Μία ανάλυση της Σβιτλάνα Ματβιένκο (Svitlana Matviyenko) στο e-flux Journal, τεύχος #126, Απρίλιος 2022. Η Svitlana Matviyenko είναι επίκουρη Καθηγήτρια Ανάλυσης Κριτικών Μέσων στη Σχολή Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Simon Fraser στη Βρετανική Κολούμπια του Καναδά. Μετάφραση για το Αυτολεξεί: Ιωάννα-Μαρία Μαραβελίδη.
Ταυτόχρονα με τις στοχευμένες αεροπορικές επιδρομές στις υποδομές των ουκρανικών πόλεων, ένα από τα πρώτα γεγονότα της μεγάλης εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία ήταν η κατάληψη του πυρηνικού σταθμού του Τσερνομπίλ στις 24 Φεβρουαρίου. Μια εβδομάδα αργότερα, το βράδυ της 3ης Μαρτίου, ένας ρωσικός πύραυλος χτύπησε τη βιομηχανική ζώνη του Enerhodar (μτφ. «δώρο ενέργειας»), μια πόλη-δορυφόρος σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων από τον μεγαλύτερο πυρηνικό σταθμό της Ευρώπης. Ο πυρηνικός σταθμός Zaporizhzhia (NPP), που λειτουργεί από το 1972, βρίσκεται στον ποταμό Δνείπερο στη νότια Ουκρανία και διαθέτει έξι ενεργούς πυρηνικούς αντιδραστήρες υπό πίεση. Μετά το χτύπημα στο Enerhodar, τα ρωσικά στρατεύματα άρχισαν να κινούνται κατά τη διάρκεια της νύχτας προς τον πυρηνικό σταθμό. Σύντομα κατέλαβαν το εργοστάσιο, χτυπώντας τις γραμμές των τοπικών μονάδων Ουκρανικής Εδαφικής Άμυνας. Μέλη αυτών των μονάδων έριξαν βόμβες μολότοφ στα ρωσικά άρματα μάχης ως απάντηση στα επίμονα πυρά των τελευταίων εναντίον αστικών υποδομών, συμπεριλαμβανομένης της καταστροφής ενός σχολείου και ενός κτιρίου κατοικιών. Έπειτα από δυόμισι ώρες ρωσικών επιχειρήσεων, τα ουκρανικά στρατεύματα που φρουρούσαν τις εγκαταστάσεις του πυρηνικού σταθμού αποσύρθηκαν, αρνούμενοι να εμπλακούν σε μάχη στους χώρους του πυρηνικού σταθμού. [1] Ο ρωσικός στρατός διέρρηξε την κεντρική πύλη. Το προσωπικό του σταθμού συνέχισε, μάταια, να προσπαθεί να σταματήσει τα στρατεύματα. Φώναζαν και προειδοποιούσαν μέσω μεγαφώνου:
«Εδώ είναι πυρηνική βιομηχανική υποδομή! Υπάρχει κίνδυνος πυρηνικού ατυχήματος! Σταματήστε να πυροβολείτε και φύγετε από το κτίριο! Αυτή είναι μια πράξη πυρηνικής τρομοκρατίας!» [2]
Γύρω στα μεσάνυχτα, ξέσπασε πυρκαγιά στο κτίριο εκπαίδευσης στους χώρους του εργοστασίου λόγω των συνεχών βομβαρδισμών των ρωσικών στρατευμάτων. Οι φλόγες έκαιγαν για τουλάχιστον τέσσερις ώρες καθ’ όλη τη διάρκεια του πρωινού της 4ης Μαρτίου. Η φωτιά μπορεί τελικά να έσβησε, αλλά το συμβάν αυτό αποτέλεσε ένα από τα πιο τρομακτικά γεγονότα λάιβ αναμετάδοσης της εποχής μας. [3] Η κατοχή των πυρηνικών σταθμών τόσο του Τσερνόμπιλ όσο και της Zaporizhzhia δημιούργησε μια αίσθηση καταστροφικής εγγύτητας και, κατά κάποιον τρόπο, αντηχούσε και επαναλάμβανε την πυρηνική απειλή που διατύπωσε ο Βλαντιμίρ Πούτιν στις 27 Μαρτίου, όταν διέταξε τον Ρώσο υπουργό Άμυνας και τον αρχηγό του γενικού