Δημήτρης Μ. Μόσχος
Οφείλω να πω ότι ειμαι σοκαρισμένος από την έκταση της επίθεσης. Πριν λίγο μιλώντας στο viber με κόσμο από Κίεβο μου είπαν πως “βλέπουμε ρουκέτες πάνω από την πόλη, χτυπάνε Κίεβο, φεύγουμε. Γίνεται πόλεμος”.
Δεν μπορώ να περιγράψω τη λύπη μου ίσως. Δεν θα σταθώ σε αυτό όμως, έτσι και αλλιώς εγώ εδώ έχω το προνόμοιο, να λυπάμαι, μόνο, και να μην τρέμω ταυτόχρονα.
Τα αμοιβαία διπλωματικά και πολιτικά λάθη που έχει κάνει η Ρωσική κυβέρνηση και η Ουκρανική για να φτάσουν εδώ τα πράγματα δεν θα τα αναλύσουμε τώρα, είναι ζητήματα πολιτικού και οικονομικού σχεδιασμού δεκαετιών. Θέλω να πώ όμως κάτι στους διάφορους αντι ιμπεριαλιστές δεξιάς, αριστερής και αναρχικής κοπής. Κατηγορείτε -χωρίς να γνωρίζετε- φτηνά τους ουκρανούς για φασισμό, ότι ειναι ναζί κτλ. βασιζόμενοι σε φωτογραφίες που κάνουν το γύρω του ίντερνετ εδώ και 7 χρόνια. Κατηγορείται μια χώρα, συνολικά, για ναζισμό, όταν στην Ελλάδα η Χ.Α έπιασε 11%, χωρίς να γίνεται πόλεμος, και όταν άτομα ανοιχτά φασιστικού background είναι υπουργοί. Όταν γίνονται αντιμακεδονικά συλλαλητήρια με χιλιάδες κόσμου, όταν, όταν όταν. Παρόλο που στην Ουκρανία προφανώς τα αντι-ρωσικά αισθήματα έχουν ανέβει τη τελευταία δεκαετία, μου κάνει ακόμα εντύπωση ότι ακόμα και τώρα, ο μέσος ουκρανός, σε άπειρα γκάλοπ και δημοσκοπήσεις που γίνονται δίνει την generic αλλά ψύχραιμη απάντηση “Δεν μισούμε τους ρώσους, μισούμε την ρωσική πολιτική”, και οι περισσότεροι ρώσοι, ακόμα και οι αρκετά δεξιοί, θα πουν “δεν μισούμε τους ουκρανούς, απλά η πολιτική της ουκρανίας μας δημιουργεί ανασφάλεια, αλλά συμφέροντα είναι αυτά”. Προφανώς τα ζητήματα δεν είναι τόσο απλά, αλλα αυτή η μορφή ψύχραιμης εκλογίκευσης του απλού κόσμου μου προκαλεί ένα ευχάριστο μειδίαμα πάντα. Και ναι, ούτε στην Ρωσία ούτε στην Ουκρανία -με το όσο αξιόπιστες είναι οι εκλογές- τα φασιστικά κόμματα πήραν ποτέ, στο πρόσφατο παρελθόν πάνω από 3% ακόμα και σε καταστάσεις πολέμου.
Και το λέω αυτό ως άτομο που ζει σε μια χώρα που ακόμα και τα προοδευτικά της άτομα έχουν τα μούτρα να μισούν ή να είναι καχύποπτα απέναντι στους κατοίκους χωρών όπως η Μακεδονία, η Αλβανία κτλ με την δικαιολογία ότι μας απειλούν. Χώρες οι οποίες αντικειμενικά όχι απλά δεν αποτελούν απειλή αλλά πολλές φορές οι κάτοικοι τους εδώ ως μειονότητας ή μετανάστες έχουν υποστεί τα γνωστά. Στην Ελλάδα είμαστε γεμάτοι μίσος για τα πάντα και χωρίς ψυχραιμία, οπότε ας σταματήσουμε να κουνάμε τα δάχτυλα και να λέμε τον μέσο ρώσο σοβινιστή (για τους φιλοδυτικούς σχολιαστές μιλάω) ή τον μέσο ουκρανό φασίστα (αυτό πάει για τους εγχώριους αντι-ιμπεριαλιστές).
