Το παρακάτω κείμενο αποτελεί τη μετάφραση αποσπασμάτων μιας συνέντευξης του Matthew Wilson, ενεργού μέλους του συνεταιριστικού κινήματος στο Ηνωμένο Βασίλειο, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του: Rules without rulers, possibilities and limits of anarchism, ZERO BOOKS (στην ίδια εκδοτική σειρά βρίσκεται και το βιβλίο του αρχισυντάκτη μας Yavor Tarinski Concepts for a Democratic and Ecological Society). Ο Μάθιου ασκεί έντονη κριτική σε παραδοσιακούς τρόπους με τους οποίους ορισμένοι άνθρωποι υιοθετούν τον αναρχισμό και προτείνει πώς μπορούν να αποφευχθούν κάποια συνήθη ιδεολογικά αδιέξοδα. Τις ερωτήσεις κάνει ο Μαρκ Έβανς, μέλος του δικτύου Real Utopia.
Η κριτική σου στον αναρχισμό επικεντρώνεται σε 3 θεματικές: την ελευθερία, την ηθική και την εξουσία. Σε αυτές αναδεικνύονται μια σειρά προβλημάτων που υπάρχουν στον σύγχρονο αναρχισμό, τα οποία περιγράφεις ως “μη χρήσιμες υποθέσεις” και “μη αμφισβητήσιμες ιδέες”. Αρχικά, θα μπορούσες να συνοψίσεις ποια θεωρείς ως τα κύρια προβλήματα όσον αφορά την αναρχική θέση σχετικά με την έννοια της ελευθερίας;
Νομίζω ότι ο R.H. Tawney συνόψισε πολύ ωραία το θεμελιώδες πρόβλημα της ελευθερίας με ένα απλό ρητό – ελευθερία για τον μεγάλο ψάρι είναι ο θάνατος του μικρού. Τελικά, δηλαδή, οι ελευθερίες συγκρούονται με άλλες ελευθερίες. Πολιτικά, και συναισθηματικά, η ελευθερία είναι προφανώς μια εξαιρετικά ισχυρή λέξη, αλλά αναλυτικά, είναι λίγο πολύ άχρηστη. Είναι ένα κλασικό “κενό σημαίνον” που γεμίζει με διαφορετικές σημασίες, ανάλογα με το ποιος χρησιμοποιεί τον όρο. Αρκεί να κοιτάξετε πόσο συχνά επικαλούνται την ελευθερία άνθρωποι με εντελώς αντίθετες απόψεις από τους αναρχικούς για να δείτε ότι πραγματικά δεν κάνει και πολλή δουλειά ως έννοια από μόνη της, και είναι πάντα φορτωμένη με άλλες ιδέες, μερικές από τις οποίες μπορεί να είναι αρκετά καταδικαστέες.