επιτελείου να μετατρέψουν αποτρεπτικές δυνάμεις του ρωσικού στρατού σε ένα «ειδικό καθεστώς πολεμικού καθήκοντος». Αυτές οι περιπτώσεις «πυρηνικής τρομοκρατίας» βρίσκονται στο νήμα σύνδεσης του «κυβερνο-» και του «πυρηνικού» πολέμου, όπου οι δύο βασικές δυνάμεις του κυβερνοπολέμου συγκλίνουν προς την πλήρη υλοποίηση του πιο ζοφερού σεναρίου. Πρέπει να ελπίζουμε ότι μπορούμε ακόμα να αποφύγουμε τις συνέπειες. […]
Οι αυτοκρατορικές ρίζες της πυρηνικής κατοχής
Παρ’ όλο που τα ουκρανικά στρατεύματα αποσύρθηκαν από τη Ζώνη Αποκλεισμού του Τσερνόμπιλ χωρίς να εμπλακούν σε μάχη, η Κρατική Ρυθμιστική Επιθεώρηση Πυρηνικών της Ουκρανίας ανέφερε ότι τα βαρέα ρωσικά στρατιωτικά οχήματα διατάραξαν αρκετά το μολυσμένο έδαφος ώστε να υπερφορτωθούν σημαντικά τα επίπεδα δόσης της ακτινοβολίας γ στη Ζώνη. [13] Ο ειδικός σε θέματα πυρηνικής πολιτικής James Acton σημείωσε ότι η κατάληψη του διαβόητου εργοστασίου πρόσθεσε «μια ανησυχητική πυρηνική διάσταση στην εξελισσόμενη ανθρωπιστική καταστροφή της παράνομης και απρόκλητης εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία», η οποία αποτελεί επίσης «βάναυση επίθεση [που] παραβιάζει τις εγγυήσεις ασφαλείας που έδινε η Μόσχα το 1994, όταν το Κίεβο της επέτρεψε να αφαιρέσει όλα τα πυρηνικά όπλα που είχαν απομείνει στο ουκρανικό έδαφος μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης». [14] Η κατοχή του Τσερνόμπιλ οπλοποίησε ολόκληρη την υπόλοιπη υποδομή παραγωγής πυρηνικής ενέργειας του εργοστασίου· τη μετέτρεψε σε πυρηνικό όπλο.
Αυτός ο μετασχηματισμός αποτελεί πράξη πυρηνικής τρομοκρατίας.
Μια προμελετημένη και παράνομη ενέργεια τρομοκρατίας που διαπράττεται είτε από αντάρτες είτε από κυβερνήσεις μπορεί να απομονωθεί, αλλά μπορεί επίσης να λάβει χώρα στο πλαίσιο του πολέμου. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να διακρίνεται ως τέτοια. «Είναι σαφές ότι ο πόλεμος και ο τρόμος σχετίζονται στενά», γράφει ο ιστορικός Charles Townshend. «Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς έναν πόλεμο που δεν δημιούργησε ακραίο φόβο σε πολλούς ανθρώπους, και μερικές φορές αυτό είναι κάτι περισσότερο από ένα υποπροϊόν βίας – είναι ο πρωταρχικός στόχος. Η ουσία του τρόμου, αντίθετα», εξηγεί, «είναι σίγουρα η άρνηση της μάχης. Οι στόχοι δέχονται επίθεση με τρόπο που εμποδίζει (ή απαγορεύει καλύτερα) την αυτοάμυνα». [15]
Οι ρωσικές δυνάμεις, φαίνεται ότι μέχρι τώρα, ήταν καλύτερα προετοιμασμένες για μια παρέλαση παρά για μάχη. Σκόπευαν να επιτύχουν τη νίκη στο αποτυχημένο τους blitzkrieg μέσα από μια σειρά τρομοκρατικών ενεργειών. Οι επιθέσεις τους σε «όχι μόνο επιλεγμένους αλλά και τυχαίους στόχους» είχαν σκοπό να τραβήξουν την προσοχή και να παραλύσουν τη χώρα από σοκ, τρόμο, φόβο ή αποστροφή. [16] Η κατοχή ενός πυρηνικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας –μια τέτοια τρομοκρατική ενέργεια– στοχεύει εξίσου στο τοπικό και στο απομακρυσμένο κοινό, ανοίγοντας πολλαπλούς διαύλους διαπραγμάτευσης ή πίεσης ώστε να αντισταθμιστεί η αποδιοργανωμένη εισβολή του ρωσικού στρατού.