Κείμενο: Ελένη Τζιρτζιλάκη | nomadikiarxitektoniki.net Η εισήγηση διαβάστηκε στις εργατικές πολυκατοικίες στον Ταύρο, στον δημόσιο χώρο έξω από το σχολείο, στα πλαίσια της δημόσιας συνάντησης στο εργαστηριο «Σχεδιαζοντας τη συνύπαρξη με τα Μακρά Τείχη στην επιφάνεια της πόλης».
Κινήσεις προς την κοινότητα, στα όρια
Η πόλη είναι ένας δυναμικός κοινωνικός χώρος σε μετασχηματισμό, «…αλλάζει όταν η κοινωνία στο σύνολό της αλλάζει. Ωστόσο, οι μετασχηματισμοί της πόλης δεν είναι παθητικά αποτελέσματα της κοινωνικής σφαιρικότητας, των τροποποιήσεών της. Η πόλη εξαρτάται επίσης, όχι λιγότερο ουσιαστικά, από σχέσεις αμεσότητας, από τις απευθείας σχέσεις μεταξύ προσώπων και ομάδων που συνθέτουν την κοινωνία» (Ιδιοτυπία της πόλης, Το δικαίωμα στην πόλη, Henri Lefebvre).
Θα ήθελα να σας μιλήσω για την κοινότητα και τη σημασία της στον σχεδιασμό καθώς το θέμα σας είναι «Σχεδιάζοντας τη συνύπαρξη με τα Μακρά Τείχη στην επιφάνεια της πόλης». Για να επιτευχθεί ο σχεδιασμός, χρειάζεται μέσα από μια μεθοδολογία να προσεγγίσουμε την κοινότητα ή τις κοινότητες.
Θα μπορούσαν τα αρχαία τείχη και η ανάδειξή τους να αποτελέσουν ένα ζητούμενο της κοινότητας; Πώς θα μπορούσαν να ξεφύγουν από το να αποτελούν ένα εύρημα των αρχαιολόγων, άγνωστο στις-στους κατοίκους της πόλης; Nα γίνουν ένα στοιχείο που πλάθει τη σύγχρονη πόλη, ικανό να εφεύρει νέες ιστορίες και μια νέα κατοίκηση;
Θα μπορούσαμε να δούμε τα αρχαία τείχη ως ένα δώρο στους κατοίκους, το αντίθετο δηλαδή απ’ ό,τι συνήθως αποτελεί κάθε αρχαιολογικό εύρημα που συνήθως είναι κάτι μυστικό, κάτι κρυφό, κάτι που φοβίζει γιατί υπενθυμίζει στους ανθρώπους ότι βρίσκονται πολύ κοντά στον κίνδυνο να χάσουν το σπίτι τους. Από τα Μακρά τείχη στις πολυκατοικίες του Ταύρου είδα μια ανασκαφή περιφραγμένη σε κακή κατασταση, σχεδόν σκουπιδότοπο. Αναρωτιέμαι πώς θα μπορούσε να γίνει το αντίθετο; Ένας χώρος ζωντανός που θα τον φροντίζουν οι ίδιοι οι κάτοικοι νοηματοδοτώντας τον.
Θα λέγαμε ότι η μνήμη αποτελεί βασικό στοιχείο του συμμετοχικού σχεδιασμού. Η μνήμη της αρχαίας πόλης: Μακρά τείχη. Η μνήμη της σύγχρονης πόλης: φυλακές, Συγγρού, πολυκατοικίες.
Αναρωτιόμαστε για την κοινότητα. Πόσο σημαντική είναι η κοινότητα; Πώς μια κοινότητα υπερασπίζεται την πολιτιστική κληρονομιά; Πότε συμβαίνει αυτό; Πού; Ποια η θέση διάφορων πρακτικών ως προς την κοινότητα; Ποια είναι τα όρια; Ποια είναι η διάδραση ανάμεσα στην-στον αρχιτέκτονα και την κοινότητα; Το ζήτημα αυτο μπαiνει ξανά έντονα σε αναζήτηση σήμερα καθώς οι κοινότητες βρίσκονται σε κρίση μετά την άνθισή τους μεταξύ 2011-’15.
