Η μεταφυσική της Τεχνητής Νοημοσύνης και ο τεχνοσκεπτικισμός

0

του Αλέξανδρου Σχισμένου

Χρησιμοποιείτε Τεχνητή Νοημοσύνη; Από πότε;

Υποθέτω, το νωρίτερο από τις 30 Νοέμβρη του 2022. Όταν ο Σαμ Αλτμαν της OpenAI λάνσαρε παγκοσμίως το ChatGPT. Υπήρξε άραγε κάποια τεχνολογική επανάσταση πίσω από την έκρηξη της ΤΝ; Όχι. Οι τεχνολογικές επαναστάσεις που αποτελούν αναγκαίες συνθήκες της Τεχνητής Νοημοσύνης συνέβησαν παλαιότερα. Το 1991, συνέβη η επανάσταση του Internet και της παγκόσμιας ψηφιακής δικτύωσης των χρηστών χάριν στον Τιμ Μπερνερς Λη που εφύηρε τον Παγκόσμιο Ιστό [www]. Η παγκόσμια δικτύωση των χρηστών υπήρξε η πρώτη αναγκαία κοινωνικο-ιστορική προϋπόθεση της ΤΝ. Το 1995 άρχισε η εμπορική χρήση του Διαδικτύου από κεφαλαιοκρατικές εταιρείες. To 1998 ιδρύθηκε η Google. Αυτή η εταιρεία που δημιούργησε το πρώτο ψηφιακό επιλεκτικό ολιγοπώλιο [κυριαρχία επί της αγοράς μέσω της προτεραιότητας στην επιλογή] στις μηχανές αναζήτησης, προσέφερε την δεύτερη κοινωνικο-ιστορική προϋπόθεση της Τεχνητής Νοημοσύνης, την εξόρυξη και ταξινόμηση των δεδομένων των χρηστών.

Το 2001 περάσαμε αυτό το πρώτο κατώφλι όταν η Google επινόησε τον αλγόριθμο για το Data Extraction, την εξόρυξη, ταξινόμηση και εμπορευματοποίηση των δεδομένων των χρηστών. Αυτό προσέφερε τη δυνατότητα εκμετάλλευσης και συσσώρευσης των αποθεμάτων δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την εκπαίδευση των μηχανών Τεχνητής Νοημοσύνης με διαδικασίες μηχανικής μάθησης. Σε συνδυασμό με τη χρήση επεξεργαστών γραφικών δεδομένων παιγνίων [GPU], η έρευνα της Τεχνητής Νοημοσύνης προσανατολίστηκε στα – πλέον κυρίαρχα – Μεγάλα Γλωσσικά Μοντέλα [LLMs] που προσέφεραν στατιστικές μεθόδους αποσυναρμολόγησης, ταξινόμησης και εκ νέου συναρμολόγησης δεδομένων σύμφωνα με παρεχόμενα μοτίβα. Ψηφιακούς τρόπους δηλαδή μαζικής εκμετάλλευσης του περιεχομένου που προσφέρουν οι χρήστες.

Η τελευταία, αναγκαία, ώθηση δόθηκε από την πανδημία της CoViD19 και ο παγκόσμιος εγκλεισμός των ετών 2020-21, που μετατόπισε απότομα και βίαια την πλειοψηφία των κοινωνικών λειτουργιών, των εργασιών και των διαπροσωπικών συσχετίσεων στο ψηφιακό, διογκώνοντας το διαθέσιμο απόθεμα αποθηκευμένων πληροφοριών.

Τρία χρόνια μετά το λανσάρισμα του ChatGPT φαίνεται πως όλοι χρησιμοποιούν την ΤΝ. Ή μήπως μας χρησιμοποιεί η ΤΝ; Εισερχόμαστε σε μία εποχή όπου πρώιμες εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης μετασχηματίζουν τον δημόσιο χρόνο της κοινωνικής συνύπαρξης.

Μέχρι τώρα, το πλατύ κοινό έχει επιδείξει δύο αντίθετες στάσεις απέναντι στην Τεχνητή Νοημοσύνη. Ας ονομάσουμε την πρώτη στάση, που πιστεύει άκριτα τις υποσχέσεις των μεγάλων εταιρειών πως η ΤΝ θα βελτιώσει την ανθρώπινη ζωή, τεχνολατρεία και την αντίθετη στάση, που αρνείται κάθε εμπλοκή με την ΤΝ καθώς φοβάται την υποδούλωση των ανθρώπων στη μηχανή, τεχνοφοβία.

