Η Χελίν στη Χώρα της Εμμένειας

0

Με αφορμή τον θάνατο των 3 μελών-υποστηρικτών του συγκροτήματος Grup Yorum έπειτα από πολύμηνη απεργία πείνας. Της Χελίν, του Μουσταφά, του Ιμπραήμ… 

Κείμενο: Ηλίας Πιστικός
Εικονογράφηση: AspalaxComix (Instagram/maurogatoni, Fb aspalaxcomix)

Η μετενσάρκωση της Χελίν

Ενώ ο θάνατος γίνεται ολοένα και περισσότερο ένα στατιστικό ή αριθμητικό μέγεθος, συνέβη τρεις νεκροί να έχουν καταφέρει να αναφερόμαστε σ’ αυτούς με τα ονόματά τους. Μεταξύ χιλιάδων καθημερινών θανάτων, κατάφεραν να καταγραφούν στα νεκροπολιτικά μας κιτάπια όχι ως αριθμοί, αλλά ως ονόματα, ως μοναδικές προσωπικότητες με ιδιαίτερη βιογραφική πορεία. Η Χελίν, ο Μουσταφά και ο Ιμπραήμ δεν μετενσαρκώθηκαν σε αριθμούς.

Μπορεί να είναι εμπρόθετη πείνα, μια σκόπιμη τεχνική που πατάει πάνω στον περιορισμό ή τη στέρηση της τροφής, όμως δεν είναι δίαιτα. Ακόμη και αν έχει τελετουργική διάσταση, δεν είναι νηστεία. Προσβλέπει σε κάποιο είδος κάθαρσης, δίχως να συνιστά αποτοξίνωση. Ίσως αυτή που την επιτελεί να αποκτάει προσωρινά τη δύναμη να δικάσει, αλλά δεν είναι δικαστίνα˙ είναι κατήγορος, εκτεθειμένη σε κοινή θέα, εκτός δικαστικής αίθουσας, με μια πολύχρωμη μπαντάνα στο μαλλί, πρωταγωνίστρια ενός αγωνιώδους θεάματος. Σαν υπαρξιακός καθρέφτης, η όψη της αντανακλά τη στάση μας μπροστά στην έννοια της ζωής ως αξίας. Πρόκειται κυριολεκτικά για την αποθέωση της βίας -η βία στα καλύτερά της˙ μια από τις ελάχιστες μορφές φυσικής βίας που μπορεί κάποια να ασκήσει δίχως να μπορεί να αμφισβητηθεί το δικαίωμά της να το κάνει.

Το ταξίδι της Χελίν προς την Εμμένεια

Γενεαλογικά, την εμπρόθετη λιμοκτονία θα τη συναντήσουμε στις αρχαιότητες της νότιας Ασίας και της βόρειας νησιωτικής Ευρώπης ως μια πρακτική απαίτησης της αποκατάστασης της δικαιοσύνης ή της επιστροφής χρεών. Ο αδικημένος ή κατήγορος πήγαινε στην εξώπορτα αυτού που τον αδίκησε, του κατηγορούμενου, και παρέμενε νηστικός, εκθέτοντας μ’ αυτόν τον δραματικό τρόπο στον κόσμο των θεών και των ανθρώπων ότι αδικήθηκε. Αν ο κατηγορούμενος επέτρεπε τον θάνατο στον χώρο του, όχι μόνο θα έπρεπε να αποκαταστήσει τον διαμαρτυρόμενο μετά το θάνατό του, αλλά -πιο σημαντικό- θα έφερε μια μαγική ή θεϊκή κατάρα ικανή να τον εκδιώξει από την κοινότητα.