Ως επί το πλείστον, η απαίτηση της μιας ή της άλλης ελευθερίας είναι στην πραγματικότητα απλώς ένας τρόπος για τους ανθρώπους να προωθήσουν τις δικές τους αξίες, ενώ παράλληλα εμφανίζονται να υπερασπίζονται κάποια καθολική και αδιαμφισβήτητα θετική θέση. Όσοι έχουν τρέλα με τα αμάξια ζητούν ελευθερία από τους ζηλωτές του περιβάλλοντος· οι άνθρωποι που εργάζονται σκληρά πρέπει να είναι ελεύθεροι να πηγαίνουν στη δουλειά τους χωρίς να διαταράσσονται από διαδηλώσεις· οι αγορές πρέπει να είναι ελεύθερες να οργανώνουν αρμονικά τον κόσμο, και ούτω καθεξής…
Τώρα, υπάρχουν δύο τρόποι να σχολιαστεί αυτό: είτε λέμε ότι ορισμένες ελευθερίες δεν είναι πραγματικές – ότι δεν αφορούν πραγματικά την ελευθερία, είτε λέμε ότι υπάρχουν διαφορετικές αξιώσεις της ελευθερίας, και από εκεί και πέρα αναγνωρίζουμε ότι, όπως προτείνει ο Tawney, συχνά θα πρέπει να βρεις έναν τρόπο να αποφασίσεις ανάμεσα σε ανταγωνιστικές ελευθερίες. Η επιλογή ένα δεν είναι πραγματικά βιώσιμη. Σίγουρα δεν πρόκειται να μας οδηγήσει πουθενά παραγωγικά, επειδή απλά δεν πρόκειται ποτέ να συμφωνήσουμε στο ποια είναι η πραγματική ή μη πραγματική έννοια της ελευθερίας. Έτσι, μας μένει η επιλογή δύο, για την οποία πρέπει να κάνουμε σκληρή δουλειά υπερασπιζόμενοι ορισμένες αξίες, ορισμένες πρακτικές, ορισμένες πεποιθήσεις, και να επιχειρηματολογήσουμε γιατί θα πρέπει να έχουν προτεραιότητα έναντι άλλων αξιών, πρακτικών, πεποιθήσεων. Το πρόβλημα με αυτό, φυσικά, είναι ότι προσβάλλει την αναρχική μας ευαισθησία, καθώς υποτίθεται ότι είμαστε οι υπερασπιστές της ελευθερίας, όχι οι άνθρωποι που την αφαιρούν από τους άλλους. Αλλά αυτό είναι απλώς θεμελιωδώς ανέντιμο και μας απαλλάσσει από το να πρέπει να προβληματιστούμε σχετικά με το ποια πράγματα θα προστατεύαμε και θα υπερασπιζόμασταν, και ποια πράγματα θα απαγορεύαμε και θα αποτρέπαμε με κάποιο τρόπο.
Σε τελική ανάλυση, κάθε κοινωνία χρειάζεται να κάνει επιλογές σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας της – τα πράγματα που επιτρέπει και τα πράγματα που δεν επιτρέπει. Μια κοινωνία μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο ανοιχτή, περισσότερο ή λιγότερο ελεγκτική κ.ο.κ., αλλά καμία κοινωνία δεν μπορεί να βασίζεται σε μια γενική έννοια της “ελευθερίας”.
Χρειάζεται να είμαστε πιο ειλικρινείς ως προς αυτό, καθώς δεν μπορούμε να αποφύγουμε να πάρουμε αυτές τις αποφάσεις – μπορούμε, ωστόσο, να βάλουμε το κεφάλι μας στην άμμο και να προσποιηθούμε ότι δεν κάνουμε αυτές τις αξιακές επιλογές και να πείσουμε τον εαυτό μας ότι μπορούμε απλώς να αποφασίσουμε μεταξύ ελευθερίας και ανελευθερίας. Παρεμπιπτόντως, αυτό ακριβώς κάνει ο φιλελεύθερος καπιταλισμός, επιτρέποντας στους ισχυρούς να περάσουν τις δικές τους αξιακές επιλογές σαν να είναι αντιπροσωπευτικές της ελευθερίας όλων. Το ίδιο πράγμα δηλαδή ξανά – απλή υπεράσπιση της ελευθερίας στην ιδιωτική αυτοκίνηση, της ελευθερίας να ψωνίζεις, της ελευθερίας να συσσωρεύεις πλούτο… Είναι αρκετά καταθλιπτικό για μένα το γεγονός ότι οι αναρχικοί ακολουθούν τόσο συχνά την ίδια λογική, και αν ποτέ δημιουργήσουμε κάτι που να πλησιάζει μια αναρχική κοινωνία, θα ανησυχούσα πολύ για το αν θα το κάναμε χωρίς να έχουμε καταλάβει καλύτερα τι πραγματικά σημαίνει στην πράξη η αφηρημένη αξία της ελευθερίας.
