Κείμενο του Guido Viale στο Comune-info. Μετάφραση: Καλλιόπη Ράπτη.
Ουδεμία έκπληξις για το γεγονός ότι ο πρόεδρος της Αυτόνομης Κοινότητας της Βαλένθια, Carlos Mazòn, προσπαθεί να μπλοκάρει τα καραβάνια των νέων και των αλληλέγγυων που συρρέουν στις πληγείσες περιοχές για να φέρουν τη βοήθειά τους – νερό, φαγητό, στεγνά ρούχα, κουβέρτες, φάρμακα – και για να φτυαρίσουν τη λάσπη, να ελευθερώσουν όσους είναι ακόμα εγκλωβισμένοι, να σώσουν ό,τι μπορεί να σωθεί ακόμα κι αυτή τη στιγμή. «Λέω στους εθελοντές – είπε – πηγαίνετε στα σπίτια τους». Γιατί;
Πρώτα από όλα γιατί είναι δεξιός και αρνητής της κλιματικής αλλαγής. Δεν θέλει να διαδοθεί από αυτόπτες μάρτυρες η εικόνα του μεγέθους της καταστροφής, η οποία αποδεικνύεται πολύ μεγαλύτερη από όσα έχουν διαπιστωθεί μέχρι τώρα. Είναι κάποιος που, όπως λέει ο Altan, πιστεύει ότι «η λεγόμενη κλιματική αλλαγή μας αιφνιδιάζει εδώ και χρόνια». Επομένως, δεν συνέβη τίποτα που να δικαιολογεί την παρουσία αυτών των εθελοντών. Δεύτερον, για να ξεχάσει ο κόσμος ότι δεν σήμανε εγκαίρως συναγερμό και, ότι όντως είχε καθησυχάσει τους συμπολίτες-ψηφοφόρους του όταν μπορούσε ακόμη να σώσει πολλούς από αυτούς.
Αντίθετα, κρούει τώρα τον κώδωνα του κινδύνου, για να μπλοκάρει τις προσπάθειες διάσωσης: «Οι δρόμοι μπορεί να καταρρεύσουν» προειδοποιεί, γιατί η κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν έχει τελειώσει. Κυρίως, γιατί θέλει να ελέγχει τα πάντα. Πράγματι, εμπόδισε και τους πυροσβέστες της «μισητής» Καταλονίας να έρθουν να προσφέρουν τη βοήθειά τους. Θεωρεί ότι αρκούν οι ντόπιοι πυροσβέστες, οι οποίοι όμως ενοχλήθηκαν …
Πάνω απ’ όλα, προσπαθεί να εμποδίσει τους εθελοντές, γιατί φοβάται τον εθελοντισμό, την πρωτοβουλία από τα κάτω, τη λαϊκή κινητοποίηση και κυρίως τον ακτιβισμό των νέων, επειδή στην ενεργό αλληλεγγύη δημιουργούνται σχέσεις, οργάνωση, κοινότητα, κριτικό πνεύμα, αυτονομία. Οι προϋποθέσεις, δηλαδή, ενός εναλλακτικού προσανατολισμού σε αυτή την υποταγή που επιτρέπει σε όσους κυβερνούν να διαχειρίζονται τα πράγματα κατά το δοκούν. Προσπαθεί να τους εμποδίσει, επειδή μπορεί να γεννηθεί μια προοπτική ριζικά εναλλακτική στην αδράνεια με την οποία οι αρνητές της κλιματικής αλλαγής, αλλά όχι μόνο αυτοί, συνεχίζουν τις δουλειές τους προσπαθώντας να κρύψουν τους κινδύνους που απειλούν τη ζωή και τη συνύπαρξη όλων.
Η σκέψη μας προφανώς πηγαίνει στους λεγόμενους «άγγελους της λάσπης», τη λαοθάλασσα, κυρίως νέων ανθρώπων, που έσπευσαν αυθόρμητα να αντιμετωπίσουν τις ζημιές της πλημμύρας της Φλωρεντίας το 1966. Μια κινητοποίηση που εντυπωσίασε και εκείνους, που εξήντα χρόνια πριν, αποδοκίμαζαν ήδη τον καταναλωτισμό, την αδιαφορία και την παθητικότητα των νέων.
Υπήρχαν, όμως, σε εκείνη την κινητοποίηση τα αναγνωρίσιμα, αν και σε μεγάλο βαθμό μη αναγνωρισμένα, σημάδια αυτού που ένα χρόνο αργότερα θα ήταν η έκρηξη του ‘68. Πρώτα στα πανεπιστήμια και τα σχολεία, κατόπιν στα εργοστάσια και στη συνέχεια σε όλη την κοινωνία.
Μια διαδικασία που αρχικά καταγράφηκε ως εξέγερση – η οποία απέσπασε ακόμα και τη συμπάθεια μετριοπαθών ανθρώπων – στη συνέχεια χαρακτηρίστηκε ως ο «ιδεολογικός εκφυλισμός» της, για να μπει οριστικά στο αρχείο ως «τα μολυβένια χρόνια».