Ίσως είναι καιρός να ανοίξουμε έναν ενδιάμεσο δρόμο στην έρευνά μας, που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τεχνοσκεπτικισμό, εκκινώντας από τη φιλοσοφική θέση του ψηφιακού ανθρωπισμού. Ψηφιακός Ανθρωπισμός σημαίνει ότι στην αρχή και το τέλος κάθε ψηφιακού συστήματος υπάρχει το ανθρώπινο υποκείμενο, ως δημιουργός, χρήστης και νοηματοδότης. Υποδηλώνεται ακόμη ένα φιλοσοφικό αξίωμα, ότι η τεχνολογία δεν είναι ουδέτερη, αφού εμπεριέχει το ανθρώπινο υποκείμενο και πραγματώνει την ηθική του. Μια τεχνολογία νοείται ουδέτερη μόνο εάν δεν γίνεται κατανοητή ως τεχνολογία – αλλά ως φύσις.

Η δική μας νοημοσύνη είναι φύσις, με την έννοια της καθολικής ενεργού πραγματικότητας, στο βαθμό που είμαστε έμβια όντα με αυτοφυή γνωστική και φαντασιακή ικανότητα. Και, παρόλο που οι εκδηλώσεις της δεν είναι ουδέτερες ή προκαθορισμένες, αυτή καθαυτή αποτελεί την πρωταρχική συνθήκη για κάθε κρίση, άρα προηγείται των εκδηλώσεών της ως προϋπόθεση. Όμως η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι εξ ορισμού τεχνική, δηλαδή δευτερογενής. Άρα, σε ένα πρώτο βήμα, η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν είναι νοημοσύνη, εάν θεωρούμε τη νοημοσύνη φύσει.

Η δική μας νοημοσύνη εκδηλώνεται μέσα από τη θέσμιση της τεχνικής, δηλαδή, με Καστοριαδικούς όρους, το τεύχειν, πάνω στην κοινωνική θέσμιση του λόγου, δηλαδή του λέγειν.

Λέγειν και Τεύχειν, αποτελούν τους βασικούς θεσμούς του κοινωνικο-ιστορικού κόσμου, δηλαδή το νοηματικό πλαίσιο της ανθρώπινης υποκειμενικότητας ως πολιτικού όντος – όντος που ζει εν κοινωνία με τυπικούς μα αυθαίρετους, ασταθείς κανόνες. Η ανθρώπινη υποκειμενικότητα υπήρξε παραδοσιακά ο κατεξοχήν φορέας του λόγου, του εννοημένου λέγειν, το έλλογο υποκείμενο.

Στο βαθμό που το λέγειν γινόταν αντιληπτό ως μίμηση μιας ανώτερης υποκειμενικότητας, του Θεού, το ομιλούν υποκείμενο θεωρούταν ως φερέφωνο, δηλαδή φορέας αιωνιότητας. Στο βαθμό που το λέγειν αποδιδόταν αποκλειστικά στην ανθρώπινη υποκειμενικότητα, το ομιλούν υποκείμενο θεωρούταν ως αυτεξούσιο, δηλαδή αρχή του μέλλοντος.

Η Τεχνητή Νοημοσύνη αναιρεί, για πρώτη φορά, αυτή τη συσχέτιση του λόγου με την ανθρώπινη υποκειμενικότητα. Η ιδιότητα του λέγειν περιστέλλεται στην τεχνική, ως υπο-λειτουργία του τεύχειν. Έτσι η Τεχνητή Νοημοσύνη φέρνει κάτι πρωτοφανές στον κόσμο, αυτό που ο Luciano Floridi αποκάλεσε το “διαζύγιο μεταξύ της νοημοσύνης και της δεξιότητας.” Αν σταματήσουμε να μιλάμε για Τεχνητή Νοημοσύνη και αρχίσουμε να μιλάμε επακριβώς για Μεγάλα Γλωσσικά Μοντέλα, μοντέλα διευρυμένης επεξεργασίας της γλώσσας, το θέμα μας απομαγεύεται.

Ένα από τα ενδιαφέροντα νέα τον Γενάρη του 2024, ήταν η βράβευση της 33χρονης Γιαπωνέζα Rie Kudan με το ιαπωνικό βραβείο Akutagawa για τη νουβέλα της Tōkyō-to Dōjō Tō που έγραψε κατά 5% με τη βοήθεια του ChatGPT.

Σε τι χρησιμοποίησε την Τεχνητή Νοημοσύνη; Όπως έγραψαν οι London Times, «Ένα από τα θέματα του βιβλίου είναι ο τρόπος με τον οποίο οι «τρυφερές και ασαφείς λέξεις» θολώνουν τις ιδέες για τη δικαιοσύνη, και για να τις αναπαραγάγει η Kudan στράφηκε στο ChatGPT».