Στη συνέχεια, θα μπορούσες να συνοψίσεις ποια θεωρείς τα κύρια προβλήματα σχετικά με την αναρχική θέση για την ηθική;
Το αναρχικό πρόβλημα με την ηθική είναι στην πραγματικότητα επακόλουθο του προβλήματος με την ελευθερία. Και πάλι, βλέπουμε ακριβώς τα ίδια προβλήματα στον φιλελεύθερο καπιταλισμό, στη θεωρία και στην πράξη. Τελικά, αν πρέπει να αποφασίσουμε μεταξύ ανταγωνιστικών απαιτήσεων για διαφορετικές ελευθερίες, τότε πρέπει να κάνουμε αυτές τις αξιακές κρίσεις, και αν πρόκειται να το κάνουμε αυτό, πρέπει να σκεφτούμε περισσότερο για αυτές τις αξίες – με άλλα λόγια, πρέπει να σκεφτούμε περισσότερο για την ηθική. Δεν θα μπω εδώ σε περισσότερες λεπτομέρειες για το πώς θα μπορούσε να μοιάζει αυτό, και δεν προσφέρω πραγματικά τη δική μου καθοδήγηση στο βιβλίο- νομίζω ότι αυτό πρέπει να είναι ένα συλλογικό, δημοκρατικό σχέδιο όπου θα αντιμετωπίσουμε τις πιθανότητες των λογικών συγκρούσεων των αξιών και θα βρούμε τον καλύτερο τρόπο για να τις ξεπεράσουμε.
Τέλος, θα μπορούσες να μας πεις με λίγα λόγια ποια θεωρείς ως τα κύρια προβλήματα σχετικά με την αναρχική θέση απέναντι στην εξουσία;
Οι αναρχικές απόψεις για την εξουσία είναι πιο περίπλοκες, ή τουλάχιστον ποικίλουν – υπάρχει λιγότερο μια κοινή γνώμη. Τούτου λεχθέντος, η κοινή λογική γύρω από την ελευθερία και την ηθική που συζητήθηκε παραπάνω τροφοδοτεί σε μεγάλο βαθμό τις αναρχικές αντιλήψεις για την εξουσία, και το συμπέρασμα από αυτό είναι ότι η εξουσία συχνά θεωρείται ως μια ολοκληρωτική δύναμη που κατέχεται από ορισμένα στοιχεία της κοινωνίας -το κράτος, τους καπιταλιστές και ούτω καθεξής- η οποία στη συνέχεια χρησιμοποιείται από αυτά τα στοιχεία για να αρνηθούν την ελευθερία των άλλων.
Αυτό είναι αλήθεια, μέχρι ένα σημείο, αλλά η εξουσία δεν είναι κάτι από το οποίο μπορούμε να απαλλαγούμε, κι αν απαλλαγούμε από το κράτος και τον καπιταλισμό θα εξακολουθούσαμε να έχουμε ζητήματα εξουσίας. Και, θυμούμενοι ότι θα πρέπει ακόμα να κάνουμε κάποιες αξιακές επιλογές σχετικά με τις αντικρουόμενες ελευθερίες, θα θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε την εξουσία μας για να διασφαλίσουμε ότι ορισμένες αποφάσεις θα διατηρηθούν.
Όπως με την ελευθερία και την ηθική, πάρα πολλοί αναρχικοί πιστεύουν σε κάποια δυνατότητα μιας κοινωνίας όπου ο καθένας είναι απλά ελεύθερος να ζήσει τη ζωή που θέλει, και όπου η εξουσία δεν χρησιμοποιείται ποτέ για να περιορίσει την ελευθερία κανενός. Αυτό είναι ένα ισχυρό όραμα που έχει εμπνεύσει τους αναρχικούς για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά δεν βλέπω κανένα εμπειρικό στοιχείο ή θεωρητικό επιχείρημα που να υποδηλώνει ότι αυτό αποτελεί μια δυνατότητα.