Μπαίνει επιτακτικά το ζήτημα να αναμορφώσουμε τις κοινότητες, να κατευθυνθούμε προς τις κοινότητες, για τον δημόσιο χώρο, για τα κοινά, για τα δικαιώματα, για την πόλη, για την κατοικία. Πώς δουλεύει κανείς με την κοινότητα; Άραγε είναι η δύναμη της αγάπης; Ή είναι μια εξουθενωτική διαδικασία με αμφίβολα αποτελέσματα;
Μια κοινότητα που αποτελεί φωτεινό παράδειγμα είναι οι αυτόνομες κοινότητες των Ζαπατίστας, συνδιάζοντας τις πρακτικές των Μάγιας με στοιχεία ελευθεριακού σοσιαλισμού. Κλειδί της ιδεολογίας τους είναι η πολιτικοποίηση και η συμμετοχή όλων των πολιτών στις αποφάσεις. Με αυτοοργανωμένες κοινότητες και αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες οι αποφάσεις παίρνονται από τα κάτω προς τα πάνω και όχι από τα πάνω προς τα κάτω. Αγγίξτε τα όνειρα σας, η ουτοπία είναι εφικτή.
Σύμφωνα με τoν Agamben, η κοινότητα ειναι η αλλοτρίωση του θεάματος και τα θεμέλια της νέας κοινωνίας. Οι κοινότητες προτείνουν μια άλλη οργάνωση της κοινωνίας διαφορετική από το κράτος, όπου μπορεί να εφαρμοστεί ο συμμετοχικός σχεδιασμός.
Μια ζωγράφος ξεκίνησε τα community gardens στη Νέα Υόρκη σε συνεργασία με τις κοινότητες. Καλλιτέχνες όπως οι Stalker στη Ρώμη δουλεύουν χρόνια με τις κοινότητες. Στην Ελλάδα υπάρχουν αρκετοί καλλιτέχνες που αφουγκράζονται τις κοινότητες, όπως οι Μαρία Παπαδημητρίου, Χαρίκλεια Χάρη, Τζένη Μαρκέτου, χώροι όπως το Communitism, Twixt lub, Victoria κ.ά. που βασίζονται στην κοινοτική τέχνη.
Η αρχιτεκτονική της συμμετοχής είναι σήμερα, ένα πολυσυζητημένο και αντιφατικό ερώτημα. Ίσως το έργο μετατροπής της εγκαταλειμμένης σιδηροδρομικής γραμμής West Side Line στο Μανχάταν του High Line σε ένα γραμμικό πάρκο, που πραγματοποιήθηκε και που ήταν αίτημα των φίλων της εγκαταλειμμένης σιδηροδρομικής γραμμής (το πρώτο τμήμα εγκαινιάστηκε το 2009), δηλώνει ότι η επιστροφή αυτού που οι αρχιτέκτονες ορίζουν ως «αρχιτεκτονικό κοινό» γίνεται «εμφανές». Σε αυτό το έργο, είναι δυνατό να εντοπιστούν τα χαρακτηριστικά της συμμετοχής στο σύγχρονο: όσοι συμμετέχουν, το έκαναν για να ανατρέψουν μια άποψη, η εν λόγω σιδηροδρομική γραμμή έπρεπε να κατεδαφιστεί.
Συχνά, σήμερα, η συμμετοχή είναι συνώνυμη με τη διαμαρτυρία. Δεν αποτελεί μια φάση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων αλλά έρχεται αργότερα, είναι μια αντίδραση.
