Διεκδικώντας τη δημόσια υγεία… ή προς ένα μοντέλο εκδημοκρατισμού της υγειονομικής περίθαλψης | Κείμενο: Justin B. Gifford, νοσοκομειακός γιατρός στο Νευροχειρουργικό Τμήμα του δημόσιου Ιατρικού Κέντρου Harborview του Σιάτλ.
Η πανδημία φανέρωσε τις αποτυχίες των ιεραρχικά δομημένων συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης με βάση το κέρδος –η κοινωνική οικολογία προσφέρει ένα μοντέλο για τον εκδημοκρατισμό και της δημόσιας υγείας.
Ο Βολτέρος είπε τη γνωστή φράση: «Η τέχνη της ιατρικής συνίσταται στη διατήρηση του ασθενούς σε καλή κατάσταση, ενώ η φύση τον θεραπεύει». Στα 20 χρόνια εμπειρίας μου στην πρακτική της ιατρικής, τα λόγια του ακούγονται αληθινά. Χρειάζονται πολλά παραπάνω από φάρμακα και χειρουργικές επεμβάσεις για τη θεραπεία των ασθενών. Οι ίδιοι αναρρώνουν από ασθένειες λόγω και της κοινωνικής υποστήριξης που παρέχουν οι εργαζόμενοι φροντίδας.
Κατά το ξέσπασμα της ισπανικής γρίπης του 1918, ο Alfred W. Crosby, επίτιμος καθηγητής Ιστορίας, Γεωγραφίας και Αμερικανικών Σπουδών έγραψε ότι οι νοσηλευτές ήταν πιο σημαντικοί από τους γιατρούς κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου: «Δεν υπήρχαν ούτε αντιβιοτικά ούτε ιατρικές τεχνικές για τη θεραπεία της γρίπης ή της πνευμονίας. Ζεστό φαγητό, ζεστές κουβέρτες, καθαρός αέρας και αυτό που οι νοσοκόμες ονομάζουν ‘τρυφερή φροντίδα’ κρατούσαν τον ασθενή ζωντανό μέχρι να περάσει η ασθένεια»[1].
Ωστόσο, η εργασία της περίθαλψης και ειδικότερα το νοσηλευτικό επάγγελμα υποτιμώνται επειδή θεωρούνται «γυναικεία εργασία». Όταν επέλεγα τη δική μου πορεία στον ιατρικό κλάδο, ο πατέρας μου μου είπε να γίνω γιατρός γιατί η νοσηλευτική είναι επάγγελμα μιας γυναίκας. «Προέρχεται από την ιδέα της τροφού», έλεγε, «όταν μια γυναίκα, δηλαδή, θηλάζει κάποιο παιδί που η δικιά του μητέρα δεν μπορεί». Η λέξη «νοσοκόμα/τροφός» [nurse] προέρχεται πράγματι από τη λατινική ρίζα nurtire που σημαίνει «θρέφω/τρέφω». Αυτό είχε αναμφίβολα αντίκτυπο στην επιλογή μου να γίνω βοηθός ιατρού.
Σήμερα, πλέον, βλέπω τη νοσηλευτική όχι ως λιγότερο σημαντικό επάγγελμα αλλά ως ουσιαστική δουλειά από σεβαστούς συναδέλφους. Χωρίς αυτούς, η ανάρρωση ενός ασθενούς θα ήταν σχεδόν αδύνατη.
Η καπιταλιστική «στήριξη» στις/στους νοσηλεύτριες/-τές
Λόγω της πανδημίας, η κοινωνία γενικά φαίνεται να αναγνωρίζει τελικά τη στρατιά εργαζομένων στον χώρο της περίθαλψης που περνούσαν απαρατήρητοι μέχρι πρότινος. Παρότι πολλοί συνάδελφοι έχουν εκφράσει προσωπικά τον σκεπτικισμό τους για την έκρηξη της κοινωνικής υποστήριξης που δέχονται, δεν συμμερίζομαι αυτό το συναίσθημα. Στο μανάβικο, μερικές φορές φοράω τα ρούχα της εφημερίας μου και οι άνθρωποι μου χαμογελούν και με ευχαριστούν για την υπηρεσία μου. Αυτές είναι γνήσιες εκφράσεις αγάπης από ανθρώπους που αισθάνονται αδύναμοι μπροστά σε μια ακατανόητη φρίκη.
Είναι μάλλον τα άτομα που διοικούν και διαχειρίζονται το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης που δεν «βλέπουν» τα άτομα που εκτελούν τη φροντίδα και την περίθαλψη. Βλέπουν μόνο τις ώρες εργασίας, τις παροχές που καταβάλλονται και πώς όλα αυτά μας αποσυντονίζουν από τα βασικά μας θέματα.
