Ακολουθεί το 2ο άρθρο της σειράς μας με αφορμή τα 150 χρόνια από το ξέσπασμα της Παρισινής Κομμούνας. Του Δημήτρη Ρουσσόπουλου στο Alternatives International
Μετάφραση: Αλέξανδρος Σχισμένος
«Παρόλο που θέλουμε να σκεφτόμαστε γραμμικά, η ιστορία έχει τη δική της πονηριά που μας οδηγεί σε παράξενα και μυστηριώδη μονοπάτια. Λησμονημένα από καιρό, ‘ηττημένα’ κινήματα και τα ιδανικά τους αναδύονται κάποιες φορές με μια ανανεωμένη δημοφιλία που δεν θα μπορούσε να έχει προβλεφθεί την προηγούμενη στιγμή. Οι νικητές μπορούν να καθορίσουν την ιστορία μιας εποχής με μεγάλα γράμματα, αλλά ανάμεσα στις γραμμές της έντονης γραφής σε εγχειρίδια ή σε νέα προγράμματα, μια καλύτερη αίσθηση του μέλλοντος μπορεί να φωτοβολήσει από τα περιθώρια». (1)
Η Κομμούνα του Παρισιού ήταν, και από πολλές απόψεις εξακολουθεί να είναι, η πιο σημαντική αστική επανάσταση [σ.τ.μ. το αστική με την έννοια της πόλεως, όχι της μπουρζουαζίας] στην ιστορία. Δεν είναι δυνατόν να συνοψίσουμε την Κομμούνα του Παρισιού και τη σημασία της σε αυτό το σύντομο κείμενο. Ωστόσο, θα ήταν επιθυμητό να καλωσορίσουμε τον εορτασμό και τη μνημόνευσή της ως την αυθεντική λαϊκή εξέγερση που ήταν και να αναδείξουμε μερικά από τα πολλά αξιοσημείωτα και πρωτοποριακά επιτεύγματα που επιτεύχθηκαν κατά τη σύντομη ιστορία της.
Στη Γαλλία, πραγματοποιούνται πάνω από 50 μεγάλες εκδηλώσεις, από εκθέσεις έως ιστορικούς περιπάτους και διαδηλώσεις. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο σοσιαλιστής δήμαρχος του Παρισιού βρίσκεται στο προσκήνιο και στο επίκεντρο σε πολλές από αυτές τις εκδηλώσεις, όπως και το δημοτικό συμβούλιο που υποστηρίζει οικονομικά πολλές από αυτές τις εκδηλώσεις. Πολλές παρόμοιες εκδηλώσεις πραγματοποιούνται στο Βέλγιο και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Στο Μόντρεαλ, δυστυχώς, πολύ λίγες.
Επίσης, δεν έχει νόημα να συμπεριλάβουμε σε αυτόν τον αναστοχασμό και ανάλυση τους γνωστούς σχολιασμούς για τον τάδε ιστορικό χαρακτήρα ή τον δείνα. Αντ’ αυτού, μεγάλο μέρος της σύγχρονης έρευνας, που είναι χρήσιμο να θυμηθούμε, βασίζεται στα σχόλια των συμμετεχόντων στην Παρισινή Κομμούνα που επέζησαν. Μια τέτοια πιο φρέσκια προσέγγιση μπορεί να μας βοηθήσει να αποκτήσουμε μια πιο ολοκληρωμένη επισκόπηση αυτού του μνημειώδους γεγονότος του 1871.
Σε αυτό το κείμενο αντλώ από αυτούς τους επιζώντες.