Αυτή η ύστατη προσφυγή στον ενδεχόμενο θάνατο ως μορφή αποκατάστασης της δικαιοσύνης ήταν το όπλο αυτών που δεν τους είχαν απομείνει άλλα μέσα πίεσης, παρά μόνο το ίδιο τους το σώμα˙ σε εμπρόθετη λιμοκτονία προσέφευγαν συνήθως οι πιο καταπιεσμένοι, οι πιο γυμνοί. Η συγκεκριμένη πρακτική αποσκοπούσε στο να καταστήσει παρούσα σε θεούς και ανθρώπους μια αδικία ή ένα χρέος. Η διαμαρτυρία εμπρόθετης λιμοκτονίας ήταν ένα πολύ ισχυρό όπλο, καθώς ο δικαστής, η Θεία Δίκη, υπερέβαινε τον κατηγορούμενο, τον καταπιεστή. Υπάρχει μια μετα-δικανική διάσταση εδώ. Ο κατήγορος πρόσφερε το σώμα του, την ίδια του τη ζωή στην κρίση της Θείας Δίκης και αυτή απένειμε δικαιοσύνη. Επιπλέον, η εμπρόθετη λιμοκτονία είχε κανόνες και γι’ αυτόν που την επιτελούσε, καθώς αν δεν σταματούσε τη λιμοκτονία μετά τη δήλωση αποκατάστασης ή την αποκατάσταση, ως κίνητρο θεωρούνταν η πρόκληση ζημιάς στον κατηγορούμενο και όχι η αποκατάσταση της δικαιοσύνης.

Με το πέρασμα των αιώνων, την ιδέα της εμπρόθετης λιμοκτονίας θα την ξαναβρούμε αλυσοδεμένη στα υγρά αποικιοκρατικά αμπάρια των καραβιών που μετέφεραν σκλάβους από την Αφρική, ενώ φαίνεται να αποκτάει και θρησκευτικές σημασίες, καθώς υπάρχουν αναφορές ότι η διάσταση αυτοθυσίας που ενέχει συνδέθηκε με την αυτοθυσία του Χριστού.

Ως μορφή βιοπολιτικής αντίστασης σε διάφορα καθεστώτα καταπίεσης, φαίνεται να αναβιώνει πρώτα από τις σουφραζέτες στις αρχές του 20ου αιώνα, κρατούμενες στις Βρετανικές φυλακές γιατί διεκδικούσαν δικαίωμα ψήφου και ίσα πολιτικά δικαιώματα με τους άντρες. Σε μαζικές απεργίες πείνας προσέφυγαν και Ιρλανδοί κρατούμενοι που ανέπτυξαν εθνικο-απελευθερωτική δράση υπό την κατοχή του Βρετανικού κράτους διεκδικώντας να αναγνωριστούν ως πολιτικοί κρατούμενοι, κρατούμενοι του Απαρτχάιντ, κρατούμενοι στο Γκουαντάναμο, όπως και οι χωρίς-χαρτιά ανά την Ευρώπη διεκδικώντας πολιτική αναγνώριση της ύπαρξής τους. Μια μαζική απεργία πείνας στην Τουρκία κατέληξε με 107 καταγεγραμμένους νεκρούς μεταξύ 2000 και 2003˙ οι κρατούμενοι στις Τουρκικές φυλακές προσπάθησαν να αντισταθούν στη λειτουργία φυλακών υψίστης ασφαλείας και απομόνωσης.

Βέβαια, από την αρχαιότητα έχουν αλλάξει πολλά. Στη Χώρα της Εμμένειας δεν υπάρχει η Θεία Δίκη, αυτή η υπερβατικότητα που επέβαλλε δικαιοσύνη εγγυώμενη την τιμωρία της αδικίας˙ η δύναμη του δικαστή δεν φαίνεται πλέον να υπερβαίνει αυτήν του κατηγορούμενου. Στη νεωτερικότητα, όταν ο κατηγορούμενος είναι το κράτος, για παράδειγμα, ή μια κυβέρνηση, ποιος μπορεί να είναι ο δικαστής και ποια η δύναμή του; Εν ολίγοις, στο νεωτερικό θέατρο οι ρόλοι του δικαστή και του κατηγορούμενου τείνουν να συμπίπτουν στην ίδια φιγούρα. Έτσι, το διακύβευμα μιας απεργίας πείνας εμμένει στην κοινωνική σφαίρα˙ η δικαίωσή της παύει να υπόκειται στην κρίση της υπερβατικής Θείας Δίκης και γίνεται το αποτέλεσμα πολύπλοκων ηθικών και πολιτικών διλημμάτων, εντάσεων, συγκρούσεων, μοριακών πιέσεων και αναδυόμενων δυναμικών˙ δεν μπορεί να αποδοθεί πλέον σε κάποια εξω-κοσμική ανώτατη δύναμη.

Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και μετά την απομάγευση του κόσμου, το συγκεκριμένο όπλο αντίστασης παραμένει ισχυρό, καταφέρνοντας μια κρίσιμη αντιστροφή: το θύμα της βίας ενός καταπιεστικού καθεστώτος καταφέρνει να γίνει η δράστρια που ασκεί αυτήν τη βία στο ίδιο το καθεστώς, μέσω της άσκησής της στο ίδιο της το σώμα.

Η Χελίν πήρε το όπλο της

Η τροφή συνδέεται με τη φιλοξενία και τη φιλανθρωπία και κατέχει προεξέχουσα θέση σε σημαντικά γεγονότα της ζωής μας. Η ευεργετική της σημασία είναι κωδικοποιημένη στη γλώσσα μας. Ενδεικτικά, ο όρος «σύντροφος» αναφέρεται ετυμολογικά σ’ αυτόν με τον οποίο μοιραζόμαστε την τροφή μας, ενώ εξελίχτηκε να αναφέρεται σ’ αυτόν με τον οποίο μοιραζόμαστε μια στενή και διαρκή σχέση αγάπης, στοργής, πολιτικής αλληλεγγύης κοκ. Κατ’ επέκταση, μέσω της συντροφικότητας, η τροφή υποδηλώνει την κοινότητα και τη διεξάρτηση των ανθρώπων. Η απόρριψη της τροφής μπορεί να γίνεται αντιληπτή ως απόρριψη της κοινότητας˙ η αδιαφορία απέναντι σε μια κραυγή για δικαιοσύνη, κραυγή που εκφράζεται μέσω της απόρριψης του φαγητού, ισοδυναμεί με μια αισχρή απόρριψη της αμοιβαίας εξάρτησης των ανθρώπων. Απ’ αυτήν την οπτική, το τραύμα που χαράσσεται μέσα μας στη θέα ενός κάτισχνου σώματος μπορεί να αντανακλά μια άρρητη ανάγκη μας να αντισταθούμε στην εξατομίκευση˙ όσο πιο βαθύ είναι αυτό το τραύμα, τόσο πιο ελπιδοφόρο μοιάζει το μήνυμα της αντίστασης απέναντι στην αποξένωση. Άλλωστε, στο βαθμό που το πρόβλημα της πείνας δεν εντοπίζεται στην έλλειψη πόρων, αλλά στην άνιση καπιταλιστική τους κατανομή, το λιπόσαρκο, ανάγλυφο από τη λιμοκτονία σώμα αποκτάει εύκολα ταξικές υποδηλώσεις.

Η σταδιακή απώλεια μυϊκής μάζας αποκαλύπτει ολοένα και πιο δραματικά τη φιγούρα του θανάτου να πλησιάζει, εγείροντας διλήμματα που αφορούν τη σημασία της ζωής. Κάτω από τα ρητά αιτήματα μιας απεργίας πείνας, φαίνεται να λανθάνει ένα κρίσιμο διακύβευμα που καθιστά τη σύγκρουση με την κυρίαρχη εξουσία σχεδόν αναπόφευκτη. Μια απεργία πείνας εμπλέκεται εκ των πραγμάτων σε μια ανταγωνιστική σχέση με την κυρίαρχη εξουσία, την εξουσία που μπορεί να αποφασίσει ποιος δικαιούται να ζήσει και ποιος να πεθάνει, ποια ζωή μπορεί να αφαιρεθεί δίχως να θεωρηθεί ανθρωποκτονία. Μια απεργός πείνας το καταφέρνει αυτό καθώς αναλαμβάνει τον έλεγχο του ίδιου της του σώματος, στερώντας τον από τον κυρίαρχο. Δηλώνοντας ρητά ότι η κυρίαρχη εξουσία ευθύνεται για τον επερχόμενο θάνατο, ουσιαστικά διαχωρίζει την απώλεια ζωής από την ευθύνη αυτής της απώλειας. Ενώ η κυρίαρχη εξουσία φέρει την ευθύνη της ενδεχόμενης απώλειας, η πραγμάτωση αυτής της απώλειας βρίσκεται υπό τον έλεγχο της ίδιας της απεργού πείνας.