Η αρχιτεκτονική του High Line στη Νεα Υόρκη, παρά το γεγονός ότι είναι πολύ εξελιγμένη, τόσο τεχνικά όσο και γλωσσικά, προσπαθεί να εμφανιστεί ως αποδοχή, σαν να υποστηρίζει την αίσθηση ενός χώρου που έχει «βρεθεί» και δεν έχει σχεδιαστεί, για να σηματοδοτήσει έναν συσχετισμό συμμετοχής στην αποποποίηση της αρχιτεκτονικής.
Σίγουρα ο «σχεδιασμός με την κοινότητα» και οι απαρχές αυτής της γλώσσας βρίσκονται πίσω στο παρελθόν. Θα μιλήσω για τον ιταλό αρχιτέκτονα Gian Carlo di Carlo και τον πορτογάλο αρχιτέκτονα Aalvaro Siza και στη συνέχεια για την Άννη Βρυχέα και τον προσφυγικό συνοικισμό στη Θήβα.
Ο Gian Carlo Di Carlo ήταν ένας από τους πρώτους Ιταλούς αρχιτέκτονες που πειραματίστηκε με τη συμμετοχή στον τομέα του σχεδιασμού. Γεννημένος το 1919 στη Γένοβα, ήταν υπεύθυνος για έργα όπως η πανεπιστημιούπολη του Πανεπιστημίου του Ουρμπίνο και το χωριό Matteotti, μια κατοικημένη περιοχή για τους εργάτες των χαλυβουργείων Τέρνι. Ιδρυτής της Ομάδας Χ -μια ομάδα νέων αρχιτεκτόνων που δραστηριοποιήθηκαν μεταξύ της δεκαετίας του 1950 και του 1970- επιμελήθηκε πολυάριθμες δημοσιεύσεις και ίδρυσε το περιοδικό “Spazio e società” το 1978.
Το δοκίμιό του Μια αρχιτεκτονική συμμετοχής, που δημοσιεύτηκε το 1972 από το Ινστιτούτο Αρχιτεκτόνων της Αυστραλίας, συγκεντρώνει τις σκέψεις που παρουσίασε ο Ντε Κάρλο κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου και αναδημοσιεύτηκε με τον τίτλο «Η αρχιτεκτονική της συμμετοχής» (2015).
Στο δοκίμιο του Ντε Κάρλο, ορισμένα θέματα είναι τυπικά της δεκαετίας του ’70, αλλά η στάση με την οποία ερμηνεύεται η αρχιτεκτονική και η συμμετοχή, με σαφή ένταση, αναγνωρίζοντας τις παγίδες και τις δυνατότητες, εξακολουθεί να ισχύει έως σήμερα. Η σαφήνεια και η απόφαση με την οποία ο De Carlo προχωρά στην αναζήτηση των λόγων, το νόημα της ίδιας της αρχιτεκτονικής, βάζει τον αναγνώστη πέρα από τον όρο της απλής ακρόασης, προχωρά σε μια στάση για να επιλέξει έναν τόπο στη διαδικασία σχεδιασμού, ή ίσως γενικότερα στο πολιτιστικό τοπίο της κοινωνίας.
Η συμμετοχή, ειδικά στην αρχιτεκτονική, είναι σίγουρα ένα επίκαιρο ζήτημα. Η σημερινή κεντρική θέση της συμμετοχής στον σχεδιασμό δίνει μόνο μια μερική άποψη: είναι κατανοητή ως έκφραση διαμαρτυρίας, ως προθάλαμος αυτοκατασκευής ή ως πολιτικά ρυθμιζόμενη διαδικασία, η συμμετοχή φαίνεται να έχει κάτι το «λοξό», ούτως ή άλλως να αποτελεί εξαίρεση. Ανακτημένη ως δικαίωμα, αλλά μόνο μετά το παιχνίδι, ανεκτή για οικονομικά αδύναμα και προσωρινά επιτεύγματα, άλλοτε υπαγορευμένη από τον νόμο και συχνά ασκούμενη με μια μορφή γραφειοκρατίας, η αίσθηση της συμμετοχής φαίνεται να απέχει πολύ από αυτή που περιγράφει ο De Carlo.