Ο καθημερινός κόσμος της ανατολικής ευρώπης είναι αξιοθαύμαστος από το πόσο ψύχραιμος και ενάντια στον πόλεμο είναι εν γένει, και πόσο ξένο το νιώθει αυτό, και αυτή είναι η μόνη ελπίδα ότι ίσως αυτό σταματήσει, ή ότι μετά ίσως επουλωθεί κάπως γρηγορότερα.
Όσο για τον α/α χώρο. Αυτός στην Ουκρανία έχει τελειώσει εδώ και κάποια χρόνια όταν εκτός ελάχιστων ατόμων, οι περισσότεροι στρατεύτηκαν με το ουκρανικό κράτος στο όνομα της αντιιμπεριαλιστικής αντι-ρωσικής ιδεολογίας. Στη Ρωσία από την αλλή, ο ενεργός κόσμος είναι πλέον στη φυλακή εδώ και χρόνια, και όσοι είναι έξω αρκετά κουρασμένοι και συγχυσμένοι. Αν υπάρχει ελπίδα, είναι από τον πιο καθημερινό, “απολίτικο” κόσμο.
Η σύγκρουση αυτή, ακόμα και δυο μέρες να κρατήσει θα αφήσει τραύματα στην Ουκρανική και τη Ρωσική κοινωνία. Όσες και όσοι προσπαθούν να βγάλουν άκρη από αυτό με όρους “σεβασμού της εθνικής κυριαρχίας και της κουλτούρας” δεν θα βγάλουν άκρη και πολύ σε αυτό το συγκείμενο. Οι κλασικές κατηγορίες της εθνικής πολιτικής φιλοσοφίας δεν έχουν και πολύ νόημα εκτός των στενών πλαισίων της δυτικής ευρώπης και των “παλαιών κρατών”. Και ο λόγος είναι ότι δεδομένου ότι ποτέ δεν υπήρξαν σαφή όρια μεταξύ “ουκρανισμού” και “ρωσικότητας”, αυτά ήταν ταυτότητες πολύ ρευστές και σχετικά χαμηλά στην προτεραιότητα ως ζητήματα. Είναι τώρα, με αυτές τις συγκρούσεις που συγκροτείται ένας αμιγής ουκρανισμός και ένας αμιγής ρωσισμός (προσωπικά μου είναι δύσκολο να φανταστώ ακόμα πως θα μοιάζει μια ρωσική κουλτούρα χωρίς την ουκρανία και πως μια ουκρανία χωρίς την ρωσικότητα, για να χρησιμοποιήσω τους όρους αυτούς έτσι λίγο πρόχειρα). Όσες και όσοι κόπτονται να υπερασπίσουν την κατάσταση με όρους εθνικών αφηγήσεων, “σεβασμού” στην κυριαρχία του άλλου κτλ, ας μην ανησυχούν. Τώρα θα πάρουν ακριβώς αυτό που θέλουν, μια αποκαθαρμένη εθνική ρωσική αφήγηση, χωρίς ουκρανισμό, χωρίς ουκρανικές λέξεις στα ρώσικα, χωρίς ουρκανική λογοτεχνία και σινεμά στη ρωσία, και φυσικά το αντίστοιχο στην Ουκρανία. Τώρα συγκροτείται ακριβώς η εθνική αφήγηση, ο ηρωισμός, τα θυάμτα, οι θυσίες, το έθνος.
Λυπάμαι πολύ. Και καλή τύχη σε όλες και σε όλους εκεί. Είθε ο καθημερινός κόσμος στη Ρωσία να βγει στον δρόμο αντιπολεμικά όπως έχει κάνει τόσες φορές και να σταματήσει, να σώσει τις αδερφές και τους αδερφούς του που βομβαρδίζονται αυτή τη στιγμή στον νότο.
Διάβαζα πρόσφατα μια φράση από σοβιετικό σύνθημα του ’67 που έλεγε “να είστε πάντα επίμονοι υποστηρικτές της ευημερίας όλων των λαών”. Ας ελπίσουμε πως θα γεράσει καλά αυτό το σύνθημα.