Δηλαδή, έψαχνε να βρει αμφίσημες λέξεις που χρησιμοποιούνται για τη χειραγώγηση με ήρεμο και υπαινικτικό τρόπο, λέξεις της δημόσιας συνομιλίας και όχι κυριολεξίες ή επιστημονικούς όρους – αναζητούσε την σαφήνεια της ασάφειας. Άρα, απευθύνθηκε στο ChatGPT και εκείνο έψαξε όλους τους δικούς μας – της υπόλοιπης ανθρωπότητας – δημοσιευμένους λόγους για να εντοπίσει τις κατάλληλες φράσεις.

Η ιδέα ανήκε στη συγγραφέα, το νόημα που ήθελε να εκφράσει επίσης, το φαινόμενο που προσπαθούσε να αποδώσει γνώριζε ότι υφίσταται στη γλώσσα – της έλειπαν οι συγκεκριμένες φράσεις που της έδωσε η μηχανή από αυτό το νεκροταφείο συγγραφέων που είναι το διαδίκτυο. Της έλειπε δηλαδή η λέξις, που θα έλεγε ο Αριστοτέλης, ενώ η ίδια κατείχε τη διάνοια. Μα μήπως τότε, της έλειπε η λογοτεχνία;

Και πού τη βρήκε; Από τη μηχανή; Όχι, η μηχανή δεν έγραψε τίποτε, απλώς επανασυναρμολόγησε τα ήδη λεχθέντα. Άρα, από το παγκόσμιο κοινό. Η μηχανή πήρε δηλαδή τα λεχθέντα του παγκόσμιου κοινού, τα συναρμολόγησε κατά εντολή της συγγραφέως και της τα έδωσε, εκείνη τα κατέγραψε και τα ξαναέδωσε με διαφορετική συναρμογή πίσω στο παγκόσμιο κοινό. Μα, αυτό δεν είναι η λογοτεχνία και χωρίς τη μηχανή;; Δεν είναι όλα ήδη λεχθέντα;

Μήπως η μηχανή δεν υποκαθιστά τη συγγραφέα αλλά τον συνομιλητή της, τον επιμελητή της, τον διορθωτή της, δηλαδή όλα εκείνα τα πρόσωπα που θα μετείχαν στη δημιουργική τελείωση του έργου – πιθανώς χρησιμοποιώντας φράσεις τους; Και ακόμη περισσότερο, στο ασυνείδητο επίπεδο, απλώς μέσω της ανθρώπινης επικοινωνίας; Αυτό διαμεσολαβεί η μηχανή κατά τρόπο απροσδιόριστο: Την ανθρώπινη επικοινωνία.

Πιο ανησυχητικό είναι πως η Kudan χρησιμοποίησε τη μηχανή επίσης για να συζητήσει θέματα της προσωπικής της ζωής που «ένιωθε ότι δεν μπορούσε να τα πει σε κανέναν», σύμφωνα με το CNN.

Καταρχήν, αυτό είναι ένα μέτρο της μοναξιάς της, όπως και της μοναξιάς της κοινωνίας της – άσχετο με τη μοναχικότητα της γραφής. Δηλαδή η μηχανή αντικατέστησε την ανθρώπινη παρουσία κατά τον αντικατοπτρισμό εαυτού. Υπάρχει μια ειλικρίνεια της συγγραφέως στη χρήση της μηχανής για τη νουβέλα της γιατί δεν υποκαθιστά τη δημιουργικότητά της, αλλά την κοινωνικότητά της – την υποβαθμίζει σε δευτερογενή εμπειρία. Ίσως όμως εκεί να είναι η λογοτεχνία, στην εμπειρία της πρωτογενούς κοινωνικότητας.

Ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι πώς το πρόσωπο, το βιβλίο αλλά και το βραβείο – που αφορά συγκεκριμένα μικρές ιστορίες παραφυσικής λογοτεχνίας – έγιναν παγκοσμίως διάσημα ακριβώς επειδή η συγγραφέας χρησιμοποίησε Τεχνητή Νοημοσύνη.

Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν της εξασφάλισε δηλαδή μόνο ένα βιβλίο και ένα βραβείο αλλά κυρίως την προβολή και το εύρος για να τα κεφαλαιοποιήσει – η πραγμοποίηση της συνείδησης δεν είναι συνείδηση της πραγμοποίησης.

Αυτή όμως είναι μια λειτουργία της γλώσσας που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε απεικονιστική κατά προσέγγιση. Όπως βέβαια γνωρίζουμε από την αποτυχία του Βιττγκενστάιν, η γλώσσα δεν περιστέλλεται στην απεικονιστική διάσταση. Η εκφορά λόγου είναι ένα γλωσσικό παίγνιο με τις κοινωνικά επικυρωμένες σημασίες που αντιστοιχεί σε μια μορφή ζωής. Η γλώσσα δεν προϋποθέτει μόνο το υποκείμενο ή τον νοήμονα πομπό, μα και το κοινωνικό μάγμα φαντασιακών σημασιών από όπου αντλεί το υποκείμενο τρόπους νοήματος. Η ΤΝ δεν είναι καν υποκείμενο.

