν ιστορικά, με μέσα αυτο-οικοδόμησης, με δομές που είναι πιο προσαρμόσιμες στους κύκλους ζωής και μη πυρηνικά ζωντανές ομάδες, με οικονομικές σχέσεις που έχουν τις γεωγραφικές και κοινωνικές τους παραμέτρους στενά συνδεδεμένες με κοινωνικές δομές στις οποίες μπορούν ελεύθερα να βασίζονται οι ενοικιαστές.

Θα πρέπει να υπάρξει περισσότερη συζήτηση σχετικά με το πώς θα ανακτηθεί αυτή η «ελευθερία στην οικοδόμηση». Προφανώς, αυτό επιστρέφει τη μπάλα στο πεδίο αυτού που είναι γνωστό ως «ερώτημα της γης», το ζήτημα της πρόσβασης στους πόρους. Πώς γίνεται η διαχείριση και η παροχή της γης στην οποία μπορούμε να χτίσουμε; Ποιες είναι οι σχέσεις ιδιοκτησίας στην πόλη και πώς μπορούν να αμφισβητηθούν ριζικά; Πώς μπορούν οι ενώσεις ενοικιαστών να έχουν μεγαλύτερη εξουσία σε μεγάλες κατοικίες και πώς η συντήρηση των οικιστικών μονάδων μπορεί να γίνει μέρος της κοινωνικής και οικονομικής αυτονομίας του τελικού χρήστη; Πόσος έλεγχος θα δοθεί στην αγορά και στην κυβέρνηση στις συνθήκες διαβίωσής μας; Εδώ ο De Carlo εντοπίζει καλά τις δυνατότητες του πολεοδομικού σχεδιασμού για την αναμόρφωση των κοινωνικών συγκρούσεων: «Ο πολεοδομικός σχεδιασμός μπορεί να γίνει επαναστατικό όπλο εάν τον σώσουμε από το τυφλό μονοπώλιο της εξουσίας και τον μετατρέψουμε σε κοινοτικό όργανο έρευνας της κοινωνικής ζωής και των πραγματικών αναγκών».

Ξέρω ότι αυτό ακούγεται λίγο αφηρημένο, αλλά ενθαρρύνω τους αναγνώστες να διαβάσουν έργα των Colin Ward, Giancarlo De Carlo, John Turner, Hassan Fathy, Dolores Hyden και άλλων που φαντάζονταν τη στέγαση ως κομμάτι της θεμελίωσης για την αυτονομία των ανθρώπων.

YT: Ποιες είναι οι σκέψεις σου σε σχέση με το πολιτικό εγχείρημα/στρατηγική του Ελευθεριακού Δημοτισμού, που πρεσβεύουν οι Κοινωνικοί Οικολόγοι και τα κοινωνικά κινήματα; Ποιες είναι οι προοπτικές για αυτό σε μια εποχή ανερχόμενης ακροδεξιάς κυριαρχίας και περιβαλλοντικής κατάρρευσης;

JK: Όπως ανέφερα παραπάνω, το έργο του Murray Bookchin έχει τον ρόλο του σε μια ολιστική εικόνα του πώς τα ελευθεριακά κινήματα βλέπουν τη σχέση μεταξύ των ανθρώπων και του περιβάλλοντός τους. Εμφανίζεται ως οριακή αναφορά στην έρευνά μου, καθώς το εκλεκτό και διεπιστημονικό του έργο παρέμεινε σχετικά ανεξάρτητο από την ομάδα συγγραφέων που μελετώ. Νομίζω ότι η «αστική» [της πόλης] τριλογία του Bookchin, στην οποία αναπτύσσει την ιδέα του Ελευθεριακού Δημοτισμού ως εναλλακτικής λύσης στην κρατοκεντρική διαχείριση του αστικού χώρου, είναι ένα από τα απαραίτητα αναγνώσματα της σύγχρονης πολιτικής θεωρίας των πόλεων. Αναφέρεται πολύ στους Mumford και Kropotkin, και πράγματι, η πρώτη δημοσίευση του έργου του στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν στο περιοδικό Anarchy του Ward στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Τα άρθρα που δημοσιεύτηκαν εκεί ήταν ο πυρήνας του βιβλίου του Post-Scarcity Anarchism. Οι δυο τους συνέχισαν να διαβάζουν και να σέβονται ο ένας τον άλλον, αν και διαφωνούσαν σε πολλά θέματα. Ωστόσο, νομίζω ότι έχουν περισσότερα κοινά παρά διαφωνίες. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη συνάφειά τους στις πολεοδομικές μελέτες του 21ου αιώνα και στις σύγχρονες αστικές μελέτες στο πλαίσιο της πλήρους αυτοκαταστροφής της κρατικής δημοκρατικής φάρσας και της ιδεολογικής σχιζοφρένειας στην οποία είμαστε όλοι ενσωματωμένοι συμπεριλαμβανομένου του πλανήτη μας, τον οποίο φαίνεται να μην μπορούμε να φροντίσουμε σαν το σπίτι μας.