Η κοινωνική επανάσταση ξεκίνησε με την απόπειρα κατάληψης των κανονιών του Παρισιού (που ήταν εκεί μέσω δημόσιων συνδρομών) από τον στρατό της κυβέρνησης των Βερσαλλιών που είχε ήδη αποσυρθεί από την πόλη. Πριν φύγουν είχαν καταστείλει όλες τις ριζοσπαστικές εφημερίδες και περιοδικά. Σταμάτησαν τη μισθοδοσία της Εθνοφρουράς της πόλης. Το Παρίσι, που είχε 20 διαμερίσματα, είχε συγκεντρώσει αυτά τα κανόνια στην περιοχή της Μονμάρτρης ειδικότερα. Ήταν μια περιοχή της εργατικής τάξης και μία από τους πρώτους Κομμουνάρους, η Louise Michel, μπήκε αμέσως σε δράση και περιέγραψε τι συνέβη: «Ήταν ένας ωκεανός ανθρωπιάς, αλλά δεν υπήρχε θάνατος, επειδή οι γυναίκες έπεσαν στα κανόνια και οι στρατιώτες αρνήθηκαν να στραφούν ενάντια στο πλήθος». Ο στρατηγός που διοικούσε τα στρατεύματα τα διέταξε να απομακρύνουν τα κανόνια και να πυροβολήσουν τον λαό. Αντιθέτως, όμως, εκείνος όπως και ένας άλλος στρατηγός σκοτώθηκαν από τους στρατιώτες τους. Με αυτό το ξεκίνημα στις 18 Μαρτίου 1871, άρχισε η διαδικασία που οδήγησε στην Κομμούνα του Παρισιού.
Διπλή εξουσία και άμεση δημοκρατία
Αυτό που εκτυλίχθηκε τον Μάρτιο ήταν μια κατάσταση διπλής εξουσίας. Πρώτα μεταξύ της Εθνοφρουράς του Παρισιού και της εθνικής κυβέρνησης που είχε την έδρα της στις Βερσαλλίες. Αν και η Εθνοφρουρά κάποτε ήταν σε μεγάλο βαθμό αστικής καταγωγής, πλέον συγκροτούνταν σε μεγάλο βαθμό από την εργατική τάξη. Οι πλούσιοι είχαν φύγει από την πόλη τον χειμώνα, αφήνοντας τους εργάτες οπλισμένους στην Εθνοφρουρά.
Ενώ η Κομμούνα διαμορφωνόταν, οι υλικές συνθήκες του λαού του Παρισιού έγιναν επίσης δυσβάσταχτες. Η πόλη είχε αποκοπεί από μεγάλο μέρος του έξω κόσμου. Παρ’ όλα αυτά, η άρχουσα τάξη πλέον φοβόταν περισσότερο τους δικούς της πολίτες της εργατικής τάξης παρά τον Πρωσικό στρατό με τον οποίο η κυβέρνηση των Βερσαλλιών βρισκόταν σε πόλεμο. Και είχε καλούς λόγους. Η Εθνοφρουρά είχε εκδημοκρατιστεί: οι αξιωματικοί εκλέχτηκαν με άμεση ανακλητότητα και χωρίς αυξημένους μισθούς για το ανώτερο προσωπικό. Αυτά τα βήματα έγιναν τα βασικά θεμέλια μια εργατικής δημοκρατίας. Έτσι ξεκίνησε μια διαδικασία εκδημοκρατισμού που επηρέασε τις περισσότερες πτυχές της καθημερινής ζωής. Τα δημοτικά διαμερίσματα γέμισαν με λέσχες κάθε είδους, και ιδιαίτερα με επαναστατικές πολιτικές ομάδες. Πολλοί από αυτούς τους συλλόγους τροφοδότησαν τη δίψα για άμεση δημοκρατία και βοήθησαν στη διατήρηση της ενότητας της εργατικής τάξης. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά συνδέθηκαν μεταξύ τους.
