Την ώρα που στην απολογία του ο αρχιφίρερ των εγχώριων ναζί, Νίκος Μιχαλολιάκος, απαρνήθηκε και τους συνεργάτες του και την ιδεολογία του, άλλοι φορείς αυτής της ιδεολογίας εκδηλώθηκαν στους δρόμους της Βόρειας Ελλάδας. Την Τετάρτη 6/11/19 στη Νεάπολη, όπου κουκουλοφόροι φασίστες επιτέθηκαν και χάραξαν με μαχαίρι έναν 12χρονο πρόσφυγα επειδή πήγαινε σχολείο (!), και την Πέμπτη 7/11/19 στα Γιαννιτσά, όπου μαθητές του ΕΠΑΛ έκαναν κατάληψη και πορεία «διαμαρτυρίας» με κεντρικό σύνθημα το ρατσιστικό «Έξω οι λαθρομετανάστες από τα σχολεία», τραγουδώντας το «Μακεδονία ξακουστή». Η σημειολογία της ρατσιστικής διαμαρτυρίας τους, μα και οι αντιδράσεις των ΜΜΕ, είναι αποκαλυπτικές.
Το άσμα «Μακεδονία ξακουστή» είναι άγνωστης προελεύσεως, μα σίγουρα δεν είναι ούτε παραδοσιακό, ούτε μακεδονίτικο. Όπως σημειώνει στην έρευνά της για τη διαμόρφωση της «εθνικής» ταυτότητας στη Μακεδονία η Μαρίκα Ρούμπου-Λεβίδη[i], η μελωδία του άσματος μάλλον προέρχεται από σύνθεση που γράφτηκε για τα εγκαίνια της Schola de Alianza, του πρώτου αμιγώς εβραϊκού σχολείου της Θεσσαλονίκης το 1873. Θετική απόδειξη αποτελεί η μαρτυρία του μουσικολόγου Μάρκου Δραγούμη, που εντόπισε τη μελωδία σε μια συλλογή από σεφαραδίτικα (Ισπανοεβραϊκά) τραγούδια, ενώ ένδειξη είναι και η απουσία του άσματος από το εκπαιδευτικό σύγγραμμα του Χαράλαμπου Σακελλαρίου Ελληνικοί Χοροί (1940) που αποτελούσε το βασικό μαθησιακό ανάγνωσμα των χοροδιδασκαλείων.
Όμως γρήγορα το άσμα έγινε ύμνος των «Μακεδονομάχων» εθνικιστών και μετά τα συλλαλητήρια του 1992 άρχισε να χρησιμοποιείται κατά κόρον σε στρατιωτικές παρελάσεις στη Β. Ελλάδα. Την Β. Ελλάδα που υπήρξε το κατεξοχήν πειραματικό εργαστήρι σφυρηλάτησης του νεοελληνικού εθνικισμού μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, όταν «έπρεπε» να επινοηθεί εκ νέου η ελληνο-μακεδονική ταυτότητα και να προβληθεί εκ νέου το Παπαρρηγοπούλειο ιδεολόγημα της «τρισχιλιετούς συνέχειας του ελληνισμού». Το γεγονός ότι οι ελληνόφωνοι ήταν μειοψηφία στις «Νέες Χώρες» οδήγησε το κράτος στην εφαρμογή της ανασφαλούς, αμυντικής και φοβικής πολιτικής της καταπίεσης κάθε «ξένου» στοιχείου και της παραμορφωτικής αφομοίωσης ή εξάλειψης, με άνωθεν βία, κάθε τοπικής ιδιαιτερότητας. Το άσμα «Μακεδονία ξακουστή» αποτελεί εκδήλωση της ανασφάλειας, του αισθήματος ανικανότητας, αλλά και του φοβικού παροξυσμού του ελληνικού κράτους, του οποίου τα θεμέλια δεν βρίσκονται σε κάποια εσωτερική ιστορική πραγματικότητα, αλλά στο εισαγόμενο έξωθεν νεφέλωμα της «αρχαίας κληρονομιάς». Δηλαδή, στην φαντασίωση των «ένδοξων προγόνων» η οποία, ουσιαστικά, αποτελεί σιωπηρή παραδοχή της κακομοιριάς των «άδοξων απογόνων». Το Ελληνικό Κράτος είναι το μόνο νεωτερικό ευρωπαϊκό κράτος που αντλεί τη νομιμοποίησή του όχι από τη νεώτερη, βιωμένη εμπειρία, μα από την αρχαία Ιστορία και αναζητεί την καταγωγή του όχι στους ιδρυτές του, αλλά σε έναν πολιτισμό από τον οποίο το χωρίζουν χιλιετίες. Κάτι παρόμοιο συνέβη και στην Ιταλία τον καιρό του φασιστικού καθεστώτος του Μουσολίνι, επίσης ως ένδειξη ενός συμπλέγματος ανασφάλειας και φόβου, μα μόνο στην Ελλάδα η πολιτική αυτή συνεχίζεται και επί κοινοβουλευτικού καθεστώτος.