H TN πραγματώνει ένα ελλειπτικό γλωσσικό μοντέλο που βασίζεται στη θεωρία της πληροφορίας του Claude Shannon, και αποτελείται από τέσσερα στοιχεία: την πηγή, τον πομπό, τον δέκτη και το κανάλι. Δεν απαιτείται ανθρώπινος παράγοντας αν η πηγή και ο δέκτης είναι υπολογιστές. Είναι μια ψηφιακή κωδικοποίηση.

Έτσι συγκροτείται η ψηφιακή εργαλειακή ορθολογικότητα που φαίνεται ως εάν κατείχε υποκειμενικότητα. Μα γνωρίζουμε εξ ορισμού ότι η ΤΝ, ως τεχνητό ψηφιακό σύστημα, δεν κατέχει εσωτερικότητα, άρα ούτε υποκειμενικότητα, πρόκειται δηλαδή για άψυχο ον καθ’ εαυτό και όχι για έμψυχο ον δι’ εαυτό. Με Αριστοτελικούς όρους, δεν κατέχει εντελέχεια, ούτε τελικότητα. Μα μπορεί να μιμείται την υποκειμενικότητα, αποτελεί δηλαδή ένα μιμητικό τεχνούργημα.

O γλωσσολόγος Roman Jakobson αντιθέτως, αναλύει τη γλωσσική πράξη με βάση ένα επικοινωνιακό μοντέλο στο οποίο συμμετέχουν έξι βασικοί παράγοντες -ο αποστολέας, ο παραλήπτης, το μήνυμα, ο κώδικας, το πλαίσιο αναφοράς και το κανάλι. Ανάλογα λοιπόν με τον παράγοντα στον οποίο εστιάζει η επικοινωνία, διακρίνονται έξι βασικές γλωσσικές λειτουργίες:

Η αναφορική εστιάζει στο πλαίσιο αναφοράς, η συγκινησιακή εστιάζει στον πομπό, η βουλητική εστιάζει στον δέκτη, η φατική εστιάζει στο κανάλι, η μεταγλωσσική εστιάζει στον κώδικα και η ποιητική εστιάζει στο μήνυμα.

Θα παρατηρήσουμε ότι προϋποθέτουν αναγκαία τον ανθρώπινο παράγοντα ως υποκείμενο και συντάκτη.
Είναι ένα διυποκειμενικό λέγειν.

Το διυποκειμενικό λέγειν αποτελεί ικανή και αναγκαία προϋπόθεση κάθε ψηφιακής κωδικοποίησης.

Ο ψηφιακός διαχωρισμός της υποκειμενικότητας από το λέγειν είναι διαχωρισμός της νοημοσύνης από τη δεξιότητα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η λογική του σχεδιασμού πληροφοριών είναι μια λογική στατιστικών προσδιορισμών και όχι μια λογική των πραγμάτων ως φορέων κατηγορημάτων. Και βασίζεται σε μια παρωχημένη, Καρτεσιανή μεταφυσική διαίρεση του νοήμονος υποκειμένου σε πνεύμα και ύλη, ψυχή και σώμα, με αποκλειστικό τρόπο συσχέτισης τον προστακτικό λογικο/κυβερνητικό έλεγχο.

Μπορούμε να μιλήσουμε πλέον για μηχανές με συνείδηση; Μα γνωρίζουμε τι είναι συνείδηση πέραν της ανθρώπινης; Η αντίληψη της συνείδησης προϋποθέτει την υποκειμενικότητα, δηλαδή την ικανότητα ανακλαστικής εποπτείας και την εσωτερικότητα, δηλαδή τον τόπο του υποκειμένου πέρα από την μορφή.

Όπως δείχνει ο Gilbert Simondon, η διαφορά μετά του έμβιου όντος και του κυβερνητικού μηχανισμού είναι ότι το έμβιο έχει εσωτερικότητα και ο ενεργής πυρήνας εντάσεων βρίσκεται στο εσωτερικό του, όπως η αριστοτελική εντελέχεια που εκφράζει το δυνατό, ενώ το αντικείμενο δεν έχει εσωτερικότητα και η ένταση βρίσκεται στην επιφάνεια – στο σημείο διεπαφής με την ενεργή πραγματικότητα.