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα την επαναλαμβανόμενη σύμπλεξη του «κυβερνο-» και του «πυρηνικού» στον κυβερνοπόλεμο, ας εξετάσουμε προσεκτικά τη δομή δύο περιπτώσεων: του Stuxnet και της κατοχής των πυρηνικών σταθμών του Τσερνομπίλ και της Zaporizhzhia. Η κατοχή μπορεί να φαίνεται εξαιρετικά διαφορετική από το εξελιγμένο σκουλήκι υπολογιστή “Stuxnet” που εμφυτεύτηκε για να προσομοιώσει και να επιβραδύνει το έργο των ιρανικών φυγοκεντρητών [Στμ. το “Stuxnet” αποτελεί ένα κυβερνο-όπλο και θεωρείται υπεύθυνο για την πρόκληση σημαντικής ζημιάς στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν]. Έπειτα από μια σχετικά εύκολη κατάκτηση του πυρηνικού σταθμού του Τσερνόμπιλ, η κατοχή του Zaporizhzhia συνάντησε σημαντική τοπική αντίσταση. Ήταν επίσης σημαντικά πιο ριψοκίνδυνη και παράξενη. Η κατοχή εκτελέστηκε βομβαρδίζοντας τις εγκαταστάσεις των πυρηνικών σταθμών με βλήματα, πολλά από τα οποία δεν πυροδοτήθηκαν αμέσως και κυριολεκτικά έπεσαν στις εγκαταστάσεις σαν πέτρες που εκτοξεύτηκαν από έναν άγριο μεσαιωνικό στρατό. Μερικά από αυτά τα βλήματα χτύπησαν το σύστημα ψύξης ενός μετασχηματιστή που εξυπηρετεί πυρηνικούς αντιδραστήρες του σταθμού Zaporizhzhia. Πριν να ανακαλυφθούν, ήταν σφηνωμένα στους τοίχους των κτιρίων και στα σημεία της υποδομής δίχως να έχουν εκραγεί. Στη συνέχεια, τα ρωσικά στρατεύματα προχώρησαν σε έρευνα, συλλογή και πυροδότηση αυτών των πυρομαχικών ακριβώς στο έδαφος του εργοστασίου.
Σε αυτά τα γεγονότα στον σταθμό της Zaporizhzhia, συναντήσαμε τελικά αυτή τη βάρβαρη διάσταση του κυβερνοπολέμου όπου η πραγματικότητα του δυστοπικού, και ακόμη και αποκαλυπτικού, μέλλοντός του εισβάλλει προσωρινά ή μόνιμα στο παρόν.
Εάν το κυβερνο-σκουλήκι “Stuxnet”, ένας κώδικας, εισχώρησε σε ένα σύστημα για να παρέμβει στις μηχανικές του εργασίες για να επιβραδύνει την υποτιθέμενη παραγωγή πυρηνικής βόμβας, οι πυραυλικές χειροβομβίδες των Ρώσων εισβολέων εισέβαλαν στα συστήματα των πυρηνικών σταθμών για να αποσταθεροποιήσουν τις πολύπλοκες συγκεντρώσεις των δικτύων τους που επεκτείνονται πολύ πέρα από την Ουκρανία και να εξασφαλίσουν τη διεθνή ανταλλαγή πληροφοριών γύρω από τον έλεγχο της πυρηνικής ασφάλειας και τη ρύθμιση της παραγωγής ενέργειας.
Οι περιπτώσεις αυτές είναι δομικά παρόμοιες· το τελευταίο είναι απλώς μια αντίστροφη έκδοση της πρώτης. Και οι δύο αποδεικνύουν ότι μια πράξη κυβερνοπολέμου συναντάται πάντα στη συμπλοκή διαφορετικών τομέων· περιλαμβάνει διαφορετικές υλικότητες· και συνδέεται απαραίτητα με τον πόλεμο.