Το ανυπάκουο σώμα αφαίρεσε από την φαρέτρα του κυρίαρχου το πιο δεινό του όπλο, την εξουσία του να ορίζει ποια ζωή είναι άξια να βιωθεί και ποια όχι. Το ανυπότακτο σώμα ξεγύμνωσε τον βασιλιά! Ο βασιλιάς είναι τρωτός! Πλέον, και όσο διαρκεί η απεργία πείνας, ο βασιλιάς είναι εγκλωβισμένος σε μια συνθήκη της οποίας φέρει την ευθύνη, δίχως ωστόσο να έχει τον έλεγχο. Αν θέλει να διατηρήσει τη συμβολική του αξία, το μόνο που του απέμεινε είναι να τραυλίζει έωλα και να κακοφωνεί δημόσια, να προσπαθεί να επιβάλλει υποχρεωτική σίτιση, προσευχόμενος κρυφά να καμφθεί η αποφασιστικότητα της απεργού.

Σκληρός καριόλης ο βασιλιάς

Το σώμα γίνεται το τελευταίο καταφύγιο όπου μπορεί να προσφύγει το υποκείμενο αντίστασης ώστε να δώσει τη μάχη του. Το σώμα δεν είναι απλά στρατευμένο με τη μια ή την άλλη πλευρά της σύγκρουσης, ούτε απλά το τελευταίο όπλο, αλλά μετατρέπεται το ίδιο σε πεδίο σύγκρουσης. Η φαντασιακή γεωγραφία της σύγκρουσης σε μια απεργία πείνας έχει αυτήν την ιδιαιτερότητα˙ το σώμα γίνεται ο τόπος όπου εκτυλίσσεται αυτό το δράμα, το τερέν όπου κλιμακώνεται η βία. Τα βιασμένα υπολείμματα αυτής της σύγκρουσης θα καλύψουν το ξερακιανό σώμα, το οστέινο τοπικό ανάγλυφο. Το σώμα εγγράφει τόσο την πειθαρχία της στράτευσης, όσο και την οριακή ελευθερία που αναδύεται στο ξέσπασμα κάθε σύγκρουσης˙ συμπυκνώνει τόσο την πειθαρχία προς τον θάνατο, όσο και την επιθυμία για ζωή. Αυτή η αντίφαση γίνεται η Αχίλλειος πτέρνα της Χελίν κατά τη διάρκεια της απεργίας. Οι ελπίδες του βασιλιά είναι στραμμένες ακριβώς σ’ αυτήν την αντίφαση μεταξύ πειθαρχίας και επιθυμίας:

«Θεέ μου, έχεις όσο χρόνο θες, αρκεί να επικρατήσει η επιθυμία για ζωή», ψελλίζει ο βασιλιάς.

Όταν ένας άνθρωπος φτάνει σε σημείο να επενδύσει, να καταθέσει την ίδια του τη ζωή σε ένα υπαρξιακό στοίχημα για να διεκδικήσει κάτι απτό, κάτι συγκεκριμένο, ένα σημαντικό ερώτημα που αναδύεται είναι αν αυτό το απτό, ταπεινό αντικείμενο διεκδίκησης είναι ισάξιο της ίδιας της ζωής. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι, από μέρους της απεργού, η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα έχει ήδη δοθεί εκ των πραγμάτων μέσω της ίδιας της απόφασης: η επιλογή μιας απεργίας πείνας προϋποθέτει μια αποφασιστικότητα απέναντι στον θάνατο˙ δίχως την ικανοποίηση του αιτήματος, η ζωή είναι ανάξια να βιωθεί.