«Οι περιπατητικοί ρήτορες βοήθησαν τους επαναστατικούς συλλόγους να ενοποιηθούν μεταξύ τους, στη γνωστή τώρα δομή που μοιράζονται όλοι οι εμβρυϊκοί οργανισμοί που προηγήθηκαν της Κομμούνας, αλλά οι οποίοι από πολλές απόψεις δεν μπορούσαν να διακριθούν από αυτή. Αυτή η δομή, ένα είδος αποκεντρωμένης ομοσπονδίας, από τοπικές, ανεξάρτητες επιτροπές που βασίζονται σε εργαζόμενους που οργανώνονται ανά διαμέρισμα, είχε υιοθετηθεί από το Παριζιάνικο τμήμα της Διεθνούς, που αριθμούσε περίπου 50.000 μέλη την άνοιξη του 1870. Ήταν επίσης η δομή της Εθνοφρουράς, ο οποίος, από εκείνη τη στιγμή, είχε ουσιαστικά «αυτο-ομοσπονδιοποιηθεί». (Και) υπάρχει ο μεγαλύτερος αγώνας της Επανάστασης, με τη μορφή της ελεύθερης ένωσης των αυτόνομων συλλογικοτήτων ενάντια στο κράτος». (2)
Οι άνθρωποι κινητοποιήθηκαν και οπλίστηκαν. Είδαν όλους τους κυβερνητικούς θεσμούς ως υπηρέτες του λαού. Οι άνθρωποι είχαν σαφώς απηυδήσει από σωτήρες. Οι επαναστατικοί σύλλογοι κατέλαβαν τις εκκλησίες σε όλη την πόλη, όπου πραγματοποίησαν τις δημόσιες πολιτικές τους συναντήσεις.
Η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς, οι δήμαρχοι των διαμερισμάτων και οι βουλευτές του Παρισιού θέσμισαν την αυτο-κυβέρνηση του Παρισιού και προκήρυξαν εκλογές σε όλη την πόλη. Στις 28 Μαρτίου η Κομμούνα του Παρισιού ιδρύθηκε επίσημα. Το νεοεκλεγμένο δημοτικό συμβούλιο εγκαινιάστηκε στο Hotel de Ville και άρχισε να αναιρεί τα διατάγματα της Εθνικής Συνέλευσης.
Η σημαία μας είναι η σημαία της Παγκόσμιας Κοινωνικής Δημοκρατίας
Η Κομμούνα του Παρισιού προσπάθησε σχεδόν αμέσως να διαχωρίσει τον εαυτό της και τον πολιτικό της πολιτισμό από την εθνική αφήγηση. Ήταν μια από τις πιο τολμηρές και αυθάδεις πράξεις του διεθνισμού. Η Κομμούνα καλωσόρισε όλους τους πολίτες που δεν γεννήθηκαν στη Γαλλία, από τους Αλγερινούς έως τους Πολωνούς και τους Ούγγρους, πολλοί από τους οποίους συμμετείχαν ενεργά στην οικοδόμηση της νέας κοινωνίας. Πράγματι, αρνήθηκε να χαρακτηριστεί ως η εθνική πρωτεύουσα της Γαλλίας, και αντ’ αυτού επιδίωξε να γίνει μια Κομμούνα μεταξύ άλλων, ομόσπονδη με άλλες Κομμούνες σε μια παγκόσμια ομοσπονδία ανθρώπων. Παρόλο που υπάρχουν σημαντικές μαρτυρίες για αυτή την αίσθηση αλληλεγγύης, υπάρχει ελάχιστη αναγνώριση αυτού του φαινομένου από τους ιστορικούς. Φυσικά, αυτός ο διεθνισμός ήταν ιδιαίτερα απεχθής για την άρχουσα τάξη που είχε προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει την ξενοφοβία για να διαιρέσει την εργατική τάξη. Ο εθνικισμός διαλύθηκε κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής επίθεσης των Πρώσων και την εγκατάλειψη του Εθνικού Στρατού καθώς απομακρυνόταν από το Παρίσι.