Πολλοί αναρχικοί προτείνουν τη λήψη αποφάσεων με συναίνεση ως λύση σε αυτά τα προβλήματα. Εσύ, ωστόσο, επικρίνεις αυτή τη θέση. Θα μπορούσες να μας πεις γιατί;
Νομίζω ότι υπάρχουν πολλά που πρέπει να ειπωθούν για το ιδανικό της επίτευξης συναίνεσης, και πιστεύω ότι η προσπάθεια για την εξεύρεση μιας απόφασης με την οποία όλοι είναι ευχαριστημένοι μπορεί να είναι εξαιρετικά παραγωγική. Όμως οι ομάδες λήψης αποφάσεων με συναίνεση, τις οποίες έχω παρακολουθήσει, πολύ συχνά, χρησιμοποιούν τις κοινές αντιλήψεις για τις οποίες αναφέρθηκα πιο πάνω, και εκεί είναι που αρχίζει να φαίνεται πώς μπαίνουν στο παιχνίδι ορισμένες από αυτές τις ελαττωματικές ιδέες. Για παράδειγμα, οι συνελεύσεις με συναίνεση θα έχουν πάντα ορισμένους βασικούς κανόνες, ορισμένες κόκκινες γραμμές κ.ο.κ., οι οποίες δεν καλύπτονται από την ίδια τη διαδικασία της συναίνεσης – πολύ συχνά, αυτές περνούν ως προφανείς, ουδέτερες θέσεις που δεν χρειάζεται να συζητηθούν ή να τεθούν προς υπεράσπιση. Έτσι, βλέπουμε τις παραμέτρους συγκεκριμένων αξιών, συγκεκριμένων ιδεών για την ελευθερία, να επιβάλλονται (σιωπηρά ή ρητά) χωρίς να είναι ανοιχτές σε συζήτηση. Τώρα αυτό μπορεί να λειτουργήσει καλά σε μια ομάδα ανθρώπων που μοιράζονται αυτές τις βασικές αξίες -και πράγματι, συχνά λειτουργεί πολύ καλά- το πρόβλημα είναι όταν οι αναρχικοί πιστεύουν ότι η ίδια διαδικασία θα λειτουργήσει εξίσου καλά σε μια μεγαλύτερη και πιο ποικιλόμορφη κοινότητα.
Φαίνεται αρκετά προφανές ότι μια ομάδα αναρχικών θα δυσκολευόταν να επιτύχει συναίνεση με μια ομάδα ρατσιστών, ή φονταμενταλιστών της ελεύθερης αγοράς ή οτιδήποτε άλλο. Η συναίνεση λειτουργεί πραγματικά μόνο όταν αποκλείεις ορισμένες απόψεις από την αρχή – φυσικά, αυτό ακριβώς πρέπει να κάνουμε, αλλά θα πρέπει να είμαστε ειλικρινείς ότι το κάνουμε αυτό. Ανατρέχοντας στη συζήτηση που κάναμε για την εξουσία, πρέπει να είμαστε πιο ειλικρινείς σχετικά με το τι συμβαίνει όταν δεν επιτυγχάνεται συναίνεση. Υπάρχει μια μεγάλη ποσότητα καταθλιπτικά αφελούς σκέψης μέσα στον αναρχισμό που θεωρεί τη συναίνεση ως τον τρόπο επίλυσης αυτών των ζητημάτων σύγκρουσης και εξουσίας – ότι αν απλά συμφωνήσουμε όλοι, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα. Αλλά αποτελεί απλώς μια φαντασίωση να πιστεύουμε ότι οι άνθρωποι θα αρχίσουν ως διά μαγείας να μοιράζονται όλοι το ίδιο σύνολο βασικών αξιών, και είμαστε αρκετά ανέντιμοι αν δεν σκεφτούμε τι θα κάνουμε όταν οι άνθρωποι σε μια κοινότητα απλά δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε κάποια θεμελιώδη ζητήματα.