Εκτιμώ τον δημοτισμό του ριζοσπαστικού ρεύματος του Bookchin περισσότερο από αυτόν που πρόσφατα εμφανίστηκε ως δημοτισμός της τοπικής πολιτικής πόλεων σε πόλεις όπως η Βαρκελώνη ή το Ζάγκρεμπ. Όλα αυτά που συνέβησαν στη Βαρκελώνη και το πώς υπερψηφίστηκε από το μεγάλο κεφάλαιο μάς δείχνουν ότι η εσωτερική αρχιτεκτονική της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας δεν ενδιαφέρεται για την πραγματική δημοτική αυτονομία — είναι πολύ μακριά από αυτό. Γι’ αυτό, αναζητώντας ελευθεριακές εκδοχές της δημοτικής διακυβέρνησης, χρειάζεται να εξετάσουμε πιο λεπτές κλίμακες αυτόνομης κοινωνικής δράσης.

Πρεσβεύω ότι οι γειτονιές είναι η σωστή κλίμακα – ή ακόμα μικρότερες, κοινότητες δρόμων, προαστιακές άτυπες οικίες, συμμορίες παιδιών και πανεπιστημιακά επαγγέλματα, οι κατανομές μεταξύ των γραμμών τρένων και άλλες ριζωμένες κοινοτικές προσπάθειες όπως αυτή της Vallcarca στη Βαρκελώνη ή το χωριό Jinwar στη Rojava. Πράγματι, εκτός από το να αναζητούμε βαθύτερα τις αστικές κοινότητες, μπορούμε να στρέψουμε την εστίασή μας σε πιο αγροτικές αυτόνομες περιοχές, με τη Rojava και την Τσιάπας να είναι τα πιο ανεπτυγμένα παραδείγματα. Ωστόσο, υπάρχουν πολλά άλλα μέρη όπου η κουλτούρα αυτοοργάνωσης έχει διοχετευθεί σε δημοτικά όργανα, όπως παρουσιάζει ο J.C. Scott στα βιβλία του. Ένα συνυφασμένο στρώμα μεταξύ της κοινωνικής ιστορίας και του παρόντος σχεδόν σε οποιοδήποτε μέρος στο οποίο είναι συνεχώς εγκατεστημένο προσφέρει ενδείξεις για το πού να αναζητήσετε περισσότερη αυτονομία σε ένα δομημένο περιβάλλον. Ο Ward επισημαίνει αισιόδοξα αυτή την πλουραλιστική αλλαγή στην καθημερινή, παρενθετική αλλαγή: «Μόλις αρχίσετε να βλέπετε την ανθρώπινη κοινωνία από μια αναρχική σκοπιά, ανακαλύπτετε ότι οι εναλλακτικές είναι ήδη εκεί, στα διάκενα της κυρίαρχης δομής εξουσίας. Εάν θέλετε να οικοδομήσετε μια ελεύθερη κοινωνία, τα μέρη είναι όλα κοντά» (Ward 1973, 14).

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, στην έρευνά μου, δίνω ιδιαίτερη προσοχή σε αυτή την πτυχή της συνέχειας της επιρροής, διότι αν κατανοήσουμε την ιστορία της αυτοοργάνωσης (και τον έλεγχο του οικιστικού περιβάλλοντος ως μια πτυχή της) όχι ως αρχιπέλαγος μεμονωμένων πειραμάτων αλλά ως αλληλένδετο στρώμα της κοινωνικής μας ιστορίας, θα μπορούσαμε να καταλάβουμε ότι έχουμε πολύ μεγαλύτερο πολιτικό έργο στα χέρια μας, με την κατάλληλη γνώση, μνήμη, επιτυχίες και αποτυχίες που συνδέονται με τις ίδιες τις ρίζες του πώς ήταν οι χώροι μας φτιαγμένοι για αιώνες. Μια τέτοια άποψη θολώνει τις διχοτομίες αστικού και αγροτικού, κεντρικού και περιφερειακού, συμπαγούς και μεταβολικού. Αναπλαισιώνει τον πολεοδομικό σχεδιασμό όχι ως μια δυαδική αντίθεση στην ανεξέλεγκτη αστικοποίηση, όπως οι περισσότερες σύγχρονες θεωρίες, αλλά ως ένα πλήθος κουλτούρων σχεδιασμού στην περίπλοκη κοινωνική οικολογία του δομημένου περιβάλλοντος.

Αφήστε ένα σχόλιο

one + nine =