Σε αντίθεση με το Stuxnet, η τρομοκρατική ενέργεια στον σταθμό της Zaporizhzhia είχε ως στόχο να επιταχύνει τη μετατροπή του βιομηχανικού αντικειμένου σε μία πιθανή πυρηνική βόμβα. Ωστόσο, όπως εξηγεί ο Διευθύνων Σύμβουλος της Energoatom, ο Petro Kotin, ούτε στην περίπτωση ενός πιθανού ατυχήματος στον σταθμό του Τσερνομπίλ ούτε στης Zaporizhzhia θα δούμε ένα σύννεφο μανιταριού. Εάν ο αντιδραστήρας με καύσιμο είναι κατεστραμμένος ή εάν το δοχείο με επεξεργασμένο καύσιμο έχει υποστεί ζημιά ή ακόμα και αν συμβεί ισχυρή έκρηξη κάπου κοντά σε κάποιον αντιδραστήρα, τότε μπορεί να ξεκινήσει μια αλυσίδα αντιδράσεων ή μια άλλη απόκριση του συστήματος στην «ασυνήθιστη δραστηριότητα». Αυτό με τη σειρά του μπορεί τελικά να οδηγήσει σε αυτό που συνέβη το 1986: στην έκρηξη μιας «βρόμικης βόμβας» που απελευθερώνει και ρίχνει γύρω της μια τεράστια ποσότητα ραδιενεργών στοιχείων. [17] Εάν σπάσει ένα κοντέινερ στον σταθμό Zaporizhzhia, η ζημιά θα είναι ίση με το 10% της καταστροφής του Τσερνόμπιλ, λέει ο Kotin. Αλλά ο σταθμός Zaporizhzhia φιλοξενεί 173 τέτοια κοντέινερς στις εγκαταστάσεις του. [18]
Η τρομοκρατική κατάληψη αυτών των πυρηνικών σταθμών από τις ρωσικές δυνάμεις είναι ιδιαίτερα προσανατολισμένη στα μέσα ενημέρωσης, αλλά επιχειρεί μόνο μία έκθεση που μπορεί να ελέγξει. Στις 7 Μαρτίου, 14 δημοσιογράφοι που υπηρετούν ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης επισκέφθηκαν τον κατεχόμενο σταθμό Zaporizhzhia για να παρουσιάσουν αναφορές στις οποίες οι εργαζόμενοι του σταθμού έπρεπε να χαιρετήσουν και να ευχαριστήσουν τους εισβολείς που τους προστάτεψαν μέσω της «ειδικής επιχείρησης». [19] Άλλοι μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων του IAEA (Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας), είτε δεν είχαν πρόσβαση είτε ήταν απρόθυμοι να επισκεφθούν τις τοποθεσίες και δεν μπορούσαν να αξιολογήσουν την κατάστασή τους ή το επίπεδο των ζημιών που υπέστησαν.
Οι λόγοι για την κατοχή του Τσερνομπίλ και της Zaporizhzhia μπορεί να είναι διαφορετικοί, αλλά είναι το ίδιο δύσκολο να κατανοηθούν. Ο Κότιν εικάζει ότι μια κοινότοπη εξήγηση μπορεί να είναι ότι οι εγκαταστάσεις ενός πυρηνικού σταθμού θεωρούνται καλές στρατιωτικές βάσεις επειδή τα οχήματα είναι ασφαλή εκεί από χτυπήματα των ουκρανικών αεροπορικών δυνάμεων. Η πρόθεση της Ρωσίας θα μπορούσε επίσης να είναι η προσθήκη του σταθμού Zaporizhzhia στο ενεργειακό σύστημα της Κριμαίας· ή μπορεί να σχετίζεται με συζητήσεις στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όπως θυμάται ο Κότιν, όταν ο Πούτιν διέδωσε την ιδέα ότι οι πυρηνικοί σταθμοί της Ουκρανίας και της Ρωσίας θα πρέπει να αποτελέσουν ένα ενωμένο βιομηχανικό συγκρότημα υπό την επίβλεψη και τη διοίκηση του αρχηγείου στη Ρωσία. [20]
Τα ίχνη αυτής της αυτοκρατορικής φαντασίωσης είναι προφανή σε αυτή την εξελισσόμενη περίπτωση πυρηνικής τρομοκρατίας.
Στα μέσα Μαρτίου, η ουκρανική εθνική πυρηνική εταιρεία, Energoatom, ανέφερε την παρουσία έντεκα υπαλλήλων της ρωσικής κρατικής εταιρείας ατομικής ενέργειας Rosatom στις εγκαταστάσεις του σταθμού Zaporizhzhia. [21] Εδώ, ο ρωσικός στρατός και μια κρατική εταιρεία υψηλού επιπέδου συμμετέχουν σε μια κοινή πράξη πυρηνικής τρομοκρατίας. Η ιμπεριαλιστική γενεαλογία αυτής της πράξης έχει τις ρίζες της στους σοβιετικούς χρόνους, όταν η κατασκευή όλων των πυρηνικών εγκαταστάσεων της Ουκρανίας —του σταθμού της νότιας Ουκρανίας, του σταθμού Rivne, του Khmelnitsky, της Zaporizhzhia, καθώς και του παροπλισμένου σταθμού του Τσερνομπίλ— ξεκίνησε σχεδόν ταυτόχρονα τη δεκαετία του 1970, όταν η ΕΣΣΔ ανακοίνωσε μια κίνηση προς απόκτηση «μεγαλύτερου μερίδιου στην παγκόσμια αγορά πυρηνικής ενέργειας, εξάγοντας αναβαθμισμένες υπηρεσίες σε δυτικοευρωπαϊκές χώρες», οραματιζόμενη «επέκταση του προηγουμένως περιορισμένου ρόλου της» στο διεθνές πυρηνικό εμπόριο. [22]
Ο αρχικός μύθος περί του «ειρηνικού ατόμου» αγκαλιάστηκε εν μέσω σοβιετικού ενθουσιασμού με την υπόσχεση της ατομικής βιομηχανίας να επανεκκινήσει τη στάσιμη οικονομία προς αυτό που ο ιστορικός Paul Josephson περιγράφει ως «ατομικό κομμουνισμό». [23]
Με τους σοβιετικούς/ρωσικής κατασκευής αντιδραστήρες VVER-1000, VVER 440 και VVER-320, αυτές οι εγκαταστάσεις υλοποιούν ταυτόχρονα το ουκρανικό ατομικό παρόν και αποτελούν τα υπολείμματα του σοβιετικού ατομικού παρελθόντος. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι πυρηνικοί σταθμοί προσελκύουν τον ρωσικό αυτοκρατορικό στρατό.
