Η θεοκρατική μοναρχία του Βυζαντίου

0

Το παρόν κείμενο αποτελεί εισαγωγή και συμπλήρωμα στο βιβλίο του Γιώργου Ν. Οικονόμου Μύθοι και πραγματικότητα για το Βυζάντιο, που κυκλοφόρησε προσφάτως σε 2η έκδοση από τις εκδόσεις Athens School.

Γιώργος Ν. Οικονόμου*

Το πολίτευμα του Βυζαντίου από την αρχή ως το τέλος (4ος-15ος αι.) ήταν μοναρχία. Ο αυτοκράτωρ ή βασιλεύς ήταν η ανώτατη αρχή που ασκούσε κάθε είδος εξουσία, καθόριζε την εξωτερική πολιτική, τους πολέμους, την οικονομία, τον εσωτερικό βίο, το δίκαιο και την διοίκηση και ήταν ο ουσιαστικός αρχηγός της εκκλησίας. Ο Ιουστινιάνειος κώδικας όριζε: Princeps legibus solutus est. Δηλαδή «Ο βασιλεύς τοις νόμοις ουχ υπόκειται», «Όπερ αρέσει τω βασιλεί νόμος εστίν», όπως αποδόθηκε τρεις αιώνες αργότερα στα «Βασιλικά» (9ος αι.). Επί πλέον στην πολιτική ιδεολογία των Βυζαντινών, η εξουσία του αυτοκράτορα είχε θεϊκή προέλευση («ελέω θεού βασιλεύς»). Ο «θείος» αυτοκράτωρ ήταν ο εκλεκτός του θεού, ο αντιπρόσωπος του θεού επί της γης, εξ ου και ο όρος θεοκρατία1. Όμως κάποιοι πατριάρχες ήλθαν σε διαφωνία ή σε σύγκρουση με τον αυτοκράτορα για ηθικά ή θρησκευτικά ζητήματα, κατάφεραν να παρασύρουν τους μοναχούς και τον όχλο,2 επέτυχαν κάποιες νίκες, πύρρειες τις περισσότερες φορές, αλλά η αδιαφιλονίκητη εξουσία ήταν ο αυτοκράτωρ.

Οι άλλοι παράγοντες που έπαιζαν ρόλο στην ανάδειξη του αυτοκράτορα ήταν η σύγκλητος, ο στρατός και ο όχλος. Η σύγκλητος αποτελούνταν στο μεγαλύτερο μέρος της από τους ανώτατους εν ενεργεία αξιωματούχους του κράτους και της αυλής, ενώ ο αυτοκράτωρ διόριζε αυτούς που ήθελε. Δεδομένου ότι ο κρατικός μηχανισμός στελεχωνόταν από ανθρώπους του αυτοκράτορα, η σύγκλητος ήταν υποχείριά του.3 Ο στρατός έπαιζε στην αρχή κάποιον ρόλο αλλά αργότερα αποδυναμώθηκε. Για τον όχλο γίνεται λόγος παρακάτω. Ο αυτοκράτωρ έπρεπε να λαμβάνει υπ’ όψιν του τους παράγοντες αυτούς και με κατάλληλους χειρισμούς, συνήθως ευνοϊκή νομοθεσία, διορισμούς στον κρατικό μηχανισμό και προνόμια, να διατηρεί την ισορροπία. Φυσικά ουδέποτε υπήρξαν εκλογές για τον αυτοκράτορα και για την σύγκλητο.

Έγιναν όμως αρκετές «στάσεις» είτε από την πλευρά του όχλου είτε από την πλευρά των Δυνατών αριστοκρατών. Στρέφονταν όλες εναντίον κάποιων ατόμων, κάποιων αυτοκρατόρων που θεωρούνταν ανάξιοι για μία τέτοια θέση ή γίνονταν για την κατάληψη της εξουσίας από δυσαρεστημένους φιλόδοξους αριστοκράτες και στρατιωτικούς. Καμία εν τούτοις δεν αμφισβήτησε τον ιερό θεσμό του αυτοκράτορα ή άλλους βασικούς θεσμούς της θεοκρατίας Πάντοτε στο Βυζάντιο υπήρχε ο σεβασμός και η υπακοή στον θεσμό της αυτοκρατορικής μοναρχίας.