Και, όσον αφορά το ανθρώπινο υποκείμενο, ο Καστοριάδης υπενθυμίζει:

“Δεν ομιλούμε για μια «καρτεσιανή» ψυχή, εξωτερική του σώματος, στο «εσωτερικό» του οποίου βρίσκεται φυλακισμένη και με το οποίο δεν έχει ως σημείο επαφής άλλο από τον κωνοειδή αδένα. Ομιλούμε για μια ψυχή/σώμα, για μια ψυχή που είναι «αν-επαίσθητη» διάσταση του σώματος, ένας συνεκτατός «αναδιπλασιασμός» του. (Και κάθε εκκοινωνισμός είναι προφανώς και συγχρόνως εκκοινωνισμός του σώματος, όπως, αντιστρόφως, το σώμα αποτελεί έρεισμα τού ίδιου τού εκκοινωνισμού).”

Με εγελιανούς όρους, το έμβιο ον είναι ον δι’ εαυτό ενώ το αντικείμενο είναι ον καθ’ εαυτό. Σε ποια κατηγορία ανήκει η ΤΝ;

Τον Μάρτη του 2025, ολοκληρώθηκε ένα πρωτοποριακό 7ετές πείραμα που συνέκρινε δύο επιστημονικές θεωρίες για την καταγωγή της συνείδησης.

Η Integrated information theory [IIT] λέει ότι η συνείδηση προέρχεται από την αλληλεπίδραση διαφόρων τμημάτων του εγκεφάλου, καθώς συνεργάζονται για να ενσωματώσουν πληροφορίες. Το πείραμα, ωστόσο, δεν βρήκε αρκετές διαρκείς συνδέσεις στο πίσω μέρος του εγκεφάλου για να υποστηρίξει αυτή την ιδέα. Η Global Neuronal Workspace Theory [GNWT] υποστηρίζει ότι η συνείδηση συμβαίνει στο μπροστινό μέρος του εγκεφάλου όπου δίκτυα νευρώνων επισημαίνουν και προβάλλουν πληροφορίες για να τις μεταδώσουν, αλλά δεν βρέθηκαν αρκετά στοιχεία ούτε για αυτή τη θεωρία. Όπως αναφέρεται στο δελτίο τύπου:

“Η έρευνα έδειξε ότι υπάρχει λειτουργική σύνδεση μεταξύ των νευρώνων στις πρώιμες οπτικές περιοχές του εγκεφάλου (οι περιοχές που επεξεργάζονται την όραση, οι οποίες βρίσκονται στο πίσω μέρος του εγκεφάλου) και στις μετωπικές περιοχές του εγκεφάλου, βοηθώντας μας να κατανοήσουμε πώς οι αντιλήψεις μας συνδέονται με τις σκέψεις μας. Τα ευρήματα αποδυναμώνουν τη σημασία του προμετωπιαίου φλοιού στη συνείδηση, υποδηλώνοντας ότι ενώ είναι σημαντικός για τη λογική και τον προγραμματισμό, η ίδια η συνείδηση μπορεί να συνδέεται με την αισθητηριακή επεξεργασία και την αντίληψη. Με άλλα λόγια, η νοημοσύνη έχει να κάνει με το πράττειν, ενώ η συνείδηση έχει να κάνει με το είναι.”

Η Φιλοσοφία χαμογελά συγκαταβατικά.

Η σύγχρονη ΤΝ με όρους μηχανισμού δράσης καθίσταται δυνατή από την προοδευτική μετατροπή του κοινωνικού περιβάλλοντός μας σε ένα ψηφιακό περιβάλλον προσαρμοσμένο στην επικοινωνία των μηχανών. Κάθε φορά, η επινόηση και εξάπλωση μίας νέας τεχνολογίας αποτελεί ένα κοινωνικο-ιστορικό γεγονός που, σύμφωνα με τον Καστοριάδη “κινητοποιεί την ολότητα της κοινωνικής ύπαρξης της συλλογικότητας που το γεννά: όχι μόνο τις «πνευματικές δυνατότητες ικανότητάς» της, αλλά και τη δική της οργάνωση του κόσμου και την ειδική προσέγγιση που τη χαρακτηρίζει.” [Τα Σταυροδρόμια του Λαβυρίνθου]

Και έτσι κάθε νέα τεχνολογία συνεπιφέρει μια νέα διαίρεση της πραγματικότητας, συστήνοντας νέα πεδία του εφικτού και του ανέφικτου. Έναν τέτοιο διαχωρισμό έφερε η ψηφιακή επανάσταση, ανάμεσα στον αναλογικό και τον ψηφιακό κόσμο. Η ΤΝ φαίνεται σαν μία ακόμη επέκταση του ψηφιακού κόσμου εντός του αναλογικού.