Αποτέλεσμα: Οι σημερινοί κάτοικοι της Μακεδονίας αρνούνται την πραγματική, προσφυγική τους καταγωγή για να στραφούν ενάντια σε νέους πρόσφυγες, ενώ η μακεδονίτικη γλώσσα διαγράφηκε από τους καταλόγους του ελληνικού κράτους. Όχι όμως και από τους καταλόγους της γλωσσολογικής επιστήμης. Παρομοίως στις δυτικές περιοχές, η βλάχικη γλώσσα καταπιέστηκε και συρρικνώθηκε σε «διάλεκτο» ή μη-γλώσσα.
Το «Μακεδονικό» ζήτημα υπήρξε μία από τις μήτρες του σύγχρονου ελληνικού εθνικισμού, ένα πολιτικό πρόβλημα επινοημένο εξαρχής σε εθνικιστικό πλαίσιο, ένα πρόβλημα ανατροφοδοτούμενο και αυτό-άνοσο, καθότι ιδεολογικό και όχι πραγματικό, ένα πρόβλημα με σκοπό όχι να επιλυθεί αλλά να αναπαραχθεί εις το διηνεκές. Διότι είναι η αέναη αναπαραγωγή του ψευδο-προβλήματος που γεννά πολιτικές καριέρες εις βάρος της κοινωνίας, και όχι η επίλυσή του. Η πολιτική του, τυπική, επίλυση, ήταν η Συμφωνία των Πρεσπών. Δεν άγγιξε καν τον πυρήνα του ζητήματος, δηλαδή την διάδοση, διάχυση και καθιέρωση των εθνικιστικών ψευδολογιών, αφού η έννοια «εθνικότητα» δεν περιλαμβάνεται στο λεξιλόγιο του Διεθνούς Δικαίου. Πολιτικά έχασαν οι εθνικιστές αυτό που δεν μπορούσαν να κερδίσουν. Όμως κοινωνικά συνεχίζουν να πιέζουν τις περιοχές τους προς την ξενοφοβία και τον ρατσισμό. Με την ανοχή ή την αγαστή συνεργασία των κρατικών μηχανισμών.
Το 1992 θυμάμαι μια μέρα ντροπής, όταν οι δάσκαλοι και οι παπάδες κατέβασαν όλα τα σχολεία στην πλατεία του Αγρινίου για να διαδηλώσουν για “τη Μακεδονία μας” (sic). Ήταν μια αηδία, διευθυντές σχολείων να φωνάζουν “σκοπιανοί, σκοπιανοί της μαμάς σας το…” Εμείς κάναμε κοπάνα, πήγαμε στα χωράφια, περάσαμε ωραία κοιτάζοντας τον ουρανό, νιώσαμε ελεύθεροι. Ήταν θέμα παιδείας. Είχαμε ζήσει την εμπειρία των καταλήψεων της προηγούμενης χρονιάς, είχαμε μάθει να απειθούμε στις εντολές των διευθυντών.
Όμως, το 2018, εν μέσω νέων συλλαλητηρίων, είδαμε με τρόμο ξενοφοβικές και εθνικιστικές καταλήψεις στα σχολεία της Β. Ελλάδας. Τότε, ακούσαμε ξανά το ακροδεξιό τραγουδάκι «Μακεδονία ξακουστή» πίσω από τα κάγκελα των καταλήψεων. Ασφαλώς οι καθεστωτικοί μηχανισμοί, η εκπαιδευτική διοίκηση, τα Μ.Μ.Ε. και οι δυνάμεις της δημόσιας «τάξης» δεν ένιωσαν απειλημένοι, ούτε απείλησαν τις καταλήψεις. Αυτό το έκαναν στις υπόλοιπες μαθητικές καταλήψεις, που είχαν πραγματικά κοινωνικά αιτήματα και δέχτηκαν ασύμμετρη καταστολή. Τότε είχε κάνει κατάληψη ξανά το ΕΠΑΛ Γιαννιτσών για τη «Μακεδονία».