Ουσιαστικά, η κοινωνία δεν έχει οικειοποιηθεί την αρχιτεκτονική, όπως θα έπρεπε.
Όχι επειδή όλοι πρέπει να είναι αρχιτέκτονες, αλλά σιγουρα θα επρεπε να είναι πολιτιστικά προσανατολισμένοι προς την τέχνη του χώρου. Ενώ η τεχνολογία ή οι μεταφορές ή ορισμένες άλλες υπηρεσίες φαίνονται απαραίτητες, η αρχιτεκτονική δεν θεωρείται απαραίτητη: είναι κάτι που μπορεί να εκλείψει. Έτσι, παραδόξως, το γεγονός ότι σήμερα μιλάμε με έντονο ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική της συμμετοχής, έπειτα από σαράντα χρόνια από τη στιγμή που αυτό το ερώτημα ήταν κεντρικό στη συζήτηση και στην κοινή γνώμη, συμπίπτει με την παραδοχή της ατελούς εφαρμογής της αρχιτεκτονικής.
Ως παράδειγμα, έχουμε τις δύο εκθέσεις που πραγματοποιήθηκαν το ’72 και το ’73 στην Galleria Politeana στο Τέρνι, στις οποίες «η αρχιτεκτονική της συμμετοχής λέγεται και βιώνεται ως μια ρεαλιστική ουτοπία».
Ο De Carlo παραθέτει τον Le Corbusier και τον έπαινό του για τις ρεαλιστικές ουτοπίες. Οι δύο εκθέσεις στο Terni αντιπροσώπευαν δύο θεμελιώδη βήματα στη διαδικασία συμμετοχής με τα οποία ο αρχιτέκτονας και κοινωνιολόγος Domenico De Masi έρχεται να ορίσει το έργο: συγκεκριμένα.
Σε μια συνέντευξη, ο Ντε Κάρλο θα θυμηθεί, ακόμα με έκπληξη, πόσο λίγοι άνθρωποι ζήτησαν σε σύγκριση με αυτό που μπορούσαν να πάρουν. Εξ ου και η αναφορά στο αστείο του Le Corbusier, πάντα παρούσα ως αναφορά στο έργο του De Carlo, στη μόνη φαινομενικά παράδοξη σχέση μεταξύ ουτοπίας και πραγματικότητας.
Πιστεύω ότι όλα αυτά είναι ακόμη επίκαιρα: η πραγματικότητα σήμερα φαίνεται ακόμη πιο βαριά, περιοριστική και μια ορισμένη αύρα του αμετάβλητου καθορίζει την αδυναμία του έργου. «Ρεαλιστικά» θα μπορούσαμε να αποδώσουμε αυτή την αδυναμία στην οικονομική κατάσταση, ακόμη και αν κοιτάξουμε προσεκτικά, θα αντιληφθούμε ότι η κρίση δεν προκάλεσε αυτή την «ξαφνική αλλαγή» που είναι εξ ορισμού.
«Δεν χρειάζεστε μια θεωρία συμμετοχής αλλά χρειάζεστε ενέργεια», έλεγε ο Gian Carlo di Carlo και ότι «οι απαντήσεις ενός καλού αρχιτέκτονα στη συμμετοχή είναι σίγουρα προσωπικές». Ο Ντε Κάρλο θεωρoύσε την αρχιτεκτονική μια ετερόνομη και όχι αυτόνομη δραστηριότητα, μια δραστηριότητα που πρέπει να συνομιλεί με άλλους κλάδους και άλλες πραγματικότητες: αυτή η πρόταση αναφέρεται σε μια στιγμή της αρχιτεκτονικής συζήτησης. Δεν είναι ότι ακυρώνεται η φιγουρα του αρχιτέκτονα-δημιουργού, ο αρχιτέκτονας είναι εκεί και κάνει προσωπικές επιλογές ακόμη και όταν ενορχηστρώσει μια διαδικασία ή έναν συμμετοχικό διάλογο. Ο δημιουργός δεν εξαφανίζεται, αλλά επεκτείνει τον ρόλο του, συμμετέχει ο ίδιος σε όλες τις φάσεις του σχεδιασμού, στο σκηνικό, στον ορισμό, στη σύνταξη και τέλος στην αξιολόγηση του έργου.