Ο αναστοχασμός, όμως, που οδηγεί στην αρχική απόφαση, επεξεργάζεται την προβολή του θανάτου ως ενδεχόμενου, όχι έναν θάνατο που πλησιάζει. Γενικά, μπορούμε να υποθέσουμε ότι διαφορετική είναι η ένταση με την οποία βιώνεται η προβολή ενός θανάτου ως ενδεχόμενου (μια προβολή που μπορώ να την κάνω όποτε θέλω) και διαφορετική η βιωματική ένταση στην εικόνα ενός θανάτου που πλησιάζει (μια εικόνα που αναμένεται να τη δω κάποια στιγμή). Ο χρόνος μιας απεργίας πείνας είναι ένας αργός χρόνος, σηματοδοτεί μια αγωνιώδη πορεία προς ένα κρίσιμο κατώφλι, αυτό της φθοράς, της μόνιμης βλάβης στον οργανισμό ή του θανάτου˙ είναι κατώφλι ακριβώς γιατί δεν έχει επιστροφή. Όσο διαφορετικές απαντήσεις και αν μπορούν να δοθούν στο ερώτημα της αξίας της ζωής, εν τέλει αυτό καταλήγει επιτακτικά στον ενσώματο νου μιας απεργού πείνας με όρους διλημματικής έντασης˙ όσο μια απεργία πείνας πλησιάζει προς το τέλος της, που, από τη μεριά της απεργού, αυτό βιώνεται ως αντίληψη των βιολογικών της ορίων, ως φθορά, τόσο τα περιθώρια απάντησης αυτού του ερωτήματος στενεύουν, καταλήγοντας εν τέλει σε έναν υπαρξιακό δυισμό: ναι ή όχι στη ζωή˙ λήξη ή όχι της απεργίας˙ η διόγκωση του άσπρου και του μαύρου συνέθλιψε πλέον κάθε ενδιάμεση απόχρωση του γκρι. Κατακλυσμός από εσωτερικούς διαλόγους, συγκινητικές θύμησες, υπαρξιακά παιδέματα, απότομες ψυχικές μεταπτώσεις μεταξύ θάρρους και λιποψυχίας, στοργικά χάδια συντρόφων, η φροντίδα της αλληλεγγύης, και καθημερινές ανάγκες που έχουν πάψει πλέον να είναι αυτοεξυπηρετούμενες, εξάρτηση, η τυραννία του αργού τέλους, όχι το αγχώδες ποδοβολητό του αλαλάζοντα στρατιώτη καθώς προελαύνει προς την εχθρική γραμμή˙ ούτε εθνικές τυμπανοκρουσίες ούτε εκκωφαντικές εκρήξεις ούτε φριχτοί διαμελισμοί εδώ, μα μόνο ένα κατανυκτικό ηχοτοπίο που φιλοξενεί τη βία, καταλήγοντας λίγο πριν από το τέλος να αδημονεί γι’ αυτό το τέλος και μόνο γι’ αυτό.

Το σώμα της απεργού πείνας αποτελεί τον πιο φιλόξενο τόπο για τη φυσική βία. Κάθε τόπος προσπαθεί να αποβάλλει τη βία ή, τουλάχιστον, να τη δείξει ως κάτι παρένθετο, ως μια εξαίρεση˙ στο σώμα της Χελίν, ωστόσο, η βία γίνεται ρουτίνα και αρμονία.

Αν η ζωή αποτελεί την ύψιστη επιθυμία μιας ζωής ανάξιας να βιωθεί, τότε η αυταπάρνησή της μέσω της απεργίας πείνας -που πυροδοτεί μια αργή πορεία προς τη φθορά και τον θάνατο- γίνεται γόρδιος δεσμός, αποπνικτικός, που μόνο η αποφασιστικότητα προς τον θάνατο μπορεί να κόψει. Καταλήγοντας, μπορούμε να υποψιαστούμε ότι αυτή η αποφασιστικότητα δοκιμάζεται καθ’ όλη τη διάρκεια μιας απεργίας πείνας. Σ’ αυτό ακριβώς ποντάρει ο βασιλιάς και γι’ αυτό ακριβώς αν υποχωρήσει, θα φροντίσει να το κάνει λίγο πριν από το βιολογικό τέλος, προσφέροντας αφειδώς βασανιστικό χρόνο στην απεργό πείνας, σ’ αυτό το μπάσταρδο τέκνο της ζωής και του θανάτου που ξεφύτρωσε απειλητικά στο διάβα του.

Είναι σκληρός καριόλης ο βασιλιάς, πολύ σκληρός για να πεθάνει… αλλά η Χελίν αποδείχτηκε ακόμη σκληρότερη, πολύ σκληρή για να φοβηθεί τον θάνατο, πολύ σκληρή για να ζήσει.

Αφήστε ένα σχόλιο

sixteen − 1 =