Σήμερα, το ίδιο σχολείο κάνει κατάληψη «ενάντια στους λαθρομετανάστες». Η πολιτική παραμένει η ίδια, το στόχαστρο άλλαξε.
Τα Γιαννιτσά, που αποικίστηκαν από τον Γαζή Εβρενός το 1385 και ονομάστηκαν αργότερα Ενιτσέ Βαρντάρ (Νέος Βαρδάρης), που παραφθάρθηκε σε Γενιτσέ / Γενιτσά μέχρι το 1926, αυτή η ιερή πόλη των Οθωμανών, κατάντησαν η πιο ελληναράδικη ξενοφοβική κωμόπολη… Τα σύγχρονα “Μυστικά του Βάλτου” είναι ότι ο βάλτος κατάπιε το μυαλό και την ψυχή των μαθητών που διαμαρτύρονται ενάντια στην είσοδο προσφύγων στα σχολεία… Δεν καταλαβαίνουν την κατάντια τους, αφού στο σχολείο δεν έμαθαν για τον οικιστή Εβρενός, ούτε για την ιστορία της πόλης Γενιτσέ, και αφού τα κανάλια της τηλεόρασης δεν διδάσκουν ούτε γράμματα ούτε ανθρωπιά…
Ασφαλώς, ούτε το εκπαιδευτικό σύστημα διδάσκει ανθρωπιά. Ούτε τις αρχές του ανθρωπισμού, ούτε όμως και την ιστορική αλήθεια που αποκαλύπτει τη σχετικότητα των ταυτοτήτων και την κοινή μοίρα της ανθρωπότητας. Αυτές είναι ανατρεπτικές αλήθειες, που κλονίζουν τα θεμέλια νομιμότητας του ελληνικού εθνοκράτους. Αντιθέτως, είναι τα εθνικά ψεύδη που συντηρούν το κράτος, το οποίο ασκεί μια διπλή πολιτική, ισχύος στο εσωτερικό, συμβιβασμού στο εξωτερικό, αυταρχισμού απέναντι στους εξαθλιωμένους πρόσφυγες, αλλά υποταγής στη Συμφωνία της Ε.Ε. με την Τουρκία που τους οδηγεί στην εξαθλίωση.
Είναι μια πολιτική νοοτροπία που διαχέεται στην κοινωνία μέσω των μηχανισμών εκπαίδευσης, οδηγώντας σε καταστάσεις όπως η σημερινή, με τους μαθητές να παρελαύνουν ενάντια στον αδύναμο, δίχως ρίσκο ή κόστος, αντί να ορθώνονται απέναντι στους δυνατούς, κίνηση με ρίσκο και κόστος. Είδαμε πριν μια βδομάδα τους μαθητές των Αθηνών να πνίγονται στα δακρυγόνα και να γίνονται θύματα αστυνομικής βίας όταν βγήκαν στο δρόμο να διεκδικήσουν παιδεία. Αντιθέτως, οι μαθητές των Γιαννιτσών που απλώς βροντοφώναξαν τα κόμπλεξ τους, χωρίς να διεκδικούν τίποτε περισσότερο από την κρατική καταστολή για άλλους, δέχονται τα χάδια του καθεστώτος.