Η καταπίεση των γυναικών δεν εξαφανίστηκε αμέσως, αλλά οι γυναίκες έκαναν σημαντικά βήματα προς την απελευθέρωση στο νέο δημοκρατικό πλαίσιο. Οι γυναίκες έπαιξαν κεντρικό ρόλο στην ανάπτυξη όλων των πτυχών της Κομμούνας του Παρισιού. Συμμετείχαν ενεργά στις επιτροπές επαγρύπνησης και ήταν έτοιμες να υπερασπιστούν τα οδοφράγματα, όπως έκανε και η Louise Michel και άλλες γυναίκες, με το τουφέκι στο χέρι. Οι γυναίκες ομιλήτριες κατήγγειλαν την κυβέρνηση του Παρισιού και την Εθνοφρουρά για δειλία και ανικανότητα. Ήταν μαγείρισσες, μεταφορείς νερού και ιατρικοί βοηθοί, συνόδευαν την Εθνοφρουρά στη μάχη. Οι εργάτριες κατασκεύαζαν φυσίγγια όπλων, έφτιαχναν στολές και έφεραν σάκους με άμμο για τα οδοφράγματα. Υπήρξαν προειδοποιήσεις προς την Κομμούνα για τους κινδύνους που θα έφερνε η αποξένωση των γυναικών. Η Elizabeth Dimietrieff και άλλα μέλη της Πρώτης Διεθνούς ίδρυσαν την Ένωση Γυναικών για τη Φροντίδα των Πληγωμένων και την Άμυνα της Κομμούνας.
Ενώ η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς ήταν άμεσα ανακλητή, αυτό δεν συνέβαινε ακόμη για την ίδια την Κομμούνα. Η Κομμούνα συγκροτήθηκε από τις δημοτικές εκλογές, κάτι που σήμαινε ότι οι γυναίκες δεν μπορούσαν να ψηφίσουν.
Τυπική όμως ήταν και η πολιτική της Εθνοφρουράς, έτσι που όταν αυτή ιδρύθηκε προσωρινή διοίκηση πριν από τις δημοτικές εκλογές, η πρώτη διακήρυξή της ανέφερε:
«Έχουμε επίγνωση ότι εκπληρώσαμε αυτή την αποστολή: με τη βοήθεια του γενναιόδωρου θάρρους σας και της αξιοθαύμαστης ηρεμίας σας, εκδιώξαμε την κυβέρνηση που μας πρόδωσε. Αυτή τη στιγμή το πληρεξούσιό μας έχει λήξει και το παραδίδουμε, γιατί δεν ισχυριζόμαστε ότι αντικαθιστούμε εκείνους που μόλις ανέτρεψε ένας επαναστατικός άνεμος. Γι’ αυτό, ετοιμαστείτε και πραγματοποιήστε τις κοινοτικές εκλογές σας, και ως ανταμοιβή, δώστε μας τη μοναδική που θα θέλαμε ποτέ: να σας δούμε να ιδρύετε μια πραγματική δημοκρατία. Εν τω μεταξύ, στο όνομα του λαού παραμένουμε στο Hotel de Ville».
Οι δημοτικές εκλογές εξέλεξαν ένα Κοινοτικό Συμβούλιο Ιακωβίνων, σοσιαλιστών, αναρχικών, ακόμη και μερικών αστών που αντιτάχθηκαν στον Αυτοκράτορα και στην κυβέρνησή του. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι 233.000 πολίτες ψήφισαν ή 48 τοις εκατό των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Οι περιφέρειες της εργατικής τάξης ψήφισαν κατά μέσο όρο από 65 έως 77 τοις εκατό, ενώ οι ανώτερες τάξεις απείχαν σε μεγάλο βαθμό. Οι ιδέες και οι προτάσεις που προβλήθηκαν αναφέρονταν στην επανάσταση του 1789 και συγκεκριμένα σε εκείνη του 1792-’93, και εμπνεύστηκαν επίσης από τις επαναστάσεις του 1830 και του 1848.
Τα συμβούλια των διαμερισμάτων και οι πολιτικοί σύλλογοι ήταν το υπόστρωμα της άμεσης δημοκρατίας, πολλοί από τους οποίους ενώθηκαν, χτίζοντας σταδιακά δεσμούς αλληλεγγύης και συνεργασίας.