Στην Ουκρανία, το επιβαλλόμενο αφήγημα του «ειρηνικού ατόμου» αποτέλεσε αντικείμενο συνεχιζόμενης ανατροπής. Πίσω στη δεκαετία του ’70, ένα δημοφιλές σύνθημα που εξέφραζε τον σοβιετικό πυρηνικό ενθουσιασμό, «Αφήστε το άτομο να είναι εργαζόμενος, όχι στρατιώτης» (Аад дде атод робітником, а не солатод), εγκαταστάθηκε στην οροφή της οδού Λοχία Lazarev 6, σε μία από τις ψηλότερες πολυκατοικίες στο κέντρο της πόλης Pripyat της Ουκρανίας. Η πινακίδα προωθήθηκε δείχνοντας σε όλους τον «σωστό» τρόπο να σκεφτούν και να μιλήσουν για το «ειρηνικό άτομο», παρότι η κρυφή παραγωγή οπλικού πλουτωνίου αποτελούσε κοινό μυστικό στο Pripyat πριν από την καταστροφή του 1986 που την άφησε μια ραδιενεργή πόλη-φάντασμα. [24]
Εκτός από τις κυβερνοεπιθέσεις, η βιομηχανία πυρηνικής ενέργειας ήταν ένας ακόμη παράγοντας της τεχνολογικής νεωτερικότητας: συνέβαλε στη μη αναστρέψιμη σύγκλιση του πολέμου και της ειρήνης.
Η μπερδεμένη επιστημονική σταδιοδρομία των βασικών της μορφών αποτελεί επίσης παράδειγμα αυτού του χώρου μεταξύ μιας βόμβας και ενός ειρηνικού ατόμου. «Ο Igor Kurchatov, επικεφαλής του προγράμματος ατομικής βόμβας», σημειώνει ο Josephson, «αναζήτησε αργά στη ζωή του άτομα για ειρήνη λόγω της φρίκης του για τις βόμβες υδρογόνου. Ο Anatolii Aleksandrov, ο διάδοχός του στο Ινστιτούτο Ατομικής Ενέργειας… απέκτησε φήμη για την υποβρύχια πυρηνική προώθηση και κακή φήμη για τον σχεδιασμό αντιδραστήρα του Τσερνομπίλ». [25] Τα γράμματα του συνθήματος «ειρηνικό άτομο» παραμένουν ακόμη στην οροφή της πολυκατοικίας στο Pripyat. Πριν από τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας, ένας επισκέπτης στη Ζώνη Αποκλεισμού θα μπορούσε να εντοπίσει μια παιχνιδιάρικη ανατροπή του ιδεολογικού συνθήματος: Ддде атод робітником, а не солатод, η οποία θα μπορούσε να μεταφραστεί ως «Δεν υπάρχει περίπτωση το άτομο να είναι εργαζόμενος, παραμόνο στρατιώτης».