Ένας άλλος σημαντικός αρχιτεκτονας που εφαρμοσε τον συμμετοχικό σχεδιασμό στην πατρίδα του την Πορτογαλία είναι ο Aalvaro Siza.
Eφάρμοσε τον συμμετοχικό σχεδιασμο στις κοινωνικές κατοικίες στην Quinta da Malagueira στην Evora όπου για 20 χρονια (1977-1998) ασχολήθηκε ανελιπώς μέσα από συνελεύσεις με τους κατοίκους, καθώς και σε κάποια άλλα έργα του των πρώτων χρόνων της δουλειάς του στο Sao Victor Bouca όπου συνεργάστηκε με τον Δήμο του Πορτο.
Έλεγε για τους ανθρώπους εκεί: Η στάση τους ήταν πολλές φορές αυταρχική. Αρνιόντουσαν την επίγνωση του αρχιτέκτονα. Επέβαλλαν τον τρόπο που βλέπουν και αντιλαμβάνονται τα πράγματα. Συμμετοχική διαδικασία σήμαινε αποδοχή των συγκρούσεων και όχι απόκρυψή τους. Αυτές οι ανταλλαγές γίνονται στη συνέχεια πολύ σημαντικές και εμπλουτίζουν το πρότζεκτ.
Η Άννυ Βρυχέα εφήρμοσε πρώτη τον συμμετοχικό σχεδιασμό στη Θήβα ως Ανάπλαση του παλαιου προσφυγικού συνοικισμού στη Θήβα. Το έργο αυτό έχει ξεχαστεί μετά τον θάνατό της και δεν αναφέρεται ιδιαίτερα.
Πρόκειται για μια γειτονιά με 296 κατοικίες και περίπου 750 κατοίκους που χτίστηκε το 1928 κοντά στο κέντρο της πόλης. Τότε οι 49 ήταν κλειστές, οι 164 ιδιοκατοικούμενες και οι 83 νοικιάζονταν. Υπήρχε ανυπαρξία χώρων υγιεινής, αποχέτευσης, εγκατάλειψη πολλών κατοικιών, ελλείψεις σε καθε κατοικία ξεχωριστά. Πολλοί κάτοικοι ανήκαν στην τρίτη ηληκία.
Από το 1975 ο Δήμος της Θήβας είχε μέσα στις προτεραιότητές του την ανάπλαση, ενώ τελικά το 1984 εκπονείται από την αστική εταιρεία συμμετοχικού σχεδιασμού σε συνεργασία με τον Δήμο ένα σχέδιο εναλλακτικής ανάπλασης με τη συμμετοχή των κατοίκων.
Η παρέμβαση επιβαλλόταν να έχει διπλό στόχο: από τη μια να ενεργοποιήσει τον πληθυσμό και να βρει λύση στην υλοποίηση του έργου. Αρχικά, δημιουργήθηκε ο Συνεταιρισμός γυναικών και η επιτροπή γειτονιάς. Το 1990-’92, το έργο συνεχιζόταν αλλά δεν είχαν βρεθεί οι απαραίτητοι πόροι. Το έργο εν μερει ολοκληρώθηκε. Μετά από χρόνια ο συνοικισμός βρίσκεται σε κακή κατάσταση. Αιτίες η μη συνεργασία με τον δήμο και η αποδυνάμωση της κοινότητας των κατοίκων.