Στο βιβλίο μάς προτείνεις μια προ-εικονιστική (prefigurative) προσέγγιση στον τρόπο οργάνωσης ως μια πιο ελπιδοφόρα πορεία προς τα εμπρός για τον αναρχισμό. Θα μπορούσες να μας πεις τι συνεπάγεται αυτό και ποιες θα μπορούσαν να είναι κάποιες από τις προκλήσεις για μια τέτοια προσέγγιση στον τρόπο οργάνωσης;
Στην πραγματικότητα σταμάτησα να χρησιμοποιώ τον όρο προ-εικόνιση, επειδή έχει συνδεθεί τόσο πολύ με μια συγκεκριμένη ανάγνωση της προ-εικονιστικής πρακτικής – μια ανάγνωση για την οποία δεν έχω πραγματικά πολύ χρόνο. Προσωπικά χρησιμοποιώ τον όρο “αναδιοργάνωση”, αλλά όπως και να ‘χει, η βασική ιδέα για μένα είναι ότι πρέπει να αναπτύξουμε μια παράλληλη αντι-εξουσία, ή αντι-ηγεμονία, στο εδώ και τώρα. Για μένα, αυτό σημαίνει να δρούμε μέσα και σε κάθε επίπεδο της κοινωνίας, προσπαθώντας να οργανωθούμε σύμφωνα με διαφορετικές κοινωνικές λογικές – προφανή παραδείγματα είναι η δημιουργία συνεταιρισμών, η δημιουργία δικτύων αλληλοβοήθειας, η λειτουργία λαϊκών συνελεύσεων, η σύνδεση με πιο προοδευτικά δημοτικά σχέδια όπως το μοντέλο του Πρέστον, και ούτω καθεξής.
Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι καινούργιο και θα είναι πολύ οικείο στους αναγνώστες σας, αλλά νομίζω ότι οι συνηθισμένες προεικονιστικές μορφές οργάνωσης πολύ συχνά καταλήγουν στην επιλογή μιας πλευράς ενός άχρηστου διλήμματος: από τη μία πλευρά, έχουμε ένα υπερβολικά “καθαρό” όραμα, όπου ο συμβιβασμός θεωρείται απαράδεκτος, οπότε έχουμε αυτά τα ακτιβιστικά “μοναστήρια”, όπου οι άνθρωποι πείθουν τους εαυτούς τους ότι δρουν εντελώς έξω από το σύστημα και ότι δεν εμπλέκονται με τις διεφθαρμένες πρακτικές της αγοράς, ή του κράτους, ή οτιδήποτε άλλο. Η άλλη πλευρά σχεδόν το αντιστρέφει αυτό, και φαίνεται να αγνοεί τις προκλήσεις της προσπάθειας να οργανωθούμε διαφορετικά μέσα στους συστημικούς περιορισμούς που επιβάλλει ο κόσμος στον οποίο ζούμε σήμερα.
Έτσι καταλήγεις σε αυτό που κάποιοι αποκαλούν μετα-πολιτική νοοτροπία, όπου πείθεις τον εαυτό σου ότι ο περιοριστικός παράγοντας είναι η φαντασία των ανθρώπων – εμπνέεις απλώς αρκετούς ανθρώπους να ψωνίζουν τοπικά προϊόντα ή οτιδήποτε άλλο, και η δουλειά σου έχει τελειώσει.
Νομίζω πως πρέπει να βαδίσουμε στην αμήχανη μέση οδό: να πιέζουμε όσο περισσότερο μπορούμε, αναγνωρίζοντας ότι το σύστημα θα μας πολεμήσει και αναγνωρίζοντας ότι θα κάνουμε συμβιβασμούς. Προφανώς, πολλά από αυτά καθοδηγούνται από το όραμά μας για έναν καλύτερο κόσμο – αν θέλουμε έναν κόσμο που τίποτα να μη θυμίζει το κράτος ή την αγορά, τότε αυτή η μορφή οργάνωσης πιθανόν να μοιάζει πολύ ρεφορμιστική στην αρχή. Προσωπικά, δεν πιστεύω ότι θα απαλλαγούμε ποτέ εντελώς από την αγορά ή το κράτος. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να πανηγυρίσω για κάποιο από αυτά τα πράγματα, αλλά διευκολύνει την ενασχόληση μαζί τους σε κάποιο επίπεδο. Όλα αυτά εγείρουν προφανείς προκλήσεις – αυτό το πάντα παρόν ζήτημα του συμβιβασμού, της ενσωμάτωσης, της περιχαράκωσης των άκρων… αλλά φαίνεται να είναι η καλύτερη ευκαιρία που έχουμε.