Πυρηνική Αποικιοκρατία
Η εισβολή στην Ουκρανία έχει εντείνει την επείγουσα ανάγκη να ασχοληθούμε με κρίσιμες προοπτικές για την αποικιοκρατία και την αυτοκρατορία και να εντοπίσουμε τα σημεία αγκύρωσης των ιμπεριαλιστικών φαντασιώσεων και εμμονών. Η αποικιακή ιστορία της Ουκρανίας από τη Ρωσική Αυτοκρατορία, όπως σημειώνουν οι ιστορικοί, δεν είναι απλή. «Πρέπει να είμαστε αρκετά προσεκτικοί όταν εφαρμόζουμε τον όρο αποικία στα ουκρανικά εδάφη υπό τη Ρωσική αυτοκρατορία ή τη Σοβιετική Ένωση», σημειώνει ο ιστορικός Yaroslav Hrytsak. [26]
Πράγματι, η ουκρανική περίπτωση είναι ακατάστατη· πάντα ιδωμένη ως παραμεθόρια εδάφη, πάντα ως τόπος συνάντησης νομάδων.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, εξηγεί ο Hrytsak, «αντιπροσωπεύει μια μεγάλη ποικιλία αποικιακών εμπειριών που είναι δύσκολο να ομαδοποιηθούν κάτω από την ομπρέλα της μετααποικιακής θεωρίας», έτσι ώστε «μία από τις πιο παραγωγικές προσεγγίσεις είναι η εφαρμογή της έννοιας του εσωτερικού αποικισμού ή καλύτερα του ‘εκμοντερνισμού με εσωτερικό αποικισμό’». [27] Εδώ αναφέρεται στο επιχείρημα του ιστορικού Timothy Snyder ότι «ο Ιωσήφ Στάλιν εξήγησε τη λογική του Πρώτου Πενταετούς Σχεδίου του ως ένα σχέδιο εσωτερικού αποικισμού, στα οποία η σοβιετική δύναμη έπρεπε να αντιμετωπίσει τα σοβιετικά εδάφη όπως οι ναυτικές αυτοκρατορίες αντιμετώπιζαν τις μακρινές τους κατακτήσεις». [28]
Μεταξύ των αρκετών αναγνώσεων του «εσωτερικού αποικισμού», ο όρος «ενδο-αποικισμός» του φιλοσόφου Paul Virilio ξεχωρίζει για την έμφαση που δίνει στον ρόλο που έχει ένα «πολεμικό μοντέλο» στην εμφάνιση και τη λειτουργία του σύγχρονου κράτους (με το σοβιετικό κράτος ως παράδειγμα):
«Σε αντίθεση με τον εξω-αποικισμό που συνδέεται με την κρατική εδαφική επέκταση και την οικοδόμηση αυτοκρατορίας κατά τις τελευταίες έξι ή επτά χιλιετίες, ο ενδο-αποικισμός είναι μια αποικιοκρατία που στρέφεται προς τα μέσα». [29] Για τον Virilio, όπως σημειώνει ο κοινωνικός θεωρητικός Udo Krautwurst, αυτή η έννοια του στο βιβλίο Καθαρός Πόλεμος [30] δείχνει «την εντατικοποίηση και την εκτατικοποίηση του πολέμου εντός και σε όλες τις υπάρχουσες κρατικές μορφές, μια εσωτερικά κατευθυνόμενη επέκταση της αρχής του κράτους, που εκδηλώνεται σε μια αυξανόμενη στρατιωτικοποίηση του κοινωνικού». [31] Οι πράξεις πυρηνικής τρομοκρατίας της Ρωσίας κατά τη διάρκεια του ολικού πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας —ένα παράδειγμα σύνθετου «ασύμμετρου πολέμου και της “ομηρίας” λειτουργίας του στρατιωτικού ελέγχου στις σύγχρονες διαμεσολαβητικές κοινωνίες» [32]— εξελίσσονται από τον αποικιοκρατικό έλεγχο των εδαφών εντός της ιμπεριαλιστικής πολιτικο-οικονομικής κυριαρχίας του σοβιετικού κράτους στην Ουκρανία.
Η κατοχή του σταθμού της Zaporizhzhia δεν είναι τυχαία. Είναι η «μέρα μηδέν» μιας ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης του κυβερνοπολέμου, όπου ένας βάρβαρος στρατός από διαφορετική εποχή εισέρχεται στη γη σας σαν να εξακολουθεί να ανήκει στην πολιτικο-οικονομική Ένωση που κατέρρευσε πριν από τριάντα χρόνια.
