Μια μπανάνα; Μα τι μπανάνα.

0

Γράφει ο Γιώργος Λούκας (εκπαιδευτικός, Ataxia School) με αφορμή το έργο τέχνης “Comedian” – η μπανάνα στο τοίχο, που πουλήθηκε για 6,2 εκατομμύρια δολάρια, και την οποία έφαγε αργότερα ο αγοραστής του έργου.

Τρεις άνθρωποι κοιτάζουν μια μπανάνα. Είναι κολλημένη σ’ έναν τοίχο με μια χαρτοταινία. Ο ένας από αυτούς, αστός πάμπλουτος επιχειρηματίας, ο άλλος, ένας διανοούμενος λακανικός ψυχίατρος, και ο τρίτος, ένας μανάβης. Αλλά όχι ο οποιοσδήποτε μανάβης· είναι ο μανάβης από τον οποίο ο καλλιτέχνης αγόρασε τη μπανάνα για 1,5 δολάριο.

Οι τρεις αυτοί άνθρωποι μιλάνε την ίδια γλώσσα για να εκφράσουν τις λειτουργικές τους ανάγκες, αλλά έχουν εντελώς διαφορετικές φωνές. Στον κόσμο τους, το νόημα της μπανάνας γίνεται πεδίο σύγκρουσης, αναστοχασμού και ειρωνείας.

Ο καλλιτέχνης τους πλησιάζει για να τους ευχαριστήσει για την παρουσία τους. Ο ψυχίατρος παίρνει τότε πρώτος τον λόγο:

Ψυχίατρος:
«Εξαιρετική η σύλληψή σας, κύριε Cattelan. Η μπανάνα σας είναι μια τέλεια απεικόνιση του ανθρώπινου τραύματος: ένα φθαρτό αντικείμενο που τοποθετείται στο συμβολικό πεδίο για να μας δείξει το κενό της επιθυμίας μας. Δεν είναι μόνο μπανάνα, αλλά ένας καθρέφτης της αέναης αναζήτησής μας για νόημα.»

Αστός:
«Α, ενδιαφέρον. Εγώ θα το έλεγα διαφορετικά. Η μπανάνα, κύριοι, είναι επένδυση. Ο κόσμος της τέχνης είναι ένα οικοσύστημα που κινεί κεφάλαια και δημιουργεί αξίες. Αυτή εδώ η μπανάνα, όσο φθαρτή κι αν είναι, έχει ήδη παράξει πολλαπλάσια αξία από το κόστος της. Τοποθετημένη σωστά, μπορεί να αποδώσει ακόμα περισσότερο. Δεν είναι θέμα επιθυμίας· είναι θέμα μάρκετινγκ .»

Μανάβης:
«Μια μπανάνα που κάνει 1,5 δολάριο, κύριοι. Αυτό είναι. Την πούλησα για να τη φάει κάποιος, όχι για να γίνει θέαμα. Με τα χρήματα που δώσατε γι’ αυτή τη μπανάνα, θα μπορούσατε να ταΐσετε χιλιάδες πεινασμένους. Εμένα η τέχνη σας μού φαίνεται αέρας κοπανιστός.»

Ψυχίατρος:
«Ακριβώς αυτή είναι η δύναμη του έργου, αγαπητέ μου μανάβη. Μας υποχρεώνει να δούμε την μπανάνα πέρα από την καθημερινή της λειτουργία. Και εσείς, κύριε επιχειρηματία, βλέπετε αξία εκεί που ο ίδιος ο καλλιτέχνης μας δείχνει το αντίθετο: την αχρηστία της υπεραξίας.»

Αστός:
«Ίσως, αλλά χωρίς το χρήμα, κύριε ψυχίατρε, κανείς δεν θα συζητούσε τώρα γι’ αυτή τη μπανάνα. Ο κόσμος λειτουργεί με βάση την αγορά, και ο Cattelan το ξέρει. Μια καλοστημένη πρόκληση είναι πάντα καλή επένδυση.»

Μανάβης:
«Πρόκληση λέτε; Εγώ βλέπω μόνο σπατάλη. Γιατί να ξοδέψετε τόσα για κάτι που θα σαπίσει; Η τέχνη, αν θέλετε τη γνώμη μου, θα έπρεπε να υπηρετεί τον κόσμο, όχι να τον κοροϊδεύει.»

Ψυχίατρος:
«Αλλά εδώ ακριβώς βρίσκεται η τραγικότητα. Η μπανάνα αυτή είναι ταυτόχρονα κάτι και τίποτα. Είναι το σύμβολο της σύγχρονης κοινωνίας, που ενώ έχει την υλική δυνατότητα να θρέψει τον κόσμο, επιλέγει να εξυψώνει το εφήμερο και το ανώφελο.»

Αστός:
«Κι όμως, ίσως γι’ αυτό να έχει αξία. Επειδή μας αναγκάζει να αναρωτηθούμε για τις προτεραιότητές μας. Την πούλησες για 1,5 δολάριο, αλλά εγώ την είδα ως ευκαιρία για κάτι μεγαλύτερο. Αυτή είναι η τέχνη: ένα παιχνίδι ερμηνειών.»

Μανάβης:
«Παιχνίδι για εσάς. Για μένα είναι το ψωμί μου. Και για όσους έρχονται στον πάγκο μου, η μπανάνα είναι ανάγκη, όχι τέχνη.»

Ο αστός πλησιάζει την μπανάνα, την ξεκολλάει από τον τοίχο και τη δαγκώνει μπροστά στα φλας των φωτογράφων.

Μανάβης:
«Έφαγε έξι εκατομμύρια σε δύο μπουκιές! Αυτό τώρα είναι τέχνη;»

Ψυχίατρος:
«Ίσως είναι το τέλος της τέχνης όπως την ξέραμε. Η μπανάνα, σύμβολο επιθυμίας και υπεραξίας, γίνεται απλώς μπανάνα ξανά. Είναι μια ειρωνική αυτοκαταστροφή του νοήματος.»

Ο αστός, καθαρίζοντας τα χέρια του, γυρίζει στους άλλους.

Αστός:
«Η τέχνη, κύριοι, δεν είναι για να μένει στον τοίχο. Είναι για να τη γεύεσαι.»

Καθώς απομακρύνεται, ο μανάβης κοιτάζει τη φλούδα.

Μανάβης:
«Άμα είναι έτσι, αύριο θα βάλω μια φλούδα πορτοκάλι στον πάγκο μου και θα γράψω “6 εκατομμύρια”. Να δούμε τι θα γίνει.»

Ψυχίατρος:
«Ίσως, φίλε μου, να κατάλαβες κάτι βαθύτερο. Αλλά θυμήσου: δεν είναι μόνο το αντικείμενο. Είναι η αφήγηση, οι θεσμοί και το κοινό που καθορίζουν την τέχνη. Το παιχνίδι δεν είναι να φτιάξεις κάτι που να μετράει· είναι να μετράς εσύ γι’ αυτούς που το βλέπουν.»

Αφήστε ένα σχόλιο

nineteen + 3 =