Όμως ο διαχωρισμός είναι φαντασιακός, δηλαδή κοινωνικο-ιστορικός, δηλαδή αφορά μόνο τα ανθρώπινα υποκείμενα ως κοινωνικά και πολιτικά υποκείμενα. Η γλώσσα είναι κατεξοχήν κοινωνική φαντασιακή δημιουργία αλλά και κοινωνιογενετική και οντογενετική επιτέλεση της ιδεατότητας.

Η ΤΝ είναι παράγωγο της συμβολής της γλώσσας / λέγειν και της τεχνικής / τεύχειν στο ψηφιακό πεδίο. Απαιτεί την κοινωνία των χρηστών, όπως η θρησκεία απαιτεί την κοινωνία των πιστών.

Άραγε είναι τουλάχιστον η ΤΝ ένα αποτελεσματικό εργαλείο; Φοβάμαι πως όχι. Η αρχιτεκτονική της βασίζεται στα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα. Τεχνητή Νοημοσύνη και Επιστήμη;

Ο Uwe Peters (Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης) και ο Benjamin Chin-Yee (Πανεπιστήμιο του Cambridge) δοκίμασαν δέκα από τα πιο γνωστά LLMs, συμπεριλαμβανομένων των ChatGPT, DeepSeek, Claude και LLaMA όσον αφορά την ακρίβεια των περιλήψεων που δίνουν για επιστημονικά άρθρα. Παραθέτω από τα συμπεράσματα:

“1. Δώσαμε περιλήψεις και άρθρα από κορυφαία επιστημονικά περιοδικά, όπως τα Nature, Science και The Lancet και ζητήσαμε από τα μοντέλα να τα συνοψίσουν. Σε διάστημα ενός έτους, συγκεντρώσαμε 4.900 περιλήψεις.
2. Όταν τις αναλύσαμε, διαπιστώσαμε ότι έξι από τα δέκα μοντέλα συστηματικά παρουσίαζαν υπερβολικούς ισχυρισμούς και γενικεύσεις σε σχέση με τα πρωτότυπα κείμενα.
3. Όταν τους ζητήθηκε μεγαλύτερη ακρίβεια, τα chatbots υπερέβαλαν ακόμη πιο συχνά.
4. Όταν ζητήθηκε συγκεκριμένα από τα chatbots να αποφεύγουν τις ανακρίβειες, τα μοντέλα παρήγαγαν τότε υπερβολές ακόμη πιο συχνά. Είχαν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να παράγουν υπερβολικές γενικεύσεις.
5. Αυτό το φαινόμενο είναι ανησυχητικό. Οι φοιτητές, οι ερευνητές και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορεί να υποθέσουν ότι αν ζητήσουν από το ChatGPT να αποφύγει τις ανακρίβειες, θα λάβουν μια πιο αξιόπιστη περίληψη. Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν το ακριβώς αντίθετο. Τα νεότερα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης, όπως το ChatGPT-4o και το DeepSeek, είχαν ακόμη χειρότερες επιδόσεις.”

Τεχνητή Νοημοσύνη και Επιστήμη; Ξανασκεφτείτε το. Χωρίς τη βοήθεια των chatbots.

Η κύρια λειτουργία της ΤΝ δεν είναι πλέον η λογική εξαγωγή συμπερασμάτων, αλλά η στατιστική εξαγωγή συμπερασμάτων και η συσχέτιση. Καθώς ο αριθμός των ψηφιακών συσκευών που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους είναι ήδη πολλαπλάσιος από τον ανθρώπινο πληθυσμό, η περισσότερη επικοινωνία γίνεται πλέον από μηχανή σε μηχανή χωρίς ανθρώπινη εμπλοκή, αλλά με αποδέκτες των συνθετικών πληροφοριών και των συναφών “ψευδαισθήσεων” τους ανθρώπινους χρήστες.

Ας δούμε την τρέχουσα επίδραση της Τεχνητής Νοημοσύνης στην κοινωνία των χρηστών.

Διαπιστώνουμε:

α) Μία επιτάχυνση της ροής πληροφορίας με όρους αυτοματισμού.

Η επιτάχυνση της ροής της πληροφορίας συναρτάται με τη μείωση του ανθρώπινου παράγοντα στην παραγωγή γνώσης και με την απώλεια του κοινωνικού ελέγχου επί του δημόσιου χρόνου. Στο υποκειμενικό πεδίο, η επιτάχυνση των γεγονότων της μοναχικής συνείδησης ισοδυναμεί με απώλεια του χρόνου της περίσκεψης και της ανάπαυλας και στο διυποκειμενικό πεδίο με απώλεια του δημόσιου αναστοχασμού, της παρρησίας και της συλλογικά διαβεβουλευμένης δράσης.

β) Μία ισοπέδωση της ιστορικότητας που συνεπάγεται την επικράτηση του τουριστικού χρόνου.