Όσον αφορά την προεικονιστική οργάνωση, κάνεις μια σημαντική διάκριση μεταξύ των “αυταρχικών μοντέλων” και του “θετικού οράματος”. Θα μπορούσες να πεις λίγα λόγια για το πώς βλέπεις τη διαφορά μεταξύ αυτών των δύο εννοιών και γιατί πιστεύεις ότι είναι σημαντική για την αριστερή-ελευθεριακή οργάνωση;
Έχω μεγάλο πρόβλημα με τη γενική άρνηση των αναρχικών να περιγράψουν κάποια στοιχεία ενός κόσμου που θα ήθελαν να δουν· αυτό λειτουργεί σαν μία κάρτα εξόδου από τη φυλακή, κάθε φορά που προκύπτουν αμήχανα και δύσκολα ερωτήματα, “δεν ξέρω τι θα έκανε μια αναρχική κοινωνία με τους βιαστές, αυτό θα το αποφάσιζαν οι ίδιοι” – γεγονός στρατηγικά απελπιστικό. Πώς περιμένουμε να εμπνεύσουμε και να πείσουμε τους ανθρώπους να αγωνιστούν για την αλλαγή, αν αρνούμαστε να σκεφτούμε καν για τι είδους κόσμο θα μπορούσαν να αγωνιστούν; Αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο όπλο του καπιταλισμού είναι το γεγονός ότι τόσοι πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι, όσο κι αν τον αντιπαθούν, δεν υπάρχει βιώσιμη εναλλακτική λύση. Εμείς απλά συνεχίζουμε να βοηθάμε τον καπιταλισμό σε αυτό, αρνούμενοι τη νομιμοποίηση της εξέτασης συγκεκριμένων εναλλακτικών λύσεων σε οποιοδήποτε ουσιαστικό επίπεδο λεπτομέρειας. Οπότε ναι, νομίζω ότι πρέπει οπωσδήποτε να αναπτύξουμε κάποιες ξεκάθαρες ιδέες – για το πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει μια οικονομία, για το πώς θα αντιμετωπίζαμε ζητήματα βίας, πολιτικής διακυβέρνησης και ούτω καθεξής.
Ο φόβος ότι η ανάπτυξη ξεκάθαρων ιδεών θα ήταν μια αυταρχική επιβολή στις μελλοντικές κοινωνίες είναι θεμελιωδώς εσφαλμένος.
Πρώτον, οι μελλοντικές γενιές θα επηρεαστούν από τις αποφάσεις μας έτσι και αλλιώς – όποιες κι αν είναι αυτές· η άρνηση να περιγράψουμε ένα σχέδιο έχει αντίκτυπο στο μέλλον εξίσου, αν όχι περισσότερο, από την προσφορά ενός τέτοιου σχεδίου. Αμφιβάλλω αν αυτές οι μελλοντικές γενιές θα μας ευχαριστήσουν που αρνηθήκαμε να προσφέρουμε στους ανθρώπους μια εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό, επειδή δεν θέλαμε να περιορίσουμε τις δικές τους επιλογές να αποφασίσουν πώς θα λειτουργήσει η κοινωνία τους. Δεύτερον, νομίζω ότι είναι αρκετά σαφές ότι μπορούμε και πρέπει να εξετάζουμε πολλαπλά οράματα μιας μελλοντικής κοινωνίας και ότι στην πραγματικότητα όσο περισσότερο το κάνουμε αυτό, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να βρεθούμε όλοι υπόχρεοι σε ένα αυταρχικό όραμα.