Καθώς η πόλη περιβαλλόταν από εχθρότητα και λόγω των μαχητικών απαιτήσεων των εργατικών περιοχών, δεκαέξι εκλεγμένοι εκπρόσωποι παραιτήθηκαν από τα καθήκοντά τους κατά την πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου της Κομμούνας, καθώς δεν ήθελαν να συμμετάσχουν σε μια δομή που επιδίωκε να λειτουργήσει σε ένα επίπεδο πάνω από αυτό ενός δημοτικού συμβουλίου. Αυτή η πράξη οδήγησε στις εκλογές της 16ης Απριλίου και στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε ένα πιο ριζοσπαστικό και συνεκτικό πρόγραμμα εντός της Κομμούνας.
Το Παρίσι, με δύο εκατομμύρια ανθρώπους, ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στην Ευρώπη, μετά το Λονδίνο. Το Συμβούλιο συνεδρίασε 60 μόνο ημέρες από τις 72 ημέρες της ζωής της Κομμούνας του Παρισιού, οπότε μόνο μερικές αποφάσεις εφαρμόστηκαν. Ωστόσο, αυτές περιλάμβαναν:
- Την κατάργηση της θανατικής ποινής,
- Τον διαχωρισμό εκκλησίας και κράτους,
- Την αναστολή ενοικίου για όλη τη διάρκεια της πολιορκίας της πόλης, από τον Οκτώβριο του 1870,
- Την κατάργηση της παιδικής εργασίας και της νυχτερινής εργασίας στα αρτοποιεία,
- Τη διάλυση του μόνιμου στρατού και την αντικατάστασή του με τον ένοπλο λαό,
- Τη δωρεάν δημόσια εκπαίδευση για όλους,
- Οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων και του εκλεγμένου υπαλλήλου θα έπρεπε να αναλογούν στο μέσο μισθό του εργαζομένου,
- Την εξαγορά εγκαταλελειμμένων εργοστασίων από συνεταιρισμούς ελεγχόμενους από εργαζόμενους,
- Την κατάσχεση και αναδιανομή όλων των άδειων κατοικιών,
- Την απαγόρευση χρηματικών προστίμων και περικοπών μισθών,
- Τη σταθεροποίηση της τιμής του ψωμιού,
- Τη χορήγηση συντάξεων σε άγαμους συντρόφους και παιδιά εθνοφρουρών που σκοτώθηκαν σε στρατιωτικές ενέργειες,
- Την αναβολή υποχρεώσεων εμπορικού χρέους και την κατάργηση των τόκων επί των χρεών,
- Την απαγόρευση των προστίμων που επιβάλλονται από τους εργοδότες στους εργάτες τους.
Αυτά τα μέτρα και άλλα ήταν πρωτίστως μια αντίδραση στις συνθήκες διαβίωσης στο Παρίσι. Πέρα από την κάλυψη αυτών των άμεσων αναγκών, ωστόσο, προορίζονταν να προετοιμάσουν τον δρόμο για τη συγκρότηση μιας κοινωνικής δημοκρατίας που να προέρχεται από μια κοινωνική επανάσταση που διαμορφώθηκε άμεσα από τους εργαζόμενους και τους εμπόρους που έδωσαν προτεραιότητα στα συμφέροντά τους.
Οι πιο επαναστατικές πράξεις του συμβουλίου της Κομμούνας ήταν τα διατάγματα που αποσκοπούσαν στον εκδημοκρατισμό των οργανωτικών δομών της πόλης. Αυτά περιελάμβαναν τον περιορισμό τόσο της αποζημίωσης των εκλεγμένων συμβούλων όσο και των δημοσίων υπαλλήλων, μια δέσμευση που χρήζει επανάληψης. Και αυτά τα άτομα θα μπορούσαν να ανακληθούν από το αξίωμά τους ανά πάσα στιγμή. Ενώ αυτά και άλλα μέτρα κάλυψαν μια σειρά από προβλήματα, ταυτόχρονα, καθορίζουν με σαφήνεια πώς μια κοινότητα μπορεί να οργανωθεί σύμφωνα με ορθές δημοκρατικές κατευθύνσεις.