Η ψηφιακή επιτάχυνση περιστέλλει τον δημόσιο χρόνο στην ανταλλακτική αξία και την καταναλωτική αρχή και κατακερματίζει την ιστορικότητα σε πολλαπλές υπερκειμενικές [hyper-textual] αφηγήσεις με παραμέτρους πολλαπλών επιλογών. Μία τάση που ενισχύεται από την μετατόπιση της επικοινωνίας από τη σχέση ανθρώπου προς άνθρωπο και τον συντονισμό ανθρώπου και μηχανής προς την αλληλεπίδραση μηχανής προς μηχανή [Internet of Things].

γ) Μια νέα μορφή της επιβολής του παρελθόντος επί του μέλλοντος με τον τρόπο της αναδρομικής στατιστικής πρόγνωσης.

Τα LLMs [Μεγάλα Γλωσσικά Μοντέλα] μιμούνται στατιστικά τη γλώσσα που ήδη έχουν δημιουργήσει οι χρήστες, παράγοντας ανακυκλωμένες πληροφορίες στη βάση προτύπων. Δηλαδή αναπαράγουν το θεσμισμένο φαντασιακό και τα κυρίαρχα στερεοτύπα που στατιστικά υπερισχύουν. Συχνά εμπλουτισμένο με “ψευδαισθήσεις”, ψευδείς συνθετικές πληροφορίες, όπως τα ψηφιακά απολίθωματα, εσφαλμένα στοιχεία που διατηρούνται σε βάσεις δεδομένων εκπαίδευσης μοντέλων ΤΝ.

Όμως μία Μηχανή που μιμείται την ανθρώπινη ανταπόκριση, είναι εργαλείο άνωθεν χειραγώγησης, ασχέτως νοημοσύνης. Το τεστ Turing, που ζήτησε να θέσει τα κριτήρια μιας Σκεπτόμενης Μηχανής, έχει καταστεί τεστ της ανθρώπινης ευπιστίας. Η ΤΝ, ως ψηφιακός τελεστής, περιτυλίγει την κοινωνική πραγματικότητα και όχι το αντίθετο, μετά την πανδημική μετατόπιση βασικών κοινωνικών λειτουργιών στον ψηφιακό κόσμο.

Έτσι διαβρώνεται το κοινωνικό φαντασιακό μιας κοινής πραγματικότητας.

Τα παραπάνω αφορούν την εσώτερη διάσταση του κοινωνικού χρόνου που αφορά την ανθρώπινη συνείδηση. Όμως ριζώνουν στην εξωτερική, φυσική διάσταση. Η Τεχνητή Νοημοσύνη υποστηρίζεται από τεράστια συστήματα εξόρυξης, μονάδες εκμετάλλευσης εργασίας και αλυσίδες εφοδιασμού παγκοσμίως. Το Υλισμικό της ΤΝ, στο τρέχον πλαίσιο ανάπτυξης της τεχνολογίας κυοφορεί μια οικολογική, εκτός από κοινωνική, ανατροπή.

Για παράδειγμα, το 2025 εναέριες λήψεις του Southern Environmental Law Center έδειξαν ότι η εταιρεία Τεχνητής Νοημοσύνης του Elon Musk, η xAI που δημιούργησε το μοντέλο Grok, χρησιμοποιεί 35 μεγα-γεννήτριες αερίου μεθανίου για να τροφοδοτήσει την εγκατάσταση υπερυπολογιστών «Colossus» στο νότιο Μέμφις, που παράγει την εφαρμογή Grok. Επισήμως ο Μασκ αναμένει ακόμη την έγκριση της αρχικής αίτησης που αφορά μόνο 15 γεννήτριες. Ανεπισήμως, εγκατέστησε ήδη 35.

Το κέντρο δεδομένων άνοιξε τον Σεπτέμβριο του 2024, παρά τις διαμαρτυρίες των ντόπιων. Σύμφωνα με την τοπική εταιρεία κοινής ωφέλειας, Memphis Light, Gas and Water (MLGW), το κέντρο καταναλώνει ένα εκατομμύριο γαλόνια φρέσκου νερού και 150 μεγαβάτ ενέργειας την ημέρα. Επιπλέον, οι γεννήτριες εκπέμπουν διοξείδιο του αζώτου, που προκαλεί μη αναστρέψιμες αναπνευστικές βλάβες.

Μας φαίνεται απομακρυσμένο το Μέμφις; Και όμως, η ελληνική κυβέρνηση φιλοδοξεί να το φέρει εγγύτερα. Τα σχέδια εγκατάστασης 5 συγκροτημάτων Data Centers (Microsoft, Google, Amazon, Realty, NTT) και του υπερυπολογιστή ΔΑΙΔΑΛΟΣ στην Αττική, θα απαιτήσουν ηλεκτρική ενέργεια ισχυος 55-60MW.