Οι προσπάθειες της Ρωσίας για εσωτερικό αποικισμό συσχετίζονται επίσης με ένα διαφορετικό είδος αποικιοκρατίας: την πυρηνική αποικιοκρατία ή την αποικιοκρατία των αποβλήτων. Αν και το μεγαλύτερο μέρος της μόλυνσης της ζώνης του Τσερνομπίλ ήταν άμεσο αποτέλεσμα των ραδιενεργών επιπτώσεων από το ατύχημα του 1986, η αρχική ρύπανση της περιοχής ξεκίνησε μια δεκαετία νωρίτερα μέσω πολλαπλών ατυχημάτων και διαρροών. Τα αρχεία της KGB για την Ουκρανία αποκαλύπτουν πολυάριθμες αναφορές τεχνικών ατελειών στον εξοπλισμό κατά τα πρώτα στάδια κατασκευής του εργοστασίου τη δεκαετία του 1970, ακολουθούμενες από αναφορές σημαντικών ραδιενεργών διαρροών κατά το πρώτο ήμισυ της δεκαετία του 1980. Μεταξύ 1983 και 1985, σημειώθηκαν πέντε σημαντικά ατυχήματα και εξήντα τρεις αστοχίες πρωτογενούς εξοπλισμού στον σταθμό του Τσερνόμπιλ. Αυτά τα γεγονότα δεν αναφέρθηκαν στο κοινό. Εν τω μεταξύ, οι εσωτερικές επικοινωνίες της KGB δείχνουν ότι μετά από αυτές τις διαρροές, το επιτρεπόμενο επίπεδο ραδιενέργειας στα κοντινά χωριά είχε ξεπεραστεί εκατοντάδες φορές.
Για αιώνες, τα συνολικά τετραγωνικά χιλιόμετρα που ελέγχονταν από τη Ρωσική Αυτοκρατορία ήταν «τα μεγαλύτερα σε διάστημα και τα πιο ανθεκτικά στον χρόνο όλων των ιστορικών αυτοκρατοριών, καλύπτοντας 65 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα για τη Muscovy/Ρωσία/Σοβιετική Ένωση έναντι 45 εκατομμυρίων για τη Βρετανική Αυτοκρατορία και 30 εκατομμυρίων για τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία». [33] Για τη διαχείριση των τεράστιων εδαφών της με εθνικά και εθνοτικά καθορισμένες περιφέρειες, η Σοβιετική Ένωση υιοθέτησε δύο αντίθετες προσεγγίσεις για τη διακυβέρνηση του πληθυσμού: την αναγκαστική επανεγκατάσταση και την παρεμπόδιση της κοινωνικής μετανάστευσης. Η τελευταία στρατηγική που εφάρμοσε, για παράδειγμα, ήταν η άρνηση διαβατηρίων σε ολόκληρα χωριά, η οποία απαγόρευε στους κατοίκους τους να ταξιδεύουν. [34] Η ενσωμάτωση της περιοχής Πολεσία κατά τη διάρκεια της κατασκευής της σοβιετικής υποδομής του Ψυχρού Πολέμου –συμπεριλαμβανομένου του ραντάρ ανίχνευσης βαλλιστικών πυραύλων Duga-1 και του σταθμού του Τσερνομπίλ– είναι μια περίπτωση πυρηνικής αποικιοκρατίας που συχνά παραβλέπεται.
Όπως και άλλοι τύποι αποικιοκρατίας –«ένα σύστημα κυριαρχίας που παραχωρεί στους εποίκους πρόσβαση στη Γη για τους στόχους των εποίκων» [35]–, η πυρηνική παραγωγή στην Πολεσία είχε ως αποτέλεσμα την αποστέρηση της γης – αυτή τη φορά, λόγω της ραδιενεργούς μόλυνσης. [36] Η κατασκευή του σταθμού του Τσερνόμπιλ και του σταθμού συστοιχίας του τη δεκαετία του 1970 εισήγαγε τον στρατιωτικό νόμο στην περιοχή Πολεσία, μια μεγάλη δασώδη και ελώδη περιοχή που εκτείνεται σε τμήματα της Λευκορωσίας, της Ουκρανίας, της Πολωνίας και της Ρωσίας. Το στρατιωτικό καθεστώς δημιούργησε πολλαπλά σημεία ελέγχου ασφαλείας για να παρακολουθεί τον τοπικό πληθυσμό και δημιούργησε εσωτερικά σύνορα για να προστατεύσει τις κρίσιμες νέες υποδομές από τα τυχαία μάτια.