Στο Σιάτλ, την ίδια εβδομάδα που ο Τζεφ Μπέζος, ο πλουσιότερος ζωντανός άνθρωπος, αναμενόταν να γίνει τρισεκατομμυριούχος, τα τοπικά νοσοκομεία ανακοίνωσαν απολύσεις και περικοπές νοσηλευτών και άλλων εργαζομένων πρώτης γραμμής. Τον περασμένο Μάιο, στο τέλος της «Διεθνούς Εβδομάδας Νοσηλευτών», το σύστημα UW Health, στο οποίο δούλευα, επιβεβαίωσε ότι θα ακολουθούσαν απολύσεις χιλιάδων εργαζομένων της πρώτης γραμμής. Όλοι οι εργαζόμενοι με τους οποίους μίλησα εξέφρασαν συναισθήματα προδοσίας. Αφού πέρασαν τους τελευταίους μήνες διατηρώντας την κοινότητά μας υγιή και θυσιάζοντας τόσο πολλά για τους ασθενείς τους, μια νοσοκόμα παρατήρησε: «Αυτό είναι το ‘ευχαριστώ’ που παίρνω;»
Ως επαγγελματίας υγείας, αυτό το σύστημα δεν λειτουργεί για μένα, τους συναδέλφους μου ή τους ασθενείς μου, με τον ίδιο τρόπο που δεν λειτουργεί και για τους περισσότερους ανθρώπους. Oι νοσηλευτές, οι βοηθοί του νοσοκομείου, οι θεραπεύτριες, οι αποκλειστικές, οι τεχνικοί ακτινολογίας και ούτω καθεξής μόλις που τα βγάζουν πέρα· ταυτόχρονα, οι άνθρωποι ωθούνται στο περιθώριο της κοινωνίας και στερούνται αυτονομίας, δύναμης ή φωνής όταν πρόκειται για την υγεία τους.
Κι ενώ η πόλη και η κρατική κυβέρνηση θα μπορούσαν να κάνουν περισσότερα για να διατηρήσουν τα νοσοκομεία σταθερά, έχω λίγη πίστη στο σύστημα για τη διατήρηση της υγείας της κοινότητας ή της διαβίωσης των εργαζομένων φροντίδας. Πρέπει να αναζητήσουμε εναλλακτικές λύσεις στο παρακμάζον μοντέλο του έθνους-κράτους, γεμάτο με τις υπερβολές του καπιταλισμού.
Υπάρχει μια εναλλακτική λύση. Συνδυάζοντας την πρόσφατη πρακτική και θεωρία, έχουμε τη δυνατότητα να αναπτύξουμε ένα λειτουργικό σύστημα υγείας που να εξυπηρετεί την κοινότητα και να εκτιμά τους εργαζομένους στον τομέα της υγείας. Ωστόσο, αυτό απαιτεί μια ανοικοδομητική και ριζικά δημοκρατική προσέγγιση. Ένα δίκαιο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης είναι ένα χωρίς διευθυντές ή αρχηγούς, οργανωμένο σε επίπεδο βάσης από ασθενείς, τις οικογένειές τους, εργαζόμενους φροντίδας και τις κοινότητες που εξυπηρετούμε. Ένα τέτοιο είδος συστήματος βασίζεται στα ιδανικά του κομμουναλισμού, με το οποίο οι αυτόνομες κοινότητες συνεργάζονται μέσω μιας ομοσπονδίας για την αυτοκυβέρνηση όλων των πτυχών της κοινής καθημερινής ζωής.
Προς ένα κομμουναλιστικό σύστημα υγείας και περίθαλψης
[….] Για να αποτρέψουμε μελλοντικές πανδημίες και να αναπτύξουμε ένα σύστημα όπου η εργασία φροντίδας θα εκτιμάται, χρειάζεται να απαλλαγούμε συστημικά από ιεραρχικές σχέσεις «από πάνω προς τα κάτω». Αυτό συμβαίνει όχι με την κατάργηση της εξουσίας αλλά με τον εκδημοκρατισμό της. Η κοινωνία πρέπει να υιοθετήσει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο σκέψης που λαμβάνει υπόψη την οικολογική, κοινωνική, πολιτική και οικονομική αρμονία.