Σήμερα στην Αθήνα εχουμε δει κυριως να αναπτύσσεται συμμετοχή στις διαδικασίες της πόλης με την κοινότητα στην Ακαδημία Πλάτωνος. Η κοινότητα είναι αυτή που υπερασπίστηκε τον τόπο και τη μνήμη του ενάντια στην κατασκευή του Μall στο παλαιό εργοστάσιο Μουζάκη και συνεχίζει. Η δράση της κοινότητας βασίζεται στο συν-αίσθημα και στην πολιτική και είναι άμεσα αποτελεσματική. Επίσης, η κοινότητα έχει συνειδητοποιήσει ότι πολιτιστική κληρονομιά δεν είναι μόνο τα αρχαιολογικά ευρήματα που αφορούν την Ακαδημία του Πλάτωνος αλλά είναι ένα συνολικό τοπίο που περιλαμβάνει το ποτάμι που εχει μετατραπεί σε δρόμο (Κηφισσός) αλλά και τα σύγχρονα ερείπια που είναι τα εγκαταλειμμένα βιομηχανικά κτίρια όπως το εργοστάσιο Μουζάκη. Ενώ η κοινότητα κέρδισε τον αγώνα ενάντια στην κατασκευή του MALL, η τοποθεσία συνεχίζει να απειλείται με νέες κατασκευές στη θέση αυτή. Κατά τη διάρκεια των αγώνων της κοινότητας, μια ομάδα από αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες στην οποία ανήκω είχε δημιουργηθεί γα την υπεράσπισή της, κατά της κατασκευής του MALL, πραγματοποίησε το Silent Walk στα πλαίσια των αρχαιολογικών διαλόγων (το 2018, Κυριακή 27 Μαίου) από το εργοστάσιο Mουζάκη έως το πάρκο της Aκαδημίας Πλάτωνος, στη διαδρομή και κατά τη διάρκεια παρεμβάλλοντο μικρές δράσεις-περφόρμανς που αφορούσαν το ποτάμι, τα αγροκτήματα, τα εγκαταλειμμένα βιομηχανικά κτίρια και τη διάσωσή τους, την Ακαδημία του Πλάτωνα, το πάρκο.
Στον λόφο του Φιλοπάππου, ο λόφος διασώθηκε απο την κοινότητα και έτσι αποφεύχθηκε η περίφραξή του. Οι κάτοικοι των γύρω συνοικιών συγκρούσθηκαν επανειλημμένα. Ανάμεσά τους είμαστε κι εμείς, αρχιτέκτονες, καλλιτέχνες. Ο λόφος λειτουργεί ως ο κατεξοχήν δημόσιος χώρος και κοινό αγαθό των περιοχών αυτών. Περπάτημα, πικ νικ, έξοδο με τα σκυλιά, γυμναστική, χαλάρωση είναι δράσεις των κατοίκων που γίνονται στον λόφο. Πώς θα μπορούσε όλα αυτά να μπουν σε απαγόρευση και περιορισμό;
Επίσης αξιοσημείωτες κοινότητες ειναι αυτές που προχωρούν σε κινητοποιήσεις στα ρέμματα που η Περιφέρεια Αττικής είναι έτοιμη να καλύψει όπως στην περίπτωση του Ποδονίφτη, της Πικροδαφνης όπου εχει δημιουργηθεί το Δίκτυο Πολιτών για τη Διάσωση του Ρέματος Πικροδάφνης που κάνει πρόσφατες κινητοποιήσεις.
Μια ισχυρή κοινότητα καλλιτεχνών δημιουργήθηκε σε συνεργασία με τη συνέλευση κατοίκων γύρω από την κατάληψη του θεάτρου Εμπρός, μεταξύ 2011-’15, και ενεργοποίησε δραστήρια και πρωτοπόρα το εγκαταλειμμένο θέατρο, πρώην τυπογραφείο Εμπρός, κτίριο ιδιαίτερης σημασίας στο κέντρο της πόλης. Στόχος ήταν η υπεράσπιση ενός κοινού χώρου ανοιχτού στις διαφορετικότητες της πόλης αλλά και η τάση δημιουργίας μιας κοινότητας εκεί, αν και στάθηκε αδύνατο.