Έτσι, όσο το δυνατόν περισσότεροι πολίτες ήταν σε θέση να συμμετάσχουν στη διαμόρφωση των συνθηκών υπό τις οποίες ζούσαν. Από την άποψη αυτή, το πιο σημαντικό μέτρο που θέσπισε η Κομμούνα του Παρισιού ήταν ο τρόπος λειτουργίας της. Τα μέτρα στα οποία θα έπρεπε να συμφωνήσουμε (ας θυμηθούμε ότι το έτος ήταν το 1871), είναι τα πιο επαναστατικά. Αυτά τα διατάγματα και οι απαιτήσεις εισάγουν έναν σχεδόν ολοκληρωμένο λαϊκό έλεγχο στη δημοτική διοίκηση. Οδηγούν στη δημιουργία από-τα-κάτω ενός εντελώς νέου είδους κοινωνικής οργάνωσης. Και λειτούργησε αρκετά καλά στη σύντομη ζωή της, με έναν επαγγελματικό στρατό προ των πυλών της πόλης.
Κάθε φορά που μελετάμε την ιστορία της Κομμούνας βρίσκουμε κάτι νέο σε αυτή, χάρη και στις εμπειρίες που αποκτήθηκαν σε μεταγενέστερους επαναστατικούς αγώνες. Οι σημερινοί ριζοσπάστες θα πρέπει να δώσουν προσοχή στη λανθάνουσα αντι-γραφειοκρατική διάθεση του λαού που είναι έτοιμη να ξεσπάσει υπό ορισμένες συνθήκες. Μια σοβαρή μελέτη της Κομμούνας απαιτεί μια πολύ σοβαρή μελέτη των πολιτών του Παρισιού και της ικανότητάς τους να δημιουργήσουν μια νέα κοινωνία. Αυτό το είδος ιστορίας δείχνει ότι η ικανότητα αυτή μπορεί να πάει παραπέρα την ιστορία, περισσότερο από όσο μια απλή ηγεσία.
Στις 27 και 28 Μαΐου 1871, όπως γνωρίζουμε, χιλιάδες Κομμουνάροι, γυναίκες και άνδρες δολοφονήθηκαν από τον στρατό των Βερσαλλιών. Άλλοι τόσοι συνελήφθησαν και εξορίστικαν στη Νέα Καληδονία, μια γαλλική αποικία στον Ειρηνικό. Μία από αυτές ήταν η αναρχική Louise Michel. Επιβίωσε και τελικά επέστρεψε στη Γαλλία και το Λονδίνο για να συνεχίσει το επαναστατικό της έργο χωρίς να σταματήσει. Πέθανε στις 9 Ιανουαρίου 1905, πεπεισμένη, όπως καταγράφεται στα τελευταία της λόγια, ότι επρόκειτο να ξεσπάσει επανάσταση στη Ρωσία, όπως και συνέβη το ίδιο έτος.
Όταν το σώμα της επέστρεψε στο Παρίσι, περίπου 300.000 πολίτες διαδήλωσαν στους δρόμους του τραγουδώντας την απαγορευμένη «Διεθνή».
«Άνδρες, γυναίκες και παιδιά, συγκεντρωμένοι στα μπαλκόνια, στις οροφές και στους τοίχους», «Αυτό θα είναι κάτι που πρέπει να θυμόμαστε», «Δεν ξανάγινε κάτι τέτοιο από την κηδεία του Βίκτωρ Ούγκο». (3)
Στο Παρίσι, η ιστορία και τα ιδανικά εξακολουθούν να είναι παρόντα. Υπάρχει ο σταθμός του μετρό, που πήρε το όνομά του από τη Louise Michel και υπάρχει η πλατεία Louise Michel.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) αγνώστου συγγραφέα.
(2) Kristin Ross, Communal Luxury –the political imaginary of the Paris Commune, σελ. 19-20, Verso, 2016.
(3) Edith Thomas, Louise Michel, σελ. 394. Black Rose Books, 1980.