Είναι τραγικός ο νεοελληνικός ιστορικός αναλφαβητισμός. Δεν φαίνεται μόνο από το ψευδεπίγραφο άσμα, αλλά και από το σύνθημα που αναφέρεται σε «λαθρομετανάστες». Αγνοούν πως η λέξη «λαθρομετανάστης» επινοήθηκε εξαρχής ενάντια στους Έλληνες μετανάστες στις Η.Π.Α. Κι όμως, όπως μας πληροφορεί ο Νίκος Σαραντάκος, το 1928 πρωτο-εμφανίζεται ο όρος αναφερόμενος σε Έλληνες που έφευγαν για την Αμερική, ενώ τον Απρίλη του 1929 άρθρο της εφημερίδας Εμπρός λέει τα εξής:
«Ούτε ο μεταναστευτικός νόμος, ούτε αι αυστηραί ποιναί αι οποίαι επιβάλλονται εις τους λαθρομετανάστας είναι αρκεταί δια να ανακόψουν το ρεύμα τούτο. […] Πόσα περιστατικά Ελλήνων λαθρομεταναστών δεν μας είναι γνωστά. Χιλιάδες άνθρωποι γυμνητεύουν, πεινούν περιφερόμενοι εις τον Καναδάν ή την Αργεντινήν όπου έχουν αποσταλή πλανηθέντες παρά των πρακτόρων αυτών, οι οποίοι εφρόντισαν να πείσουν τούτους ότι η γη της επαγγελίας είναι εκεί και ότι τα δολλάρια τους αναμένουν εις τας προκυμαίας….»[ii]
Δεν έχει λοιπόν σημασία ούτε η πολιτιστική σκευή, ούτε η παράδοση, ούτε η χώρα καταγωγής. Οποιοσδήποτε πρόσφυγας αναγκαστεί να εκδιωχθεί από τον τόπο του, οποιοσδήποτε μετανάστης αναγκαστεί να εξοριστεί, μπορεί να φορτωθεί την ταμπέλα «λαθρομετανάστης», ανάλογα με την κυρίαρχη κρατική πολιτική. «Λαθρομετανάστης» είναι μια προσβλητική ταμπέλα, ένας απάνθρωπος χαρακτηρισμός γιατί ακριβώς στερεί από τον μετανάστη όχι τη νομιμότητα του ταξιδιού του, αλλά τη νομιμότητα της ίδιας του της ύπαρξης. Ως «λαθραίος» δεν έχει δικαίωμα να υπάρχει, ως «λαθραίος» δεν έχει κανένα δικαίωμα, ο χαρακτηρισμός ισοδυναμεί με τον αποκλεισμό του από τη Χάρτα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, την κατάργηση του προσώπου του, τον εγκλεισμό του σε μια διαρκή κατάσταση εξαίρεσης.
Όπως διαπιστώνουμε, ο πρόσφυγας στην Ελλάδα απαγορεύεται να πάει να ζήσει σε ανοιχτές καταλήψεις στέγης, του το απαγορεύει το κράτος.
Ο πρόσφυγας στην Ελλάδα απαγορεύεται να πάει να ζήσει σε ξενοδοχεία μισθωμένα από το κράτος, του το απαγορεύουν οι ακροδεξιοί παρακρατικοί.
Ο πρόσφυγας στην Ελλάδα απαγορεύεται να πάει να ζήσει στον δρόμο, του το απαγορεύουν οι μπάτσοι.
Ο πρόσφυγας στην Ελλάδα απαγορεύεται να πάει να ζήσει σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, του το απαγορεύουν οι συνοριοφύλακες.
Ο πρόσφυγας στην Ελλάδα απαγορεύεται να πάει να ζήσει, του το απαγορεύουν όλοι. Σε αυτή τη χώρα που ολόκληρη η οικονομία της εξαρτάται από το πόσοι ξένοι θα την επισκεφθούν.
Αυτό είναι το μήνυμα που θέλει να προβάλλει η νέα ακροδεξιά στη Βόρεια Ελλάδα, στη Χίο, στη Μυτιλήνη, παντού όπως βρίσκει έδαφος και χώρο. Αυτό το έδαφος και χώρο πρέπει να της το στερήσουμε. Αν το καταφέρει, θα διαποτίσει τη δημόσια συζήτηση, καθιστώντας τον ρατσισμό όχι μόνο κυβερνητική πολιτική αλλά και «κεντρώα ιδεολογία». Υπάρχει μια έννοια που λέγεται «παράθυρο του Overton.