Και αυτό που μας δείχνει η τρέχουσα πραγματικότητα είναι πως η απειλή της ΤΝ δεν είναι η Σκεπτόμενη Μηχανή αλλά η κερδοσκοπική απληστία των εταιρειών Τεχνητής Νοημοσύνης. Στην αρχή και το τέλος του συστήματος της ΤΝ υπάρχει το ανθρώπινο υποκείμενο, τόσο ως κατασκευαστής όσο και ως χρήστης με διττό τρόπο: ως χρήστης που ελέγχει το σύστημα και ως χρήστης που τροφοδοτεί το σύστημα, σύμφωνα με το καπιταλιστικό πρότυπο διαμερισμού: πάροχος – πελάτης. Αλλά και που ελέγχει τη ροή πληροφορίας σύμφωνα με το συγκεντρωτικό μοντέλο εξουσίας: κυβερνήτης – υπήκοος.

Όπως μας πληροφορεί το Πανεπιστήμιο Stanford η επέκταση των εφαρμογών ΤΝ σε όλα τα πεδία της επιστήμης είναι ραγδαία.

“Το 2023, ο FDA θα εγκρίνει 223 ιατρικές συσκευές με τεχνητή νοημοσύνη, από μόλις έξι το 2015. Στους δρόμους, τα αυτοκινούμενα αυτοκίνητα δεν είναι πλέον πειραματικά: η Waymo, ένας από τους μεγαλύτερους φορείς εκμετάλλευσης στις ΗΠΑ, παρέχει πάνω από 150.000 αυτόνομες διαδρομές κάθε εβδομάδα, ενώ ο προσιτός στόλος ρομποτικών ταξί Apollo Go της Baidu εξυπηρετεί πλέον πολλές πόλεις σε ολόκληρη την Κίνα.”

Διανοίγεται έτσι ένα νέο ψηφιακό χάσμα ανισότητας μεταξύ των αποικιοκρατικών κρατών και των αποικιοκρατούμενων, των πλούσιων και των φτωχών, με κριτήριο διαχωρισμού τον ψηφιακό αλφαβητισμό και την ευχέρεια χρήσης των ψηφιακών εφαρμογών ΤΝ που αντικατοπτρίζεται και στα εκπαιδευτικά προγράμματα παγκοσμίως, όπως δείχνει ο χάρτης.

Το πρόβλημα της ΤΝ είναι πρόβλημα δημοκρατίας, επειδή είναι καταρχάς ένα εργαλείο επέκτασης του Καπιταλισμού της Επιτήρησης [Surveillance Capitalism]. Η δική μας ψηφιακή επικοινωνία τροφοδοτεί και εκπαιδεύει την ΤΝ. Το πρόβλημα της ΤΝ είναι μέρος του δημοκρατικού ζητήματος της ροής της πληροφορίας.

Ο Καστοριάδης ήταν αρκετά οξυδερκής, ώστε να γράψει το 1956:

“Η μέγιστη πληροφόρηση δεν ισοδυναμεί καθόλου με την υλική συσσώρευση των δεδομένων. Σε καμία περίπτωση το πρόβλημα δεν είναι να εφοδιαστεί ο κάθε κάτοικος με μια φορητή εθνική βιβλιοθήκη […] Σε μια κοινωνία όπου ο πληθυσμός είναι απαλλοτριωμένος από την πολιτική εξουσία προς όφελος μιας συγκεντρωτικής αρχής, η βασική σχέση αυτής της αρχής με τις κατώτερες αρχές που ελέγχει και τελικά με τον πληθυσμό, μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: οι επικοινωνίες που πάνε από τη βάση στην κορυφή μεταδίδουν αποκλειστικά πληροφορίες, οι επικοινωνίες που πάνε από την κορυφή προς τη βάση μεταδίδουν βασικά αποφάσεις.” [Το περιεχόμενο του σοσιαλισμού]

Τον καιρό της ΤΝ, το πρόβλημα είναι η ένταση και επέκταση αυτής της κυριαρχικής αρχής σε όλα τα πεδία της κοινωνικής ζωής. Δημοκρατικό ζητούμενο είναι η ανατροπή του πληροφοριακού καθεστώτος ώστε να τεθούν στη διάθεση των ανθρώπων τα αναγκαία στοιχεία για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων με πλήρη επίγνωση.

Όπως πάντα, το έσχατο ερώτημα είναι πολιτικό: Ποιος ελέγχει τους παρόχους της Τεχνητής Νοημοσύνης;

Αφήστε ένα σχόλιο