Στα κείμενα των βυζαντινών συγγραφέων συναντάται ο όρος «δημοκρατία» με μια διπλή έννοια: την ουδέτερη που δηλώνει τους «δήμους» (Πράσινοι, Βένετοι) είτε την στάση ή εξέγερση του όχλου κατά της εξουσίας. Καμία δηλαδή σχέση με το πολίτευμα της δημοκρατίας γνωστό από την αρχαία Ελλάδα και δη την Αθήνα. Κάποιοι όμως βυζαντινόφιλοι επικαλούνται αμφιλεγόμενα στοιχεία για να υποστηρίξουν ότι, παρ’ όλη την μοναρχία, υπήρχαν δημοκρατικές ιδέες και συμπεριφορές στο Βυζάντιο. Ένας από αυτούς είναι ο Σπύρος Βρυώνης που έχει και άρθρο στο οποίο εξετάζει τον ρόλο των συντεχνιών στα πολιτικά πράγματα.4 Συγκεκριμένα αναφέρει τον ρόλο των συντεχνιών τον 11ο αι. στην ανατροπή τεσσάρων αυτοκρατόρων. Να σημειωθεί πως όλοι σχεδόν οι ερευνητές του Βυζαντίου θεωρούν ότι ο 11ος αι. χαρακτηρίζεται από γενικευμένη παρακμή.

Ο Βρυώνης ασχολείται αναλυτικά με την εκθρόνιση του Μιχαήλ Ε΄ Καλαφάτη (1041-1042) που είχε προσπαθήσει να παραμερίσει την «νόμιμη κληρονόμο» της αυτοκρατορικής δυναστείας Ζωή. Οι ισχυρές συντεχνίες παρασύροντας τον όχλο της Κωνσταντινούπολης, ξεσηκώθηκαν, έδωσαν μάχες με τους φρουρούς, εισέβαλαν στο παλάτι, άρπαξαν χρήματα, κατέστρεψαν τους φορολογικούς καταλόγους της αυτοκρατορίας, με αποτέλεσμα 3.000 νεκρούς. Ο δε όχλος κραύγαζε: «ανασκαφείη τα οστά του Καλαφάτου», «αίρε τον παλαμναίον, ποίησον εκ μέσου τον αλιτήριον, ανασκολοπισθήτω, σταυρωθήτω, τυφλωθήτω»5 και «Θέλουμε βασίλισσα την μάννα μας πορφυρογέννητη Ζωή»! Τελικώς, επανέφεραν την Ζωή και την αδελφή της Θεοδώρα στον θρόνο, οι οποίες έδωσαν αμέσως διαταγή να αποσπασθούν βιαίως από το μοναστήρι του Στουδίου που είχαν καταφύγει να μονάσουν ο Καλαφάτης και ο θείος του (το άσυλο της εποχής) και να τυφλωθούν, όπως και έγινε. Και συμπεραίνει ο Βρυώνης: «Δημοκρατία had the last word» («η δημοκρατία είχε την τελευταία λέξη»)! Δηλαδή η εξέγερση των συντεχνιών με τις βαρβαρότητες, τα αιματηρά αποτελέσματα για την εκθρόνιση ενός αυτοκράτορα και την ενθρόνιση της πορφυρογέννητης θεωρείται από τον Βρυώνη «δημοκρατία»!6

Φυσικά αυτά δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την δημοκρατία. Δημοκρατία δεν είναι η αντικατάσταση σε μια μοναρχία ενός μονάρχη από κάποιον άλλον μετά από «στάση» του όχλου ή του στρατού, με νεκρούς και λεηλασίες. Οι ελληνικές πόλεις και δη οι δημοκρατικές είχαν καταφέρει να λύνουν τις κοινωνικές και πολιτικές αντιθέσεις με άλλον τρόπο, με έλλογη αντιπαράθεση των αντιτιθέμενων απόψεων, με επιχειρηματολογία και πειθώ, με παρρησία και ισηγορία, με ελεύθερη διαβούλευση στην συνέλευση των πολιτών που απέληγε σε ψηφοφορία με βάση την αρχή της πλειοψηφίας. Δημοκρατία είναι πρωτίστως το πολίτευμα στο οποίο δεν υπάρχει μονάρχης, οι πολίτες ασκούν άμεσα την εξουσία οι ίδιοι και είναι οι μόνοι φορείς της εξουσίας, συμμετέχουν μέσα από θεσμισμένα όργανα στην λήψη των αποφάσεων, στην θέσπιση των νόμων, στον έλεγχο της εξουσίας, στην διαμόρφωση και την απονομή του δικαίου, σε τακτές συνελεύσεις. Αυτή η συμμετοχή εξασφαλιζόταν στην εκκλησία του δήμου, με πάνω από σαράντα συνελεύσεις τον χρόνο, συνιστούσε δε την ιδιότητα του πολίτη, όπως υπήρξε όντως στις ελληνικές πόλεις και διατύπωσε με εξαίρετο τρόπο ο μεγάλος φιλόσοφος: πολίτης είναι «ο μετέχων του άρχειν και άρχεσθαι». Αυτά προϋπέθεταν και συνεπάγονταν λόγο και αντίλογο. Κυρίως όμως την αμφισβήτηση των θεσμών και την δημιουργία νέων, δηλαδή την αντίληψη ότι οι θεσμοί δεν είναι ιεροί και αιώνιοι.