Το “Παράθυρο του Overton” (Overton window) περιγράφει το εύρος των απόψεων που γίνονται δεκτές στο δημόσιο λόγο. Ο Joseph P. Overton, που δεν ήταν κανένας αριστερός, επινόησε τον όρο για να δείξει πώς, ανάλογα με το πού μετακινείται το εκάστοτε ιδεολογικό κέντρο της κοινής γνώμης, ιδέες και απόψεις προηγουμένως περιθωριακές μπορούν να γίνουν ανεκτές, δημοφιλείς, κεντρικές, να υπαγορεύσουν πολιτική, να γίνουν ο νόμιμος λόγος. Σαφώς, είναι ένα απλουστευτικό σχήμα, που όμως χρησιμοποίησαν στις ΗΠΑ οι alt-right, οι οποίοι, προωθώντας συνεχώς ακραίες απόψεις με την μέθοδο των τρολλ, μετακίνησαν τον επίσημο πολιτικό διάλογο προς την κανονικοποίηση του ρατσισμού.
Σήμερα, μετά τα περιστατικά των Γιαννιτσών και της Θεσσαλονίκης, ποιο είναι άραγε το ιδεολογικό “κέντρο” του επίσημου εγχώριου δημόσιου λόγου;
Αναρωτήθηκα: Πόσους μαθητές έχουν τα ΕΠΑΛ στα Γιαννιτσά; Φαίνεται πως είναι περίπου 860 και στα 2 ΕΠΑΛ. Στην ξενοφοβική ρατσιστική παρέλαση “διαμαρτυρίας” συμμετείχαν γύρω στους 30 – 40 μαθητές. Οι υπόλοιποι όχι. Οι ίδιοι 30 – 40 έκαναν και την κατάληψη. Κανείς θεσμικός φορέας όμως δεν διαμαρτυρήθηκε αυτή τη φορά για την «επιβολή της μειοψηφίας» πάνω στη «σιωπηλή πλειοψηφία».
Κι όμως, όπως λέει μια σοφή παροιμία, αν σε ένα τραπέζι καθίσουν πέντε άνθρωποι και ένας ναζί, τότε έχεις έξι ναζί. Αν αφήνει μια μαθητική κοινότητα 60 ρατσιστές να παρελαύνουν στο όνομά της, τότε τι;
Δεν είναι οι αριθμοί που μετράνε, αλλά οι προσβάσεις και οι μηχανισμοί.
Γιατί όπως δείχνει και η Ιστορία, οι ρατσιστές και οι εθνικιστές είναι πάντα μειοψηφία στην κοινωνία, μα συχνά γίνονται πλειοψηφία στο κράτος. Εκείνη τη στιγμή επιβάλλεται ο φασισμός, είτε ως καθεστώς, είτε ως επιμέρους κυβερνητική πολιτική.
Μην εκπλήσσεστε όμως από τη “νεολαία”. Νεολαία δεν υπάρχει, παρά μόνο στα κόμματα. Έπειτα υπάρχουν μαθητές, που είτε σκέφτονται από μόνοι τους είτε αναμασάνε ό,τι τους είπαν στο σχολείο. Στο σχολείο με την πρωϊνή προσευχή, με την ανάταση σημαίας, με τα εθνικιστικά ψευτοτράγουδα, με το κατηχητικό. Στο σχολείο, όπου οι απόρρητοι αριθμοί των κινητών τους “βρέθηκαν” από τους ακροδεξιούς και τους φασίστες για να λαμβάνουν μαζικά μηνύματα. Μην εκπλήσσεστε λοιπόν από τους “καλούς” μαθητές που λένε απέξω το παραμύθι που έμαθαν από τους εθνοδιδασκάλους. Είναι θεσμικό. Σκεφτείτε αυτούς τους “κακούς μαθητές” που, παρά το παραμύθι, έκαναν πορεία στο κέντρο της Αθήνας για καλύτερη παιδεία. Αντί να σταθούν απέναντι στους φτωχούς συμμαθητές τους στάθηκαν απέναντι στα ΜΑΤ.
Και ας θυμηθούμε, με ένα χαμόγελο, τα κορίτσι που παρέλασαν την 28η Οκτωβρίου στη Ν. Φιλαδέλφεια με τον τρόπο των Monty Python. Αντιμετώπισαν τον εκφοβισμό, την λασπολογία και την στοχοποίηση. Όμως δεν φοβήθηκαν, δεν έβγαλαν τα κόμπλεξ τους, δεν ένιωσαν απειλημένες από τους συνανθρώπους τους. Μόνο από το σύστημα.
Είναι θέμα παιδείας.
[i] Επιτηρούμενες ζωές: Μουσική, χορός και διαμόρφωση της υποκειμενικότητας στη Μακεδονία. Εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2016.