ΒΛ. ΕΠΙΣΗΣ του ιδίου:
Περί φασισμού και “γενοκτονίας”:
“Το επιχείρημα πως στο Ντόνμπας διεξάγεται γενοκτονία, προέρχεται από ομιλίες του ίδιου του προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Ακόμα και εκεί όμως η γλώσσα που χρησιμοποιείται ο ίδιος ήταν πολύ διπλωματική, λέγοντας αυτολεξεί πως “η κατάσταση θυμίζει γενοκτονία”. Πρόκειται για μια διατύπωση, ιδιαίτερα προσεκτική τόσο σε διπλωματικό επίπεδο όσο και στη δημιουργία εντυπώσεων. Από τη δήλωση αυτή και μετά, στις 15 Φεβρουαρίου 2022 εμφανίστηκαν εκατοντάδες ποστ που έκαναν λόγο για 14.000, 16.00 ή και 200.000 νεκρούς(!). Δεν χωράει καμία αμφιβολία ότι η Ουκρανία παραβίασε εξακολουθητικά τη συμφωνία του Μινσκ, και ότι άσκησε ένοπλες πιέσεις προς τις αποσχισμένες περιοχές. Όμως παραμένει να αποδειχθεί διεθνώς ότι πέρα από στρατιωτικές συγκρούσεις σε τοπικό επίπεδο, και πέρα από τις επιβεβαιωμένες απωθήσεις ρωσόφωνου αγροτικού πληθυσμού προς την Ρωσία, που δεν σταμάτησαν ουσιαστικά ποτέ, διεξήχθη οργανωμένη γενοκτονία, με χιλιάδες θύματα. Αυτές τις επιχειρήσεις τις διεξάγουν τάγματα του ουκρανικού στρατού, αλλά είναι άγνωστο ποια και πού ακριβώς. Είναι όμως βέβαιη υπόθεση, πως σε αυτές τις εκκαθαρίσεις συμμετείχε και το Αζόβ και το Αϊντάρ, τάγματα του ουκρανικού στρατού πλέον, με τις ιδρυτικές τους πράξεις στην ουκρανική νεοναζιστική ακροδεξιά. Είναι σχεδόν βέβαιο πως αυτά τα τάγματα δρουν “ανεξέλεκτα” και η Διεθνής Αμνηστία[8] έχει συγκεντρώσει αρκετά στοιχεία για τη δράση τους μέχρι το 2016, τουλάχιστον στην ενεργή φάση του πολέμου. Το τάγμα Αζόφ μαζί με το τάγμα Αϊνταρ προσπάθησαν να κερδίσουν εκλογική προβολή και συνεπώς κρατική κάλυψη με από κοινού κοινοβουλευτική παρουσία στο κόμμα “Πατριώτες της Ουκρανίας”.
➡️ Η νεοναζιστική τους ιδεολογία όμως, και συνεπώς η στοχοθεσία της, ήταν τόσο μακριά από το εθνικό αφήγημα της Ουκρανίας που έλαβαν το 2019 το ποσοστό 2,15% και έμειναν εκτός βουλής.
Μια απόδειξη ακόμα πως η εθνική ιδεολογία της Ουκρανίας είναι μια καθόλα τυπική τέτοια ιδεολογία, με τις αντιφάσεις της και τον εξουσιαστικό της χαρακτήρα, αλλά που απέχει πολύ από το να είναι υπεραπλουστευτικά “ναζί”.