Όλα αυτά απουσίαζαν εκκωφαντικώς από την θεοκρατική μοναρχία του Βυζαντίου. Ούτε δημοκρατία ούτε πολίτες ούτε θεσμική αμφισβήτηση υπήρχαν.

Άλλωστε οι βυζαντινοί χριστιανοί Ρωμαίοι είχαν φροντίσει εξ αρχής να τελειώνουν με την δημοκρατία. Ο Ευσέβιος Καισαρείας, υμνητής του ιδρυτή της Νέας Ρώμης, Κωνσταντίνου Α’, και ιδεολογικός απολογητής της μοναρχίας, είχε δηλώσει: «Η δημοκρατία είναι το πολίτευμα του διαβόλου». Στο Βυζάντιο δεν υπήρχε λόγος και αντίλογος, αλλά πίστη, υπακοή και οχλοκρατικές ανταρσίες. Δεν υπήρχαν πολίτες, αλλά υπήκοοι, (δουλο)πάροικοι, ευνούχοι, δούλοι και δουλοπρεπείς7. Όταν οι βυζαντινοί θεολόγοι και οι άλλοι συγγραφείς χρησιμοποιούσαν τον όρο «πολίτης» αναφέρονταν στους υπηκόους και τους πιστούς. Δεν ήξεραν τι σημαίνει δημοκρατία και τι πολίτης. Αυτό δηλώνει την ένδεια της σκέψης και την παρακμή της γλώσσας, αφού η ανυπαρξία ελευθερίας στην έκφραση και στην σκέψη και η άτεγκτη κυριαρχία του μοναδικού θρησκευτικού δόγματος είχε ως αποτέλεσμα ότι επί ένδεκα αιώνες δεν υπήρξε ούτε ένας σημαντικός φιλόσοφος ούτε ένας θεωρητικός της πολιτικής για να επεξεργασθούν τις έννοιες.8 Υπήρχαν μόνο θεολόγοι, φανατικοί μοναχοί και επίσκοποι που χρησιμοποιούσαν τους όρους κατά το δοκούν. Έτσι, ο όρος «φιλοσοφία» κατάντησε να σημαίνει τον μοναχισμό!

Ο λόγος και το επιχείρημα αντικαταστάθηκαν από την πίστη και το δόγμα.

Παρουσιάζεται λοιπόν το εξής φαινόμενο: ο ευτελισμός των όρων και των εννοιών και η εξαχρείωση των ηθών στο Βυζάντιο οδηγούν τους σημερινούς υποστηρικτές του, ιδίως Νεοέλληνες, στην διαστρέβλωση ή μάλλον στον ευτελισμό του δημοκρατικού πολιτεύματος, από την στιγμή που υποστηρίζουν ότι στο θεοκρατικό μοναρχικό Βυζάντιο υπήρχε δημοκρατία! Απεμπολείται έτσι και βιάζεται στο σύνολό της η πολιτική σκέψη, κλασική και νεωτερική, η οποία διακρίνει σαφώς μεταξύ των διαφόρων πολιτευμάτων, μεταξύ δημοκρατίας, ολιγαρχίας, μοναρχίας και τυραννίδος.9

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Runciman, Βυζαντινή θεοκρατία, Δόμος, Αθήνα, 1982.