Όμως αυτό που διέφυγε από τους σχολιαστές τότε και που διαφεύγει ακόμα και σήμερα από τους επίγονους της συκοφάντησης του ‘68, ήταν το γεγονός ότι παράλληλα με την εξέγερση και τη σύγκρουση, οι νέοι ανακάλυψαν την αλληλεγγύη ως πηγή έμπνευσης και ως στήριγμά τους, ανακάλυψαν την αξία των μη τυπικών σχέσεων μεταξύ ίσων, δημιούργησαν ένα κοινοτικό πνεύμα και μια κριτική κουλτούρα που επέτρεψε σε αυτές τις κινητοποιήσεις να συνεχιστούν για σχεδόν δέκα χρόνια και ακόμη περισσότερο, κυρίως στην Ιταλία, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό εξηγεί τις προσπάθειες που έγιναν σε παγκόσμιο επίπεδο για να απαξιωθεί, να εξουδετερωθεί και στη συνέχεια να θαφτεί αυτό το πνεύμα για χρόνια.
Στη συνέχεια, για να έρθουμε πιο κοντά στην εποχή μας, μαζί με πολλά άλλα επεισόδια, είχαμε μια πρόγευση αυτού που συμβαίνει σήμερα στη Βαλένθια με τον σεισμό της Άκουιλα (Ιταλία) τον Απρίλιο του 2009. Αρχικά, υπήρξε μια εσκεμμένη -για λόγους συναίνεσης- υποτίμηση του διαφαινόμενου κινδύνου από την πλευρά των αρχών, που έστειλε εκατοντάδες ζωές στη σφαγή. Στη συνέχεια μια άοκνη προσπάθεια να συντριβεί, δυστυχώς με επιτυχία, η οργάνωση – με επικεφαλής κυρίως νέους ανθρώπους – που είχε δημιουργηθεί στους καταυλισμούς των εκτοπισμένων για να αντιμετωπίσει και να αντισταθμίσει την εγκληματική διαχείριση της μετασεισμικής περιόδου από τον Μπερλουσκόνι και τη συμμορία του. Σήμερα, πιθανότατα μια τέτοια επιλογή επαναλαμβάνεται στη Βαλένθια και τα περίχωρά της. Οι προσπάθειες του Mazon να κρατήσει τους εθελοντές μακριά από την έμπρακτη αλληλεγγύη εξηγείται πλήρως από τη συνειδητοποίηση ότι παρόμοια γεγονότα προορίζονται να επαναληφθούν και να πολλαπλασιαστούν, ακόμη και αν έχουν άλλες μορφές, σε άλλα μέρη και σε άλλο χρόνο. Μαζί με αυτά, όμως, εδραιώνονται και τα δίκτυα αλληλεγγύης.
Αυτή η συνειδητοποίηση ενώνει τόσο αυτούς που θέλουν να καταπολεμήσουν την παρακμή που προκαλεί η κλιματική και περιβαλλοντική κρίση – και ιδιαίτερα τους νέους ανάμεσά τους – όσο και τους αρνητές της που οικοδομούν τη συναίνεσή τους στην ψευδή υπόσχεση ότι τίποτα δεν θα αλλάξει.
Αλλά υπάρχει σε όλους, όχι εντελώς ξεκάθαρα, η ιδέα ότι η αλληλεγγύη, οι σχέσεις, το πνεύμα της πρωτοβουλίας και η αυτονομία που αναπτύσσονται σε μια κινητοποίηση όπως αυτή που ξεκίνησε στη Βαλένθια, αν μπορέσουν να εδραιωθούν, μπορεί να γίνουν ο σπόρος για μια κοινωνική και πολιτισμική εναλλακτική, πρώτα απ’ όλα πολιτική, ικανή να αντιμετωπίσει τις διαστάσεις της περιβαλλοντικής και κλιματικής κρίσης.
Έχουμε δει τα τελευταία χρόνια ένα κίνημα νέων ανθρώπων, που πυροδοτείται από τις «απεργίες» της Γκρέτα Τούνμπεργκ οι οποίες στη συνέχεια υποστηρίχθηκαν από άλλες οργανώσεις και δίκτυα που συμμετέχουν στον ίδιο αγώνα, και οι οποίες έθεσαν στην ημερήσια διάταξη, με διαφορετικούς τρόπους και εναλλασσόμενες δράσεις, την κλιματική και περιβαλλοντική κρίση ως υπαρξιακή πρόκληση για τη γενιά τους και για τις μελλοντικές γενιές. Μέχρι στιγμής αυτά τα κινήματα δεν έχουν βρει την ευκαιρία να παγιωθούν σε μια διαδικασία ικανή να εγγυηθεί τη συνέχειά τους ή την επαναπρότασή τους με πιο αποτελεσματικές μορφές. Ωστόσο, η συχνότητα, η ένταση και η σοβαρότητα των κλιματικών καταστροφών που μας περιμένουν είναι προορισμένες να μετατραπούν σε πολλές «ευκαιρίες» ώστε να επιβληθεί μια ριζική αλλαγή στις επίσημες πολιτικές, εκείνες που απαντούν στην περιβαλλοντική κρίση με αδράνεια και business as usual.