Η εγγύτητα της μυστικής παραγωγής πλουτωνίου είχε καταστροφικές συνέπειες για τις παραδοσιακές πολιτιστικές πρακτικές της Πολεσίας. Για αιώνες, το έδαφος της περιοχής προστάτευε τους κατοίκους του από την εισβολή και τους απομόνωνε από ξένες επιρροές. Ελλείψει αυτών των επιρροών, οι κάτοικοι της Πολεσίας διατήρησαν την παραδοσιακή ξύλινη αρχιτεκτονική τους, τις παραδοσιακές τους φορεσιές και ένα πλούσιο αρχείο εθίμων, τελετουργιών και λαογραφίας. [37] Λόγω αυτής της απομόνωσης, οι άνθρωποι στην Πολεσία δεν σχημάτισαν ποτέ μια ισχυρή αίσθηση σοβιετικής ή εθνικής ταυτότητας και αντ’ αυτού αυτοπροσδιορίζονταν ως τούτεσνι [tuteshni], ή «αυτοί που ζουν εδώ», τονίζοντας την ισχυρή σύνδεση με τη γη τους. [38]
Με την κατασκευή του πυρηνικού σταθμού Τσερνόμπιλ, οι τούτεσνι έγιναν διπλά όμηροι της σοβιετικής πυρηνικής αποικιοκρατίας: πρώτα από τη δύναμη του καθεστώτος ασφαλείας του και στη συνέχεια από την έκθεση σε ραδιενεργές διαρροές, τις οποίες υπέμεναν για μία δεκαετία πριν από την καταστροφή του Τσερνόμπιλ. «Η ρύπανση», γράφει ο ερευνητής Max Liboiron στο Pollution Is Colonialism, «γίνεται καλύτερα κατανοητή ως μία βία των αποικιακών σχέσεων γης παρά ως μία περιβαλλοντική ζημιά που έχει ως σύμπτωμά της τη βία». [39] Δεν είναι τυχαίο ότι το μολυσμένο έδαφος συμπίπτει με τους τομείς τιτλοποίησης και επιτήρησης που επέβαλε η σοβιετική αυτοκρατορία. [40]
Στις 31 Μαρτίου, μετά την 5η εβδομάδα κατοχής, τα ρωσικά στρατεύματα ανακοίνωσαν ξαφνικά την πρόθεσή τους να αποσυρθούν από τους χώρους του σταθμού του Τσερνόμπιλ, παίρνοντας μαζί τους αιχμάλωτους Ουκρανούς στρατιώτες στη Λευκορωσία. Πιθανώς, μερικά από τα στρατεύματα υπέστησαν την επίδραση της ιονίζουσας ακτινοβολίας, στην οποία εκτέθηκαν σε επίπεδα πέρα από όλους τους κανόνες. Σε αντίθεση με την κατοχή του σταθμού Zaporizhzhia, η οποία θα μπορούσε να έχει αρκετές πιθανές εξηγήσεις, η κατοχή του σταθμού Τσερνομπίλ δεν μπορεί να εξηγηθεί με πρακτικό τρόπο. Εκτός, φυσικά, αν ήταν καθαρά συμβολικό, το οποίο είναι επίσης χαρακτηριστικό τρομοκρατικών ενεργειών.
Μιλώντας για τη συμβολική σημασία του σταθμού του Τσερνομπίλ, ας θυμηθούμε τη θεωρία του Virilio για τα ατυχήματα. Αυτή συνίσταται στο ότι χωρίς ατυχήματα, εξακολουθούμε να αγνοούμε τον τρόπο λειτουργίας της τεχνολογίας ή, γενικότερα, το τι είναι η τεχνολογική νεωτερικότητα. Χωρίς ναυάγιο, η εφεύρεση του πλοίου είναι ατελής: «Το ναυάγιο είναι συνεπώς η “φουτουριστική” εφεύρεση του πλοίου και η αεροπορική συντριβή η εφεύρεση του υπερηχητικού αεροσκάφους, όπως ακριβώς η κατάρρευση του Τσερνομπίλ είναι η εφεύρεση του πυρηνικού σταθμού». [41] Ο Virilio δίνει στην καταστροφή του Τσερνομπίλ το καθεστώς του «αρχικού ατυχήματος», ως βασικής αναπαράστασης της προαναφερθείσας σύγκλισης πολέμου και ειρήνης που είναι χαρακτηριστική για την τεχνολογική νεωτερικότητα.
Αναφέρομαι σε αυτό το απόσπασμα όχι μόνο επειδή είναι δελεαστικό να προχωρώ σε υποθέσεις, με τον Virilio, για τη συνέχεια των τεχνολογικών ατυχημάτων, αλλά και επειδή πρέπει τώρα να διαφωνήσω μαζί του. Υποστηρίζω πως η πλήρης υλοποίηση του πυρηνικού σταθμού, ως μιας αντιπροσωπευτικής τεχνολογίας «νεωτερικότητας του ναυαγίου», δεν συνέβη το 1986, αλλά το 2022. Η πλήρης πραγματοποίηση του πυρηνικού σταθμού, ως μίας τεχνολογίας-κλειδί της νεωτερικότητας, δεν βρέθηκε στην τυχαία κατάρρευσή της, αλλά στην καθόλου τυχαία πράξη πυρηνικής τρομοκρατίας με μια ιμπεριαλιστική γενεαλογία που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 “Russian Troops Heading for Energodar Nuclear Power Plant,” Ukrainian Pravda, March 3, 2022 →.