Η ενσωμάτωση του Αζόφ στον Ουκρανικό στρατό, και η προβολή ακόμα και σε δυτικές εφημερίδες του τάγματος ως ακροδεξιού καθώς και η επακόλουθη κατακραυγή, οι εξακολουθητικές εκλογικές αποτυχίες της ακροδεξιάς στην Ουκρανία, οδήγησαν σε κάτι άλλο, πολύ πιο ενδιαφέρον και πολιτικά επικίνδυνο, που η ρητορική περί “φασιστικού κράτους” ή “φασιστικού τάγματος” υποτιμά πλήρως. Το Αζόφ μετατράπηκε σε εταιρία μισθοφορικού στρατού, με στρατιώτες με συμβόλαιο, το οποίο προς το παρόν μισθώνεται από το Ουκρανικό κράτος. Αυτή είναι η πρώτη επιβεβαιωμένη περίπτωση σε ευρωπαϊκό έδαφος μισθοφορικού στρατού που μισθώνεται από υπουργείο άμυνας, και καθώς δεν έχει προηγηθεί κάτι τέτοιο, προκάλεσε αντιδράσεις ακόμα και μέσα στο Ουκρανικό υπουργείο άμυνας. Η δομή του Αζόφ και η σχέση του με το ουκρανικό κράτος είναι εξίσου σημαντικές με τον ιδεολογικό του χρωματισμό. Και ενώ δεν είναι καινούριο φαινόμενο η ενσωμάτωση ακροδεξιών στο στράτευμα, η ενσωμάτωση τους ως μισθοφόρων είναι νέα, ποιοτική αναβάθμιση που επιτρέπει τόσο στους ίδιους, όσο και στο ίδιο το κράτος να κινούνται σε αμφίβολα νομικά νερά και ελεγκτικούς μηχανισμούς. Οι επιπτώσεις αυτού του φαινομένου, δεν έχουν φανεί ακόμα, αλλά σίγουρα, θα υπάρξουν.
Είναι πιο πιθανό το Αζοφ να εξελιχθεί σε μια ακροδεξιά εταιρία μισθοφόρων, που θα είναι ουσιαστικά απεδαφικοποιημενη από το ουκρανικό κράτος και συνεπώς διαθέσιμη για μίσθωση από ανάλογους μεγάλους πελάτες, κράτη ή επιχειρηματίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι σε απάντηση όλων αυτών, που η Ρωσική ηγεσία, κινητοποίησε πέραν του τακτικού στρατού, ο οποίος δεν υστερεί σε αριθμούς, και τις παραστρατιωτικές, ανοιχτά ακραία ισλαμιστικές, ομάδες του Καντίροφ και άλλων τσετσένων ακροδεξιών, για να επιτεθούν τώρα στην Ουκρανία. Και επίσης, ίσως όχι τυχαία, ο Καντίροφ φαίνεται να συγκρούστηκε στην ανατολική Ουκρανία ακριβώς με το Τάγμα Αζόφ.[9] Ήταν η μόνη μαζική, και νομικά επίσης ασαφής στρατιωτική οντότητα, στη ρωσική πλευρά, που μπορούσε να συναγωνιστεί το Αζόφ τόσο ιδεολογικά όσο και στρατιωτικά σε μια μορφή “υβριδικού πολέμου”.
➡️ Ως προς τη γενοκτονία όμως, γεγονός παραμένει πως τα περιφερειακά δεδομένα δεν συνηγορούν προς κάτι τέτοιο, ούτε τα δεδομένα της Διεθνούς Αμνησίας: λίγο καιρό πριν τον τωρινό πόλεμο, η Ρωσική ηγεσία αναγνώρισε τα προϊόντα του Ντόνμπας ως προϊόντα άνευ δασμών[10] για τη Ρωσική Ομοσπονδία τα οποία θα μπορούσαν να εξάγονται ως “made in Russia” και τους παρέδωσε κωδικούς εισαγωγής-εξαγωγής καθώς και επενδυτικά προγράμματα από την κεντρική της τράπεζα. Σε απάντηση αυτού, ο Ζελένσκι [11]προώθησε πολιτικές επαναδημιουργίας της “ειδικής οικονομικής ζώνης του Ντόνμπας” η οποία είχε αποτύχει μετά το 2005, προσπαθώντας να προσελκύσει κεφάλαια και επενδύσεις.
Είναι αυτονόητο πως αν διεξαγόταν γενοκτονία και τόσο ευρείας κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση, οποιαδήποτε συζήτηση για επενδυτική και παραγωγική δραστηριότητα στην περιοχή θα ήταν αδιανόητη. Αντιθέτως, οι προτάσεις αμφότερες δείχνουν πως στο εσωτερικό των περιοχών που έχουν αποσχισθεί, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Ουκρανίας που παρέμενε υπό ουκρανικό έλεγχο, επικρατούσε μια “σχετικά σταθερή” κατάσταση στις διάφορες περιοχές, πράγμα που επέτρεπε να υπάρχει οικονομική δραστηριότητα και σχεδιασμός.