Η σημερινή συνθήκη έχει εντείνει την ανάγκη δημιουργίας συλλογικών υποκειμένων και χώρων των κοινών και καλλιτεχνικών πρακτικών με αυτές τις κατευθύνσεις.
Σήμερα γίνεται πιο έκδηλη η ανάγκη να φανταστούμε εναλλακτικές δυνατότητες συντροφικότητας και συλλογικής δράσης καθώς και μια επαναεννοιολόγιση της κοινότητας. Η πρόκληση είναι να φανταστούμε έναν τρόπο πέραν και μέσω της αδυνατότητας της κοινότητας.
Σήμερα για την υπεράσπιση του κέντρου της Αθήνας των κτιρίων, των χρήσεων και των κατοίκων, με την εκρηκτική ατμόσφαιρα στα Εξάρχεια, είναι εμφανής η ανάγκη δημιουργίας και το ανέφικτο της κοινότητας. Εκτός από τις διμοιρίες των δυνάμεων καταστολής, μοιάζουν να έχουν στρατοπεδεύσει μόνιμα εκπρόσωποι εταιρειών που διαχειρίζονται ακίνητα, σε έναν οργασμό κτηματομεσιτικών αγορών, ανάπλασης, ανακαίνισης και μετατροπής ολόκληρων πολυκατοικιών σε συγκροτήματα διαμερισμάτων που ενοικιάζονται μέσα από ηλεκτρονικές πλατφόρμες -είτε βραχυχρόνιας μίσθωσης όπως η airbnb, είτε τουριστικών καταλυμάτων όπως η booking. Όπως καταγγέλλουν συλλογικότητες και άτομα, δεν είναι λίγοι οι ενοικιαστές διαμερισμάτων που βρίσκονται αντιμέτωποι με ραβασάκια από τους σπιτονοικοκύρηδες για να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, είτε γιατί επίκειται πώληση σε επενδυτικά funds, είτε γιατί ωθούνται σε έξωση καθώς τα ενοίκια εκτοξεύονται στα ύψη.
Ποια θα είναι η δράση της κοινότητας; Η δική μας μαζί με την κοινότητα; Καθώς οι πολιτικές και ηθικές παγίδες της τέχνης κοινοτικής βασης γίνονται πιο ορατές, γίνεται πιο έκδηλη και η ανάγκη να φανταστούμε εναλλακτικές δυνατότητες συντροφικότητας και συλλογικής δράσης στη πράξη, συνεργασίας και κοινότητας, απαιτείται δηλαδή μια επανεννοιολόγηση της κοινότητας. Η μεθοδολογία της περιπλάνησης είναι σημαντική στο αρχικό στάδιο που προσεγγίζουμε μια περιοχή, μια κοινότητα.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
Πότλατς: η έννοια του πότλατς είναι σημαντική στις διαδικασίες της κοινότητας, αυτο/μορφές και λειτουργίες της ανταλλαγής της ανταπόδωσης (αναφέρεται στη πολυνησία)
Μαρσελ Mως, Το Δώρο Μορφες και λειτουργίες της ανταλλαγής στις αρχαικες κοινωνίες, Καστανιώτης
Giancarlo de carlo, l’ architettura della partecipazione ,a cura di Sara Martini,2015
Giancarlo De Carlo, Villaggio Matteotti – photo Fabio Mantovani
Αalvaro Siza, Art forum, 2012
Peter Testa Aarquitectura de Alvaro Siza, faculdade di arqitectura di universidade do Porto, 1988
Άννυ Βρυχέα, Συμμετοχικός σχεδιασμός, Θεωρητικές διερευνήσεις, Ιστορία των ιδεών και των πρακτικών, Μεθοδολογικές προσεγγίσεις
Βλ. επίσης
Μια Παρασκευή στον απελευθερωμένο λόφο Καστέλι με συμμετοχικό σχεδιασμό (βίντεο)
«Ένα καταφύγιο για την ειρήνη»: για έναν πρότυπο οικισμό προσφύγων στην Κω