Μια κοινωνία που βασίζεται στην κοινωνική οικολογία θα χρησιμοποιούσε μία κοινωνικοποιημένη ιατρική, αφαιρώντας το κίνητρο κέρδους, τις αβάσιμες διοικητικές και γενικές δαπάνες, τα υπερτιμημένα φάρμακα και θεραπείες, καθώς και την κλεμμένη αξία από τον σημερινό τρόπο ασφάλισης υγείας, με στόχο την κάλυψη των βασικών αναγκών όλων. Αυτό είναι γνωστό στους ανθρωπολόγους και τους κοινωνικούς οικολόγους ως το «αμείωτο ελάχιστο».
Οι αποφάσεις χρειάζεται να λαμβάνονται στο μικρότερο δυνατό επίπεδο, με την κατανόηση ότι είμαστε όλοι συνδεδεμένοι και αλληλεξαρτώμενοι μεταξύ μας. Οι παραδοσιακές ιεραρχίες στα νοσοκομεία θα μπορούσαν να διαλυθούν μέσω της δημιουργίας μικρότερων αμεσοδημοκρατικών υπομονάδων, που συχνά αναφέρονται ως κοινότητες ή συμβούλια. Αυτές οι υπομονάδες συνεργάζονται με καλή πίστη μέσω της συναίνεσης ή της πλειοψηφικής ψήφου για την επίλυση τοπικών προβλημάτων, ενώ συνενώνονται με άλλες μικρές υποομάδες σε μια γειτονιά ή πόλη για να συζητήσουν κοινούς στόχους και να βρουν αμοιβαία αποδεκτές λύσεις στα προβλήματα.
[…] Σε ένα κομμουναλιστικό νοσοκομείο, η διοίκηση δεν θα είχε την «εξουσία» όπως συμβαίνει στο τρέχον σύστημα, αλλά θα εξυπηρετούσε τους εργαζoμένους και θα εκτελούσε την εντολή των συλλογικών φορέων. Σε αυτή την περίπτωση, οι «συλλογικοί φορείς» αντιστοιχούν σε μικρότερες υπομονάδες όπως οι ΜΕΘ ή το Τμήμα Έκτακτων Περιστατικών. Κάθε μία από αυτές τις υπομονάδες θα διοργανώνει τακτικές συνελεύσεις όπου λαμβάνονται αποφάσεις με μία «πρόσωπο με πρόσωπο» δημοκρατία. Αυτές οι μονάδες, στη συνέχεια, θα συνενώνονται μεταξύ τους, σχηματίζοντας ένα μεγαλύτερο σώμα.
Οι αποφάσεις θα λαμβάνονται στο μέγιστο δυνατό οριζόντιο επίπεδο. Για παράδειγμα, η απόφαση για την αγορά νέου εξοπλισμού για τη ΜΕΘ θα ληφθεί σε επίπεδο τμήματος ΜΕΘ ή η απόφαση για την προσθήκη νέων ρόλων στο νοσοκομείο θα ληφθεί στο επίπεδο του νοσοκομείου, ενώ η απόφαση για την προσθήκη νέων αρμοδιοτήτων στο καθηκοντολόγιο των νοσηλευτών θα γίνει σε περιφερειακό επίπεδο. Τέτοιου είδους αποφάσεις δεν θα λαμβάνονται από «ηγέτες», αλλά από τις υπομονάδες και τους εκπροσώπους τους που συζητούν συλλογικά τις ανάγκες και τις προοπτικές των αντίστοιχων ομάδων τους. Οι εκπρόσωποι χρειάζεται να είναι ανακλητοί, εναλλασσόμενοι και να έχουν περιορισμένη εντολή.
Ένα κοινοτικό πλαίσιο υγειονομικής περίθαλψης χρειάζεται να περιλαμβάνει επίσης οργανωμένα οριζόντια συνδικάτα. Το εργατικό κίνημα στις ΗΠΑ βιώνει μια αναζωπύρωση που δεν έχουμε δει τις τελευταίες δεκαετίες και τα σωματεία των νοσοκόμων και των δασκάλων ηγούνται στον δρόμο. Αυτά τα επαγγέλματα είναι κατά κύριο λόγο γεμάτα με εργαζόμενες γυναίκες. Οι νίκες από αυτά τα συνδικάτα δεν ήρθαν υπό την ηγεσία των συνδικάτων, αλλά από την από-τα-κάτω οργάνωση των εργαζομένων.
Πραγματική δικαιοσύνη σημαίνει ότι οι εργαζόμενες/-οι στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, που γνωρίζουν τα καθημερινά ζητήματα μέσα στα νοσοκομεία, θα συμμετάσχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων με δημοκρατικό τρόπο.