Παρ’ όλα αυτά τον γύρο του internet, και με αυτό εννοείται κυρίως τα social media του fb και του twitter, η παραδοχή πως στα ανατολικά διεξάγεται γενοκτονία από φασιστικά τάγματα με εξωτικά ονόματα, διαδόθηκε σαν αστραπή.
Είναι ίσως καλύτερο, να αξιολογηθεί η κατάσταση από τις επίσημες εκτιμήσεις που έχει δώσει η Ρωσική Ομοσπονδία για την κατάσταση στα ανατολικά, και οι οποίες, πριν τον πόλεμο, κατατέθηκαν στον ΟΗΕ. Σύμφωνα με αυτές λοιπόν τις εκτιμήσεις από το 2014 μέχρι το 2022 η Ρωσία επισήμως εκτιμά ότι στην ανατολική Ουκρανία από Ουκρανικά πυρά έχουν σκοτωθεί 2,6 χιλιάδες κάτοικοι ρωσικής καταγωγής[12]. Από μαχητές και των δύο πλευρών[13] έχουν σκοτωθεί συνολικά 10 χιλιάδες άτομα εκ των οποίων περίπου χωρισμένοι 50-50 είναι ουκρανοί στρατιώτες και ρώσοι αυτονομιστές. Όπως ήταν αναμενόμενο, ελαφρώς παραπάνω (5.650) είναι από την ρωσική πλευρά. Η συντηρητική πλειοψηφία των νεκρών, είναι την περίοδο 2014-2016 κατά την πιο ενεργή φάση του πολέμου, την υποτιθέμενη “Αντιτρομοκρατική ουκρανική επιχείρηση”, με τις απώλειες κατά το επόμενο διάστημα να πέφτουν σημαντικά. Όλοι αυτοί μαζί κάνουν περίπου τον αριθμό των 14.000 που κυκλοφόρησε στο ίντερνετ, οι οποίοι όμως περιλαμβάνουν κατοίκους και στρατό από τις δύο εμπλεκόμενες πλευρές (για λόγους που μου διαφεύγουν η Ρωσική πλευρά δίνει λιγότερους νεκρούς κατοίκους απ’ ότι ο ΟΗΕ, με την διαφορά να είναι μεγάλη, περίπου στα 600 άτομα). Αυτός είναι και ο λόγος που ο ΟΗΕ ενώ δέχτηκε τον ισχυρισμό της Ρωσίας περί θυμάτων, αρνήθηκε να το χαρακτηρίσει γενοκτονία.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος των νεκρών σε σχέση με τη σφοδρότητα μιας σύγκρουσης, (και το πως ένας αριθμός διαδόθηκε χωρίς καμιά κριτική ανάλυση ή επιβεβαίωση, αλλά διαδόθηκε στα πλαίσια του πληροφοριακού πολέμου και έγινε πιστευτός άμεσα για συγκεκριμένους λόγους), αυτή τη στιγμή που γράφεται αυτό κείμενο (28/2/2022), με πόλεμο πλήρων διαστάσεων στην Ουκρανία οι επίσημοι νεκροί κάτοικοι σε όλη την Ουκρανία είναι περίπου γύρω στα 400 άτομα. Αξιόπιστες πηγές για τις απώλειες σε στρατιωτικό προσωπικό και στις δύο πλευρές, ακόμα δεν υπάρχουν.
Με τα άνω δεδομένα, και βλέποντας το πόσο απέχουν οι επίσημες πληροφορίες που τα κράτη αναγκάζονται να δώσουν στο φως τελικά, από αυτά που διακινούνται στο διαδίκτυο, θα πρέπει να επισημανθούν μερικά σημεία, τα οποία αφορούν τόσο την δυτική όσο και την ανατολική προπαγάνδα. Η σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, είναι πολυπαραγοντική, και δεν επιτρέπει ξεκάθαρες αξιολογήσεις.