Νομίζω ότι υπάρχουν πολλά που πρέπει να ειπωθούν για αυτές τις ιδέες – και όπως είπα παραπάνω, νομίζω ότι μπορούν να αποτελέσουν μέρος ενός ευρύτερου μείγματος δυνατοτήτων από το οποίο μπορούμε να αντλήσουμε, τώρα και στο μέλλον. Νομίζω ότι το πραγματικά σημαντικό ερώτημα είναι πώς σκεφτόμαστε στρατηγικά για το πώς θα φτάσουμε σε έναν κόσμο όπου αυτό το επίπεδο δημοκρατικής πολιτικής είναι δυνατό. Προφανώς δεν πρόκειται να συμβεί από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά έχει σημασία για το πώς οργανωνόμαστε, αν πιστεύουμε ότι είναι εφικτό σε δέκα χρόνια ή σε εκατό χρόνια – και, φυσικά, έχει σημασία πώς πιστεύουμε ότι θα φτάσουμε σε μια τέτοια κοινωνία. Η ανησυχία μου με αυτού του είδους τα οράματα δεν είναι ότι επιβάλλουν κάτι στο μέλλον, αλλά ότι επιβάλλουν μια συγκεκριμένη νοοτροπία σε εμάς τώρα. Με αυτό εννοώ ότι πέφτουμε στην παγίδα της καθαρότητας όπου απορρίπτουμε οτιδήποτε λιγότερο από αυτό το ιδανικό. Πρώτο ερώτημα λοιπόν, πώς αρχίζουμε να χτίζουμε προς αυτό το όραμα, ιδίως όσον αφορά τη μετάβαση; (Για παράδειγμα, μπορούμε να εργαστούμε για τον ανασχηματισμό του συστήματος που έχουμε – ενισχύοντας τα τοπικά συμβούλια και αποδυναμώνοντας την εθνική κυβέρνηση, ή χρειαζόμαστε μια επαναστατική νέα αρχή;)
Εν πάση περιπτώσει, ναι, νομίζω ότι αυτό προσφέρει έναν πιο ειλικρινή τρόπο σκέψης για μια πραγματικά δημοκρατική πολιτική, ο οποίος αποφεύγει κάποιες από τις αφελείς ιδέες που βλέπουμε σε πολλούς αναρχικούς. Δεν είμαι σίγουρος ότι έχω πειστεί για το επίπεδο δέσμευσης που αναμένεται από τους ανθρώπους -και αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο δεν έχω πειστεί από το parecon (participatory economics = συμμετοχική οικονομία)- αλλά νομίζω ότι αυτό παρέχει ένα καλό επίπεδο βάσης, αν θέλετε, από όπου μπορούμε να σκεφτούμε τα ενδιάμεσα βήματα και από όπου μπορούμε να εξετάσουμε άλλες προτάσεις. Σίγουρα κάνει την απαραίτητη δουλειά για να ξεκινήσουν αυτές οι συζητήσεις, να διαδοθούν οι ιδέες ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι για να οργανωθεί πολιτικά ο κόσμος.
Το τελευταίο πράγμα που θα πω σχετικά με την ορολογία: θα πρέπει να ασχοληθούμε περισσότερο με το πώς μιλάμε για το σύστημα που έχουμε και όχι μόνο για τις εναλλακτικές λύσεις που θέλουμε. Υποστηρίζω πραγματικά να σταματήσουν οι άνθρωποι να αναφέρονται στο σημερινό μας σύστημα ως δημοκρατία -κάθε φορά που χρησιμοποιούμε τη λέξη, ενισχύουμε την ιδεολογική της δύναμη- και επίσης στερούμε από τον εαυτό μας μια λέξη που θα έπρεπε να διεκδικούμε για τη δική μας πολιτική.
——————————————
ΒΛ. ΕΠΙΣΗΣ:
Υφαίνοντας την ουτοπία: οι συνελεύσεις ως προεικονιστικές συλλογικές πρακτικές ελευθερίας & ισότητας