Άμεση δημοκρατία δεν σημαίνει τον έλεγχο του χώρου εργασίας μόνο από τους εργαζόμενους, αλλά επίσης τη δυνατότητα στους ασθενείς και την ευρύτερη κοινωνία να έχουν ουσιαστική συμβολή και έλεγχο στις διαδικασίες που διέπουν την υγειονομική περίθαλψη· τον άμεσο έλεγχο από τους ανθρώπους μέσα στην κοινωνία και όχι από ομάδες συμφερόντων ή ηγέτες.
Ένα ιδανικό σύστημα είναι αυτό που εκτιμά την αλληλεξάρτηση των ανθρώπων και αναγνωρίζει πώς είμαστε όλοι συνδεδεμένοι και βασισμένοι ο ένας στον άλλο. Φέτος, οι νοσοκόμες και οι εργαζόμενοι στον κόσμο έχουν σώσει εκατομμύρια ζωές. Ένα κοινοτικό σύστημα θα εκτιμούσε τη δουλειά φροντίδας και τους εργαζομένους κάθε μέρα, όχι μόνο σε περιόδους κρίσης.
Στην παραδοσιακή ιατρική εκπαίδευση και στα προγράμματα διαχείρισης της υγειονομικής περίθαλψης, δεν διδασκόμαστε για τα συστηματικά κοινωνικά ζητήματα. Θεωρείται δεδομένο πως τα πράγματα θα πρέπει να συνεχίσουν ως έχουν –π.χ. οι γιατροί να δίνουν την εντολή και οι νοσοκόμες να ακούν. Οι λύσεις δεν θα έρθουν με ακόμη μεγαλύτερη αντιπροσώπευση και ανάθεση.
[…] Εδώ στο Σιάτλ, μετά τις δολοφονίες των Τζορτζ Φλόιντ και Μπρένα Τέιλορ, είδαμε τις ρωγμές στο σύστημα να διευρύνονται και ο μέσος πολίτης να αμφισβητεί την εγκυρότητα αυτού του συστήματος. Αυτό περιλάμβανε επίσης νοσοκόμες και άλλους εργαζομένους στον τομέα της υγείας. Με τη δημιουργία της Αυτόνομης Ζώνης του Σιάτλ Χιλ Κάπιτολ (CHAZ), πολλοί εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας συμμετείχαν δίνοντας πρώτες βοήθειες σε διαδηλωτές. Αυτοί οι γενναίοι εργαζόμενοι φροντίδας στη συνέχεια στοχοποιήθηκαν ρητά από την αστυνομία, ένας θεσμός που ισχυρίζεται ότι η δουλειά του είναι να «υπηρετεί και να προστατεύει».
Οι άνθρωποι που φροντίζουν ασθενείς βλέπουν τώρα τους δεσμούς μεταξύ διαφορετικών ιεραρχικών συστημάτων όπως ο ρατσισμός, η επιβολή του νόμου και οι κρίσεις στη δημόσια υγεία, και συμμετέχουν σε άμεσες δράσεις για τον τερματισμό αυτών των συστημάτων καταπίεσης.
[…] Τα ιεραρχικά συστήματα εξακολουθούν να υπάρχουν στους θεσμούς μας. Δεν θα δούμε μια δίκαιη κοινωνία έως ότου απαλλαγούμε από αυτά τα συστήματα καταπίεσης. Αυτό δεν επιτυγχάνεται απλώς καταστρέφοντας το παλιό, αλλά οραματιζόμενοι το νέο και προσπαθώντας να το χτίσουμε.
Οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας και της φροντίδας θα πρέπει να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της οργάνωσης σε επίπεδο βάσης για την υλοποίηση ενός κομμουναλιστικού προγράμματος υγειονομικής περίθαλψης. Όσοι θέλουν να δείξουν την εκτίμησή τους στους εργαζομένους αυτούς και μετά τον COVID-19 θα πρέπει να παραμείνουν αλληλέγγυοι μαζί τους καθώς διεκδικούν την αυτονομία τους και αγωνίζονται για ένα νέο σύστημα που εκτιμά τους ανθρώπους και τη δημόσια υγεία έναντι των κερδών. Καθώς οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας/φροντίδας παλεύουν και ανακτούν τα κοινά στο όνομα της δημόσιας υγείας και όχι των κερδών, θα πρέπει να τους φροντίζουμε όπως και αυτοί μας φροντίζουν και μας στηρίζουν στις πιο σκοτεινές μας μέρες.
[1] https://www.cambridge.org/core/books/americas-forgotten-pandemic/2743E3A649CCF1197CA35939F9A5F8A1
Πηγή: https://roarmag.org/essays/social-ecology-communalist-healthcare/
Δημοσίευση: Ιωάννα-Μαρία Μαραβελίδη