Οι κατηγορίες περί φασιστικού κράτους για την Ουκρανία, όταν δεν θεμελιώνονται σε εξωτικές αφηγήσεις πολυπληθών φασιστικών ταγμάτων που δρουν στην βαθιά ουκρανική ανατολή, θεμελιώνεται στο γεγονός ότι απαγορεύτηκε στο Κομμουνιστικό κόμμα Ουκρανίας να κατέβει στις εκλογές το 2019. Αυτές οι κατηγορίες είναι ανάλογες, -ειρωνικά- με όσους κατηγορούν την Ρωσία για φασισμό.
➡️ Παρ’ όλα αυτά η απαγόρευση της συμμετοχής του Κομμουνιστικού Κόμματος στις εκλογές, πράξη αναμφίβολα αντιδημοκρατική και αντικομμουνιστική, είναι μια πράξη που έχει μακρά παράδοση και νομικό προηγούμενο σε όλες σχεδόν τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Στη Ρωσία, την τελευταία δεκαετία έχουν αποκλειστεί από τις εκλογές πλήθος κομμάτων, όχι αναγκαστικά δεξιάς ή φιλελεύθερης κατεύθυνσης, αλλά και από τον χώρο της άκρας δεξιάς και της άκρας αριστεράς, συνήθως με γραφειοκρατικές δικαιολογίες. Αυτή η τακτική, που συνήθως προέρχεται από μια λογική εργαλειακής μεταχείρισης της κρατικής μηχανής από την εκάστοτε κυβέρνηση έχει τόσο λαϊκίστικα-δημοκρατικά χαρακτηριστικά όσο και αυταρχικά. Ως προς αυτό, η δυτική ρητορική και προπαγάνδα είναι εντελώς υποκριτική να κατηγορεί τη Ρωσία για φασισμό ή έλλειμμα δημοκρατίας, και να επευφημεί την Ουκρανική κυβέρνηση για δημοκρατικότητα όταν, περίπου, οι δύο χώρες μεταχειρίζονται τον εκλογικό τους νόμο με ανάλογο τρόπο. Η μόνη διαφορά μεταξύ τους είναι ότι στη Ρωσία, το κυβερνητικό μπλοκ είναι πολύ πιο συσπειρωμένο γύρω από το Κόμμα της Ενωμένης Ρωσίας, και το στρατιωτικό-επιχειρηματικό σύμπλεγμά της, ενώ στην Ουκρανία, ως χώρα μικρότερη και πιο ετερογενής πολιτικά και οικονομικά υπάρχει μια εναλλαγή κεντρώων και δεξιών κομμάτων, με παρόμοιες πολιτικές. Αυτές οι πολιτικές, ως προς το πολιτισμικό-εθνοτικό κομμάτι, δεν έχουν καμία σχέση με ό,τι συνήθως αναφέρεται για “κυνήγι των ρώσων” ή για “απαγόρευση της γλώσσας”. Αυτό το οποίο έγινε όντως, και είναι αναμφίβολα ένα βήμα στο εγχείρημα της ισχυρότερης εθνογένεσης, είναι η προτροπή τα ΜΜΕ να χρησιμοποιούν περισσότερο ουκρανικά παρά ρώσικα, ενώ ταυτόχρονα εμφανίστηκαν και οι πρώτοι διανοούμενοι που μιλούν για “ένα έθνος με δύο γλώσσες”. Η ενσωμάτωση των ακροδεξιών ομάδων στον τακτικό ουκρανικό στρατό ή τα σώματα ασφαλείας, όσες δηλαδή θέλησαν να μείνουν πιστές στο κράτος, ήταν αναμενόμενη και δεν είναι πρωτοφανής. Τώρα βέβαια, έχει ειδικά τεχνικά χαρακτηριστικά ως προς το κράτος.
Ανάλογα παραδείγματα υπάρχουν στις ΗΠΑ, στη Γερμανία, στη Ρωσία, στην Ελλάδα και πολλές βαλκανικές χώρες. Προφανώς καμία από αυτές τις χώρες δεν χαρακτηρίστηκε “φασιστική”.
Όσο για τους ακροδεξιούς εκείνους που αρνήθηκαν να δεχτούν το ρόλο τους στα σώματα ασφαλείας και είχαν μεγαλύτερες φιλοδοξίες, τόσο στη Ρωσία, όσο και την Ουκρανία τους περίμενε η γνωστή μοίρα: φυλακή ή δικαστική εξάντληση και περιθωριοποίηση.”