2. Ο όρος «χυδαίος και αγοραίος λαός» απαντά σε αρκετούς βυζαντινούς και σύγχρονους συγγραφείς, Άννα Κομνηνή, Δούκας, Runciman (Βυζαντινός πολιτισμός, ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1979, σ. 216).

3. Beck, H βυζαντινή χιλιετία, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1992, σ. 72.

4. Vryonis, «Byzantine Δημοκρατία and the Guilds in the Eleventh Century», Dumbarton Oaks Papers, Vol. 17 (1963).

5. Είναι γεγονός ότι τα βασανιστήρια, κατοχυρωμένα νομικώς στο Βυζάντιο, ήταν επίσης αποδεκτά κοινωνικώς. Βλ. Δημ. Δελής, «Η εμβάσανη ανάκριση στο Βυζάντιο», Επετηρίς του ΚΕΙΕΔ, τχ. 43, 2011, σ. 94 κ.ε. Παρομοίας σκληρότητας ήταν και οι ποινές: μαστίγωση, γλωσσότμηση, ρινότμηση, αποκοπή χεριών, αποκοπή πέους, τύφλωση, θάνατος στην πυρά. Βλ. «Εκλογή» Ισαύρων, 726 μ.Χ. Και Mango, Βυζάντιο. Η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1990, σ. 62.

6. Ευτυχώς που ο Βρυώνης δεν αναφέρθηκε στα γεγονότα επί Ιουστινιανού, ο οποίος, όταν το 532 μ.Χ. ο όχλος εξεγέρθηκε («στάση του Νίκα»), δολοφόνησε εν ψυχρώ και «δημοκρατικά» 30.000 άοπλους χριστιανούς εγκλωβισμένους στον Ιππόδρομο. Ούτε αναφέρθηκε σε γεγονότα πιο παλιά το 390 μ.Χ. όταν ο όχλος της Θεσσαλονίκης εξεγέρθηκε εναντίον της φρουράς. Με απόφαση του αυτοκράτορα Θεοδοσίου ο στρατηγός της πόλης εγκλώβισε τους κατοίκους στον Ιππόδρομο για να παρακολουθήσουν δήθεν ιπποδρομίες και σφαγίασε 7.000 Θεσσαλονικείς, και κατ΄άλλους 15.000! Ούτε φυσικά ο Βρυώνης κάνει λόγο για την εξέγερση των κατοίκων της Θεσσαλονίκης στο διάστημα 1341-1349 μ.Χ., και την ανεξαρτησία από την Κωνσταντινούπολη που κηρύχθηκε από τα κατώτερα και μεσαία στρώματα στα οποία συμπεριλαμβάνονταν ναυτικοί και συντεχνίες. Η εξέγερση στράφηκε κατά των Δυνατών, των αριστοκρατών, κατά της αυτοκρατορικής και εκκλησιαστικής εξουσίας. Όμως τα στρατεύματα των Παλαιολόγων με τη βοήθεια των Τούρκων κατέπνιξαν στο αίμα αυτήν την κοινωνική-πολιτική εξέγερση, που ξέφευγε από τις συνηθισμένες «στάσεις» του ιπποδρομιακού όχλου.

7. Βλ. Γ. Ν. Οικονόμου, Μύθοι και πραγματικότητα για το Βυζάντιο, Athens School, Αθήνα, 2021, σ. 51 κ.ε. Την δουλοπρέπεια των αυλικών, των συγκλητικών και των υπολοίπων πιστών περιγράφει πολύ ωραία ο Προκόπιος στην Απόκρυφη Ιστορία και ο Μιχαήλ Ψελλός στην Χρονογραφία.

8. Runciman, Βυζαντινός πολιτισμός, ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1979, σ. 83. Βλ. περισσότερα στο Γ.Ν. Οικονόμου, Μύθοι και πραγματικότητα για το Βυζάντιο, Athens School, Αθήνα, 2021.

9. Ηρόδοτος, Δημόκριτος, Θουκυδίδης, Πλάτων, Αριστοτέλης, Δημοσθένης, Ευριπίδης, Πολύβιος, Πλούταρχος, Κικέρων και οι νεωτερικοί Σπινόζα, Χομπς, Λοκ, Μοντεσκιέ, Ρουσσώ κ.ά.

*Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, δοκιμιογράφος

Αφήστε ένα σχόλιο

three × two =